Γράφει ο Γιάννης Βούρος.
Προχθές το μεσημέρι, "έφυγε" για το μεγάλο ταξίδι ένας ακόμη μεγάλος του ελληνικού σινεμά...
Ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο άνθρωπος που γαλούχησε 3 γενιές Ελλήνων με τις ταινίες του, άφησε χθες την τελευταία του πνοή στο Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν, όπου νοσηλευόταν εδώ και αρκετό καιρό με σοβαρά προβλήματα υγείας.
Τί να πρωτοπεί κανείς για τον "αθάνατο" πλέον Γιάννη.
Η προσφορά του στον ελληνικό κινηματογράφο τεράστια και ανεκτίμητη.
Οι 65 του ταινίες, 4 εκ των οποίων βραβεύτηκαν σε διάφορα φεστιβάλ και που μέσα από αυτές πέρασε όλη η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, θαρρώ ότι είναι μια κληρονομιά που ανήκει σε όλους μας.
Ο Γιάννης Δαλιανίδης γεννήθηκε ...
...στις 31 Δεκεμβρίου του 1924 στη Θεσσαλονίκη.
Σπούδασε θέατρο στη Δραματική Σχολή Ιωάννη Κοπανά και χορό στη σχολή Μίσλιγγερ της Βιέννης.
Μεγάλος χορευτής, εμφανιζόταν με το μπαλέτο του σε επιθεωρήσεις κυρίως, μέχρι να τον κερδίσει ο κινηματογράφος και να κάνει την πρώτη του ταινία το 1957, τη Μουσίτσα με την Αλίκη και τον Ανδρέα Μπάρκουλη.
Στη δεκαετία του '50 η συνεργασία του με την Ανζερβος και την Κρέζιας-Σαρρή μας δίνει σπουδαίες κωμωδίες, με πιο σημαντικές το Λαός και Κολωνάκι με τον Κώστα Χατζηχρήστο και τη Ρίκα Διαλυνά και ασφαλώς το Ενας Βλάκας και Μισός (διασκευάζοντας το ομώνυμο θεατρικό του Δημήτρη Ψαθά) με τον αξέχαστο Χρήστο Ευθυμίου καθώς και τους Διονύση Παπαγιαννόπουλο και Ρίκα Διαλυνά.
Το 1961 η καριέρα του απογειώνεται καθώς περνάει το κατώφλι της οδού Χίου και υπογράφει συνεργασία 5ετούς διάρκειας με τον μεγάλο οραματιστή Φιλοποίμενα Φίνο και την ίδια κιόλας χρονιά η συνεργασία αυτή δίνει μια σημαντική ταινία, τον περίφημο Κατήφορο, σημείο αναφοράς για τους περισσότερους νεαρούς ηθοποιούς τότε όπως την πρωτοεμφανιζόμενη Ζωίτσα Λάσκαρη, τον Νίκο Κούρκουλο, τον Κώστα Βουτσά, τον Βαγγέλη Βουλγαρίδη, τον Αλέκο Τζανετάκο, όλοι τους αργότερα μεγάλα αστέρια του ελληνικού
στάρ-σύστεμ.
Και αυτό είναι μόνο η αρχή.
Καθώς είναι χορευτής ο ίδιος, συναρπάζεται με τα αμερικάνικα μιούζικαλ, ιδίως με το υπέροχο West Side Story, όπου ήταν και το μεγάλο του όνειρο να το μεταφέρει κάποια στιγμή και στο ελληνικό θέατρο.
Αυτή ειδικά η ταινία τον "σημαδεύει" για πάντα και μέσα απ' αυτή την επιρροή, "γεννάει" το ελληνικό μιούζικαλ, ένα εντελώς πρωτοποριακό στιλ κινηματογράφου που το προσαρμόζει στα ελληνικά δεδομένα και με την πρώτη του ταινία του είδους αυτού, το "Μερικοί το προτιμούν ...κρύο" (παραλλαγή του "Μερικοί το προτιμούν καυτό" του Billy Wilder με την αξέχαστη Marilyn Monroe), όπου με την τεχνική υποστήριξη της Φίνος Φίλμ (έγχρωμο και ηχητικά) η ταινία γίνεται θρύλος, ανοίγει διάπλατα ένα νέο κεφάλαιο στην πορεία του ελληνικού κινηματογράφου.
