********** 7/10
Γράφει ο Bustart.
Το Hollywood έχει ένα κακό (εντάξει είναι Χριστούγεννα και με έπιασαν οι καλές μου!).
Μη δει ταινία από τον Ευρωπαϊκό ή Ασιατικό κινηματογράφο που έκανε αίσθηση και κέρδισε το κοινό, αμέσως να τρέξει να κάνει remake.
Ώρες ώρες νομίζω πως οι Αμερικάνοι έχουν πρόβλημα να βλέπουν ταινία σε άλλη γλώσσα πλην της δικιά τους!
Και το κακό φυσικά είναι στο ότι δε πετυχαίνουν σχεδόν κανένα remake!
Τουλάχιστον όσα εγώ έχω δει δε θυμάμαι κάποιο να ήταν τουλάχιστον το ίδιο καλό με το πρωτότυπο.
Καλά για καλύτερο αποτέλεσμα ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα.
Τι μπορεί να κάνει όμως μια ταινία με πρωταγωνιστές 2 δωδεκάχρονα παιδιά, που το ένα είναι και βαμπίρ;
Το Let Me In αποτελεί ...
...remake του υπέροχου παραμυθιού τρόμου Let the Right One In (2008) του Σουηδού σκηνοθέτη Tomas Alfredson, που με τη σειρά του βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του John Lindqvist, ο οποίος είχε γράψει και το σενάριο για την πρωτότυπη ταινία.
Το Let the Right One In ήρθε στην κυριολεξία από το πουθενά και κέρδισε με άνεση τον τίτλο της κορυφαίας ταινίας horror της χρονιάς, ανανεώνοντας μάλιστα τον μύθο των βαμπίρ στον κινηματογράφο με έναν παραμυθένιο και ιδιαίτερο τρόπο.
Τοποθετώντας στο προσκήνιο από τη μία πλευρά τους προβληματισμούς για το τι είναι «κακό» - αποστομωτική η απάντηση εδώ της μικρής ...βαμπιρίνας «Εγώ σκοτώνω ανθρώπους γιατί είμαι αναγκασμένη να το κάνω...έλα στη θέση μου» - και από την άλλη τη μοναξιά και την απομόνωση 2 εφήβων που αναζητούν απεγνωσμένα την «ανθρώπινη» επαφή, ο καθένας ίσως για διαφορετικούς λόγους.
Με τις δύο πολύ καλές και συγκινητικές ερμηνείες των 2 δωδεκάχρονων παιδιών και την υπέροχη φωτογραφία, η ταινία σε κέρδιζε χωρίς να μπορείς να αντισταθείς στο σκοτεινό αυτό παραμύθι.
Τι έχει λοιπόν το Let Me In να αντιπαραθέσει;
Πρώτο και κύριο, το σεβασμό του σκηνοθέτη Matt Reeves (Cloverfield) στην πρωτότυπη ταινία.
Ο Reeves επέλεξε να αλλάξει πολύ λίγα πράγματα.
Νομίζω μάλιστα πως το 80% των σκηνών είναι το ίδιο ακριβώς, από το χιονισμένο τοπίο και τη 1η σκηνή που τα δύο παιδιά γνωρίζονται έξω από την οικοδομή που μένουν, μέχρι τον 1ο φόνο και τη τελευταία σκηνή στη πισίνα, ο σκηνοθέτης δεν αλλάζει σχεδόν τίποτα.
Δεύτερο και πολύ σημαντικό, παλεύει με νύχια και με δόντια να κρατήσει τη σκοτεινή και «βίαιη» ατμόσφαιρα του Let the Right One In, κάνοντας όσες λιγότερες εκπτώσεις μπορεί (αμάν πια αυτό το αμερικάνικο κοινό!) και σε αρκετά σημεία το πετυχαίνει.
Ενώ, πολύ σοφά κι εδώ, επικεντρώνεται στην ιδιαίτερη ιστορία αγάπης που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δύο παιδιά, χωρίς να παρεκτρέπεται σε πολλές «ανούσιες» σκηνές.
Τρίτον και επίσης σημαντικό, οι εξίσου εξαιρετικές ερμηνείες των 2 παιδιών, του Kobi Smit-McPhee (ο πιτσιρίκος στο The Road) και η ...Kick-Ass, Chloe Moretz (με 7 ταινίες μέσα στο 2011, χώρια το Kick-Ass 2!).
Αν και στην αρχή ίσως σας ξενίσουν λιγάκι, κυρίως γιατί βγάζουν μια πιο “clean cut” εικόνα σε σχέση με τα 2 παιδιά στην πρωτότυπη ταινία, υποστηρίζουν πάρα πολύ καλά τους ρόλους τους χωρίς να έχουν να ζηλέψουν κάτι.