Ρένα Βλαχοπούλου και Ντίνος Ηλιόπουλος, πλαισιωμένοι από τους Κώστα Βουτσά, Βαγγέλη Βουλγαρίδη και Ζωή Λάσκαρη (τους τρεις του "Κατήφορου"), δημιουργούν "ουρές" στα ταμεία του "Αττικόν", όπου γίνεται η πρεμιέρα.
Ο Φίνος του παρέχει τα πάντα.
Κεφάλαια, τεχνική, ηθοποιούς, ό,τι θέλει και όποιους θέλει.
Το νεοκλασσικό της οδού Χίου γίνεται κυριολεκτικά το δεύτερο σπίτι του και τα στούντιο στους Αγίους Αναργύρους το μέρος όπου δουλεύει πυρετωδώς, γυρίζοντας τη μία ταινία πίσω από την άλλη.
Και όλες, ΜΑ ΟΛΕΣ επιτυχίες.
Στην πρώτη του περίοδο στη Φίνος Φίλμ, ασχολείται κυρίως μεταφέροντας έργα μεγάλων ελλήνων συγγραφέων στο σινεμά.
Αυτή του ειδικά η προσφορά είναι ανεκτίμητης αξίας, γιατί όχι μόνο τα έργα αυτά παρουσιάστηκαν με την ποιότητα και το μεράκι που απαιτούντο για κάτι τέτοιο, αλλά μέσα από αυτές, δόθηκε η ευκαιρία σε μεγάλους μας ηθοποιούς να ερμηνεύσουν ρόλους που αργότερα τους "σημάδεψαν".
Ποιος δεν θυμάται αλήθεια τον Ντίνο Ηλιόπουλο στον Ατσίδα (‘Λοιπόν παιδιά εδώ μέσα είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα...), στο Ζητείται Ψεύτης - που γυρίζεται και πάλι σε remake από τη Φίνος Φίλμ και την Odeon - (Μη με κοιτάτε έτσι κυρία μου, με πεθαίνει το ...βλέμμα σας) και στο Φίλος μου ο Λευτεράκης (Ποιος είσαι σύ μωρ' αδερφέ μου, το φάντασμα της...φαντασίας μου;), την Ρένα Βλαχοπούλου να ερμηνεύει τον ρόλο της καριέρας της στη Χαρτοπαίχτρα, τον Κώστα Χατζηχρήστο να απογειώνεται στον Σκληρό Άντρα και στον Δήμο απ' τα Τρίκαλα...
Και φυσικά το μιούζικαλ.
Ενα μιούζικαλ αμερικάνικων προδιαγραφών, λαμπερό όπως οι στάρ που το πλαισιώνουν, με ταινίες όπως το Κάτι να καίει, Κορίτσια για Φίλημα, Ραντεβού στον Αέρα.
Η δεύτερη περίοδος - απο το 1967 έως και το 1977 - θεωρείται και η ...λιγότερο δημιουργική για τον Δαλιανίδη.
Με την έννοια οτι οι ταινίες ήταν άρτιες μεν από τεχνικής άποψης, αλλά ...περισσότερες σε ποσότητα και ...λιγότερες σε ποιότητα.
Η δικτατορία των Συνταγματαρχών άλλωστε, είχε σκιάσει τα πάντα στην τέχνη.
Θύμα της, όλος ο ελληνικός κινηματογράφος, μαζί κι ο Δαλιανίδης.
Εντούτοις, και παρά αυτό το απίστευτο κατρακύλισμα, ο Δαλιανίδης μας δίνει ειλικρινείς δημιουργίες, όπως το Γυμνοί στο Δρόμο (με Κούρκουλο και Λάσκαρη), Το Ανθρωπάκι (με Βουτσά και Καραγιάννη), Στεφανία (με Λάσκαρη και Φωκά), Αυτοί που μίλησαν με το Θάνατο (με Λάσκαρη και Φέρτη), Ο Εχθρός του Λαού (με Κούρκουλο και Ροδίτη).
Το μιούζικαλ γίνεται...αμιγώς ελληνικό, με ταινίες που άφησαν εποχή, όχι μόνο για την ποιότητά τους αλλά, κυρίως, για την υπέροχη μουσική τους, αποκλειστικό έργο του συνθέτη Μίμη Πλέσσα και με πιο σημαντική το Οι Θαλασσιές οι Χάντρες (με Λάσκαρη, Βουτσά και Γεωργίτση), ταινία που προβάλλεται εκτός συναγωνισμού στο Φεστιβάλ των Καννών.
Στο ίδιο μοτίβο ακολουθούν οι Γοργόνες και Μάγκες (με Γεωργίτση και Χρονοπούλου), Μια Κυρία στα Μπουζούκια (με Γεωργίτση, Βουτσά, Χρονοπούλου, Λάσκαρη), η Παριζιάνα (με Βλαχοπούλου και Καρρά).
Στις αρχές τις δεκαετίας του '70, η ποιότητα πλέον πέφτει αισθητά και στις ταινίες του Δαλιανίδη επαναλαμβάνονται τα ίδια μοτίβα, αλλά με πεσμένη πλέον την αισθητική.
Τα μιούζικαλ Μαριχουάνα Στόπ (με Λάσκαρη και Πάντζα), Το κοροιδάκι της Πριγκηπέσσας (με Παραβα και Αρβανίτη), Ο Μάγκας με το Τρίκυκλο (με Παράβα και Καζιάνη) δεν έχουν την αίγλη των προηγούμενων ταινιών του.
Παρ' όλα αυτά, σε ορισμένες δραματικές ταινίες μας δίνει πολλά περισσότερα απ' ότι στο μιούζικαλ, με πιο αντιπροσωπευτικές το Οταν η Πόλη Πεθαίνει, Αμαρτωλοί, Η Μαρία της Σιωπής και Η Αμαρτία της Ομορφιάς.
Η πτώση της δικτατορίας και η μεταβατική περίοδος που ακολουθεί, δίνει το έναυσμα στον Δαλιανίδη να κάνει τις δύο πιο σπουδαίες ταινίες του στη διετία '74 - '76 το Ενα Τανκ στο Κρεββάτι μου και ο Τρομοκράτης, αμφότερες με πρωταγωνιστή τον Βουτσά αλλά σηματοδοτεί και την είσοδό του στην τηλεόραση, με μια εκπομπή που αποτέλεσε και την μακροβιότερη εκπομπή της.
Το περίφημο και αξέχαστο "Λούνα-Πάρκ".
Δικό του δημιούργημα, που συνδύαζε πρόζα με σενάριο και τηλεοπτικό παιχνίδι!
Στο σενάριο, είχαμε τις ιστορίες του ιδιοκτήτη του Λούνα-Παρκ κυρ-Γιώργη, ρόλος που "σημάδεψε" έστω και στα τελευταία του τον μεγάλο Διονύση Παπαγιαννόπουλο και των υπολοίπων συνεργατών του, με κύριο πρόσωπο τον Πάνο, ρόλος που ερμήνευσε ο Νίκος Δαδινόπουλος και που επίσης "σημαδεύτηκε" απο αυτόν.
Ας τον θυμηθούμε, αξίζει τον κόπο.
Στην τελευταία του περίοδο, αρχές '81 μέχρι '97, ο Δαλιανίδης είναι κουρασμένος και στερεμένος από φρέσκες ιδέες.
Η Φίνος Φίλμ δεν παράγει ταινίες πλέον, ο μεγάλος οραματιστής έχει φύγει απ' τη ζωή κι ο Δαλιανίδης προσπαθεί να ...αναστήσει παλιά πρότυπα δράματος, κωμωδίας και μιούζικαλ.
"Τα Τσακάλια", αποτελούν την πρώτη του - εκτός Φίνου - ταινία, ένα κακό αντίγραφο του "Κατήφορου", που αναδεικνύει και πάλι νέους ηθοποιούς, όπως τον Π.Μιχαλόπουλο, την Σ.Αλιμπέρτη, τον Σ.Γαρδέλη.
Ακολουθούν κωμωδίες με κύριο πρωταγωνιστή τον Στάθη Ψάλτη ("Βασικά Καλησπέρα σας", "Καμικάζι Αγάπη μου", "Περάστε, Φιλήστε, Τελειώσατε") και κάκιστες "κοινωνικές" ταινίες, αντίγραφα των αντίστοιχων Νόμος 4000 και Κατήφορος, δείχνοντας μ' αυτόν τον τρόπο ότι τελικά για να δημιουργήσεις πρέπει να έχεις και την ανάλογη υποστήριξη (λέγε με Φίνος).
Το 1987 γυρίζει την τελευταία του ταινία, "Ισόβια", που προβάλλεται στο Φεστιβάλ Θεσ/νίκης εν μέσω αποδοκιμασιών - κυρίως του κοινού του Εξώστη - και γιουχαϊσμών.
Μεγάλη αδικία, τόσο για την προσφορά του όσο και για την ιστορία του σαν καλλιτέχνη.
Η πορεία του όμως τη δεκαετία του '80 και '90 εκτός από κινηματογραφική, ήταν - το πλείστων - τηλεοπτική.
Η τηλεόραση φαίνεται να του πηγαίνει καλύτερα, μιας και είχε κοινό κυρίως τη γενιά του '60 που ανδρώθηκε με τις ταινίες του και ό,τι σίριαλ έγραφε και σκηνοθετούσε, ήταν εκ προοιμίου επιτυχία, με πιο σημαντικά "Το Ρετιρέ" και "Οι Μικρομεσαίοι".
Το κύκνειο άσμα του και η καλύτερη και πιο σπουδαία δουλειά του στην τηλεόραση, ήταν "Το Τρίτο Στεφάνι", διασκευάζοντας το ομώνυμο έργο του Κώστα Ταχτσή.
"Το Τρίτο Στεφάνι" υπήρξε έργο ζωής για τον μεγάλο αυτόν δημιουργό, που το ξεκίνησε για το σινεμά αλλά δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος.
Το κοινό του όμως, το κοινό - πλέον - της τηλεόρασης, τον αντάμειψε με τρομερά νούμερα τηλεθέασης, αλλά και οι τηλε-κριτικοί το τίμησαν με διθυραμβικές κριτικές.
Ένα τέλος καριέρας, αντάξιο στην ιστορία και την προσφορά του.
Συμπερασματικά, ο Γιάννης Δαλιανίδης υπήρξε ο κύριος εκφραστής του μικροαστισμού και της μεσαίας κοινωνικής τάξης μέσα απ' τις ταινίες του.
Ταινίες - αληθινά κοσμήματα του εμπορικού κιν/φου στη δεκαετία του '60, αποτελούν ώς τα σήμερα σημεία αναφοράς των νέων κινηματογραφιστών και πολλές από αυτές "διδάσκονται" στις σχολές κιν/φου και τηλεόρασης της Ελλάδας.
Έζησε και έφυγε ως ένας Αληθινά Μεγάλος δημιουργός.
Κλείνω ευλαβικά το "γόνυ" στη μνήμη σου Αθάνατε Γιάννη...
Το έργο σου θα ζει για πάντα και μέσα απ' αυτό, εσύ.
Σ' αποχαιρετώ μ' ένα σπουδαίο τραγούδι από το υπέροχο "Γυμνοί στο Δρόμο", την καλύτερη σου ταινία.
Καλό σου Ταξίδι.
Προχθές το μεσημέρι, "έφυγε" για το μεγάλο ταξίδι ένας ακόμη μεγάλος του ελληνικού σινεμά...
Ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο άνθρωπος που γαλούχησε 3 γενιές Ελλήνων με τις ταινίες του, άφησε χθες την τελευταία του πνοή στο Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν, όπου νοσηλευόταν εδώ και αρκετό καιρό με σοβαρά προβλήματα υγείας.
Τί να πρωτοπεί κανείς για τον "αθάνατο" πλέον Γιάννη.
Η προσφορά του στον ελληνικό κινηματογράφο τεράστια και ανεκτίμητη.
Οι 65 του ταινίες, 4 εκ των οποίων βραβεύτηκαν σε διάφορα φεστιβάλ και που μέσα από αυτές πέρασε όλη η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, θαρρώ ότι είναι μια κληρονομιά που ανήκει σε όλους μας.
Ο Γιάννης Δαλιανίδης γεννήθηκε ...
...στις 31 Δεκεμβρίου του 1924 στη Θεσσαλονίκη.
Σπούδασε θέατρο στη Δραματική Σχολή Ιωάννη Κοπανά και χορό στη σχολή Μίσλιγγερ της Βιέννης.
Μεγάλος χορευτής, εμφανιζόταν με το μπαλέτο του σε επιθεωρήσεις κυρίως, μέχρι να τον κερδίσει ο κινηματογράφος και να κάνει την πρώτη του ταινία το 1957, τη Μουσίτσα με την Αλίκη και τον Ανδρέα Μπάρκουλη.
Στη δεκαετία του '50 η συνεργασία του με την Ανζερβος και την Κρέζιας-Σαρρή μας δίνει σπουδαίες κωμωδίες, με πιο σημαντικές το Λαός και Κολωνάκι με τον Κώστα Χατζηχρήστο και τη Ρίκα Διαλυνά και ασφαλώς το Ενας Βλάκας και Μισός (διασκευάζοντας το ομώνυμο θεατρικό του Δημήτρη Ψαθά) με τον αξέχαστο Χρήστο Ευθυμίου καθώς και τους Διονύση Παπαγιαννόπουλο και Ρίκα Διαλυνά.
Το 1961 η καριέρα του απογειώνεται καθώς περνάει το κατώφλι της οδού Χίου και υπογράφει συνεργασία 5ετούς διάρκειας με τον μεγάλο οραματιστή Φιλοποίμενα Φίνο και την ίδια κιόλας χρονιά η συνεργασία αυτή δίνει μια σημαντική ταινία, τον περίφημο Κατήφορο, σημείο αναφοράς για τους περισσότερους νεαρούς ηθοποιούς τότε όπως την πρωτοεμφανιζόμενη Ζωίτσα Λάσκαρη, τον Νίκο Κούρκουλο, τον Κώστα Βουτσά, τον Βαγγέλη Βουλγαρίδη, τον Αλέκο Τζανετάκο, όλοι τους αργότερα μεγάλα αστέρια του ελληνικού
στάρ-σύστεμ.
Και αυτό είναι μόνο η αρχή.
Καθώς είναι χορευτής ο ίδιος, συναρπάζεται με τα αμερικάνικα μιούζικαλ, ιδίως με το υπέροχο West Side Story, όπου ήταν και το μεγάλο του όνειρο να το μεταφέρει κάποια στιγμή και στο ελληνικό θέατρο.
Αυτή ειδικά η ταινία τον "σημαδεύει" για πάντα και μέσα απ' αυτή την επιρροή, "γεννάει" το ελληνικό μιούζικαλ, ένα εντελώς πρωτοποριακό στιλ κινηματογράφου που το προσαρμόζει στα ελληνικά δεδομένα και με την πρώτη του ταινία του είδους αυτού, το "Μερικοί το προτιμούν ...κρύο" (παραλλαγή του "Μερικοί το προτιμούν καυτό" του Billy Wilder με την αξέχαστη Marilyn Monroe), όπου με την τεχνική υποστήριξη της Φίνος Φίλμ (έγχρωμο και ηχητικά) η ταινία γίνεται θρύλος, ανοίγει διάπλατα ένα νέο κεφάλαιο στην πορεία του ελληνικού κινηματογράφου.
Ρένα Βλαχοπούλου και Ντίνος Ηλιόπουλος, πλαισιωμένοι από τους Κώστα Βουτσά, Βαγγέλη Βουλγαρίδη και Ζωή Λάσκαρη (τους τρεις του "Κατήφορου"), δημιουργούν "ουρές" στα ταμεία του "Αττικόν", όπου γίνεται η πρεμιέρα.
Ο Φίνος του παρέχει τα πάντα.
Κεφάλαια, τεχνική, ηθοποιούς, ό,τι θέλει και όποιους θέλει.
Το νεοκλασσικό της οδού Χίου γίνεται κυριολεκτικά το δεύτερο σπίτι του και τα στούντιο στους Αγίους Αναργύρους το μέρος όπου δουλεύει πυρετωδώς, γυρίζοντας τη μία ταινία πίσω από την άλλη.
Και όλες, ΜΑ ΟΛΕΣ επιτυχίες.
Στην πρώτη του περίοδο στη Φίνος Φίλμ, ασχολείται κυρίως μεταφέροντας έργα μεγάλων ελλήνων συγγραφέων στο σινεμά.
Αυτή του ειδικά η προσφορά είναι ανεκτίμητης αξίας, γιατί όχι μόνο τα έργα αυτά παρουσιάστηκαν με την ποιότητα και το μεράκι που απαιτούντο για κάτι τέτοιο, αλλά μέσα από αυτές, δόθηκε η ευκαιρία σε μεγάλους μας ηθοποιούς να ερμηνεύσουν ρόλους που αργότερα τους "σημάδεψαν".
Ποιος δεν θυμάται αλήθεια τον Ντίνο Ηλιόπουλο στον Ατσίδα (‘Λοιπόν παιδιά εδώ μέσα είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα...), στο Ζητείται Ψεύτης - που γυρίζεται και πάλι σε remake από τη Φίνος Φίλμ και την Odeon - (Μη με κοιτάτε έτσι κυρία μου, με πεθαίνει το ...βλέμμα σας) και στο Φίλος μου ο Λευτεράκης (Ποιος είσαι σύ μωρ' αδερφέ μου, το φάντασμα της...φαντασίας μου;), την Ρένα Βλαχοπούλου να ερμηνεύει τον ρόλο της καριέρας της στη Χαρτοπαίχτρα, τον Κώστα Χατζηχρήστο να απογειώνεται στον Σκληρό Άντρα και στον Δήμο απ' τα Τρίκαλα...
Και φυσικά το μιούζικαλ.
Ενα μιούζικαλ αμερικάνικων προδιαγραφών, λαμπερό όπως οι στάρ που το πλαισιώνουν, με ταινίες όπως το Κάτι να καίει, Κορίτσια για Φίλημα, Ραντεβού στον Αέρα.
Η δεύτερη περίοδος - απο το 1967 έως και το 1977 - θεωρείται και η ...λιγότερο δημιουργική για τον Δαλιανίδη.
Με την έννοια οτι οι ταινίες ήταν άρτιες μεν από τεχνικής άποψης, αλλά ...περισσότερες σε ποσότητα και ...λιγότερες σε ποιότητα.
Η δικτατορία των Συνταγματαρχών άλλωστε, είχε σκιάσει τα πάντα στην τέχνη.
Θύμα της, όλος ο ελληνικός κινηματογράφος, μαζί κι ο Δαλιανίδης.
Εντούτοις, και παρά αυτό το απίστευτο κατρακύλισμα, ο Δαλιανίδης μας δίνει ειλικρινείς δημιουργίες, όπως το Γυμνοί στο Δρόμο (με Κούρκουλο και Λάσκαρη), Το Ανθρωπάκι (με Βουτσά και Καραγιάννη), Στεφανία (με Λάσκαρη και Φωκά), Αυτοί που μίλησαν με το Θάνατο (με Λάσκαρη και Φέρτη), Ο Εχθρός του Λαού (με Κούρκουλο και Ροδίτη).
Το μιούζικαλ γίνεται...αμιγώς ελληνικό, με ταινίες που άφησαν εποχή, όχι μόνο για την ποιότητά τους αλλά, κυρίως, για την υπέροχη μουσική τους, αποκλειστικό έργο του συνθέτη Μίμη Πλέσσα και με πιο σημαντική το Οι Θαλασσιές οι Χάντρες (με Λάσκαρη, Βουτσά και Γεωργίτση), ταινία που προβάλλεται εκτός συναγωνισμού στο Φεστιβάλ των Καννών.
Στο ίδιο μοτίβο ακολουθούν οι Γοργόνες και Μάγκες (με Γεωργίτση και Χρονοπούλου), Μια Κυρία στα Μπουζούκια (με Γεωργίτση, Βουτσά, Χρονοπούλου, Λάσκαρη), η Παριζιάνα (με Βλαχοπούλου και Καρρά).
Στις αρχές τις δεκαετίας του '70, η ποιότητα πλέον πέφτει αισθητά και στις ταινίες του Δαλιανίδη επαναλαμβάνονται τα ίδια μοτίβα, αλλά με πεσμένη πλέον την αισθητική.
Τα μιούζικαλ Μαριχουάνα Στόπ (με Λάσκαρη και Πάντζα), Το κοροιδάκι της Πριγκηπέσσας (με Παραβα και Αρβανίτη), Ο Μάγκας με το Τρίκυκλο (με Παράβα και Καζιάνη) δεν έχουν την αίγλη των προηγούμενων ταινιών του.
Παρ' όλα αυτά, σε ορισμένες δραματικές ταινίες μας δίνει πολλά περισσότερα απ' ότι στο μιούζικαλ, με πιο αντιπροσωπευτικές το Οταν η Πόλη Πεθαίνει, Αμαρτωλοί, Η Μαρία της Σιωπής και Η Αμαρτία της Ομορφιάς.
Η πτώση της δικτατορίας και η μεταβατική περίοδος που ακολουθεί, δίνει το έναυσμα στον Δαλιανίδη να κάνει τις δύο πιο σπουδαίες ταινίες του στη διετία '74 - '76 το Ενα Τανκ στο Κρεββάτι μου και ο Τρομοκράτης, αμφότερες με πρωταγωνιστή τον Βουτσά αλλά σηματοδοτεί και την είσοδό του στην τηλεόραση, με μια εκπομπή που αποτέλεσε και την μακροβιότερη εκπομπή της.
Το περίφημο και αξέχαστο "Λούνα-Πάρκ".
Δικό του δημιούργημα, που συνδύαζε πρόζα με σενάριο και τηλεοπτικό παιχνίδι!
Στο σενάριο, είχαμε τις ιστορίες του ιδιοκτήτη του Λούνα-Παρκ κυρ-Γιώργη, ρόλος που "σημάδεψε" έστω και στα τελευταία του τον μεγάλο Διονύση Παπαγιαννόπουλο και των υπολοίπων συνεργατών του, με κύριο πρόσωπο τον Πάνο, ρόλος που ερμήνευσε ο Νίκος Δαδινόπουλος και που επίσης "σημαδεύτηκε" απο αυτόν.
Ας τον θυμηθούμε, αξίζει τον κόπο.
Στην τελευταία του περίοδο, αρχές '81 μέχρι '97, ο Δαλιανίδης είναι κουρασμένος και στερεμένος από φρέσκες ιδέες.
Η Φίνος Φίλμ δεν παράγει ταινίες πλέον, ο μεγάλος οραματιστής έχει φύγει απ' τη ζωή κι ο Δαλιανίδης προσπαθεί να ...αναστήσει παλιά πρότυπα δράματος, κωμωδίας και μιούζικαλ.
"Τα Τσακάλια", αποτελούν την πρώτη του - εκτός Φίνου - ταινία, ένα κακό αντίγραφο του "Κατήφορου", που αναδεικνύει και πάλι νέους ηθοποιούς, όπως τον Π.Μιχαλόπουλο, την Σ.Αλιμπέρτη, τον Σ.Γαρδέλη.
Ακολουθούν κωμωδίες με κύριο πρωταγωνιστή τον Στάθη Ψάλτη ("Βασικά Καλησπέρα σας", "Καμικάζι Αγάπη μου", "Περάστε, Φιλήστε, Τελειώσατε") και κάκιστες "κοινωνικές" ταινίες, αντίγραφα των αντίστοιχων Νόμος 4000 και Κατήφορος, δείχνοντας μ' αυτόν τον τρόπο ότι τελικά για να δημιουργήσεις πρέπει να έχεις και την ανάλογη υποστήριξη (λέγε με Φίνος).
Το 1987 γυρίζει την τελευταία του ταινία, "Ισόβια", που προβάλλεται στο Φεστιβάλ Θεσ/νίκης εν μέσω αποδοκιμασιών - κυρίως του κοινού του Εξώστη - και γιουχαϊσμών.
Μεγάλη αδικία, τόσο για την προσφορά του όσο και για την ιστορία του σαν καλλιτέχνη.
Η πορεία του όμως τη δεκαετία του '80 και '90 εκτός από κινηματογραφική, ήταν - το πλείστων - τηλεοπτική.
Η τηλεόραση φαίνεται να του πηγαίνει καλύτερα, μιας και είχε κοινό κυρίως τη γενιά του '60 που ανδρώθηκε με τις ταινίες του και ό,τι σίριαλ έγραφε και σκηνοθετούσε, ήταν εκ προοιμίου επιτυχία, με πιο σημαντικά "Το Ρετιρέ" και "Οι Μικρομεσαίοι".
Το κύκνειο άσμα του και η καλύτερη και πιο σπουδαία δουλειά του στην τηλεόραση, ήταν "Το Τρίτο Στεφάνι", διασκευάζοντας το ομώνυμο έργο του Κώστα Ταχτσή.
"Το Τρίτο Στεφάνι" υπήρξε έργο ζωής για τον μεγάλο αυτόν δημιουργό, που το ξεκίνησε για το σινεμά αλλά δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος.
Το κοινό του όμως, το κοινό - πλέον - της τηλεόρασης, τον αντάμειψε με τρομερά νούμερα τηλεθέασης, αλλά και οι τηλε-κριτικοί το τίμησαν με διθυραμβικές κριτικές.
Ένα τέλος καριέρας, αντάξιο στην ιστορία και την προσφορά του.
Συμπερασματικά, ο Γιάννης Δαλιανίδης υπήρξε ο κύριος εκφραστής του μικροαστισμού και της μεσαίας κοινωνικής τάξης μέσα απ' τις ταινίες του.
Ταινίες - αληθινά κοσμήματα του εμπορικού κιν/φου στη δεκαετία του '60, αποτελούν ώς τα σήμερα σημεία αναφοράς των νέων κινηματογραφιστών και πολλές από αυτές "διδάσκονται" στις σχολές κιν/φου και τηλεόρασης της Ελλάδας.
Έζησε και έφυγε ως ένας Αληθινά Μεγάλος δημιουργός.
Κλείνω ευλαβικά το "γόνυ" στη μνήμη σου Αθάνατε Γιάννη...
Το έργο σου θα ζει για πάντα και μέσα απ' αυτό, εσύ.
Σ' αποχαιρετώ μ' ένα σπουδαίο τραγούδι από το υπέροχο "Γυμνοί στο Δρόμο", την καλύτερη σου ταινία.
Καλό σου Ταξίδι.