Και που υστερεί η ταινία;
Γιατί αμερικάνικο remake και να μην υστερεί σε κάτι δε γίνεται!
Το Let Me In είναι από τις ελάχιστες ταινίες-remake που στέκεται επάξια κοντά στην πρωτότυπη.
Και χάνει στα σημεία θα λέγαμε.
Πρώτο σημείο, η επιλογή του σκηνοθέτη Matt Reeves να γυρίσει σχεδόν σκηνή προς σκηνή το remake.
Όσο σημαντική και ουσιώδης ήταν η επιλογή αυτή στο να κρατήσει το ύφος και την ατμόσφαιρα της 1ης ταινίας, τόσο δε προσφέρει κάτι άλλο στον «μύθο» της ταινίας.
Ειδικά για όσους έχουν δει την 1η ταινία, θα νομίζουν πως τη βλέπουν μεταγλωττισμένη στα αγγλικά!
Ο Reeves δεν πρόσθεσε δυστυχώς απολύτως τίποτα στη δικιά του εκδοχή, οπότε εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ταινία είναι τόσο καλή γιατί απλά η πρωτότυπη ήταν τόσο καλή!
Όταν κάνεις «παρτιτούρα» μια ζωγραφιά το αποτέλεσμα σου εξαρτάται από το πόσο καλή ήταν η εικόνα που επέλεξες να αντιγράψεις.
Αν και ο Matt Reeves επίσης διαλέγει να επικεντρωθεί στην ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δύο παιδιά, η ταινία σου αφήνει εντούτοις την αίσθηση ότι κάπου χάνει σε σχέση με την πρωτότυπη, δε μένεις στο τέλος με την ερώτηση, που είναι και όλη η ουσία της σχέσης των δύο παιδιών, αν η μικρή ενδιαφέρεται για το αγόρι πραγματικά ή απλά ψάχνει κάποιον που θα την αποδεχθεί και θα τη βοηθάει στο να επιβιώσει.
Το Let Me In, παρά τις όποιες αδυναμίες του όμως, στέκεται πολύ καλά από μόνο του, βγάζοντας ασπροπρόσωπο θα λέγαμε το μεγάλο αδελφάκι του και κάθε φίλος του σινεμά θα πρέπει να τη βάλει στην ατζέντα του φέτος ή μάλλον του χρόνου, αφού βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες στις 6 Ιανουαρίου 2011.
Γράφει ο Bustart.
Το Hollywood έχει ένα κακό (εντάξει είναι Χριστούγεννα και με έπιασαν οι καλές μου!).
Μη δει ταινία από τον Ευρωπαϊκό ή Ασιατικό κινηματογράφο που έκανε αίσθηση και κέρδισε το κοινό, αμέσως να τρέξει να κάνει remake.
Ώρες ώρες νομίζω πως οι Αμερικάνοι έχουν πρόβλημα να βλέπουν ταινία σε άλλη γλώσσα πλην της δικιά τους!
Και το κακό φυσικά είναι στο ότι δε πετυχαίνουν σχεδόν κανένα remake!
Τουλάχιστον όσα εγώ έχω δει δε θυμάμαι κάποιο να ήταν τουλάχιστον το ίδιο καλό με το πρωτότυπο.
Καλά για καλύτερο αποτέλεσμα ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα.
Τι μπορεί να κάνει όμως μια ταινία με πρωταγωνιστές 2 δωδεκάχρονα παιδιά, που το ένα είναι και βαμπίρ;
Το Let Me In αποτελεί ...
...remake του υπέροχου παραμυθιού τρόμου Let the Right One In (2008) του Σουηδού σκηνοθέτη Tomas Alfredson, που με τη σειρά του βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του John Lindqvist, ο οποίος είχε γράψει και το σενάριο για την πρωτότυπη ταινία.
Το Let the Right One In ήρθε στην κυριολεξία από το πουθενά και κέρδισε με άνεση τον τίτλο της κορυφαίας ταινίας horror της χρονιάς, ανανεώνοντας μάλιστα τον μύθο των βαμπίρ στον κινηματογράφο με έναν παραμυθένιο και ιδιαίτερο τρόπο.
Τοποθετώντας στο προσκήνιο από τη μία πλευρά τους προβληματισμούς για το τι είναι «κακό» - αποστομωτική η απάντηση εδώ της μικρής ...βαμπιρίνας «Εγώ σκοτώνω ανθρώπους γιατί είμαι αναγκασμένη να το κάνω...έλα στη θέση μου» - και από την άλλη τη μοναξιά και την απομόνωση 2 εφήβων που αναζητούν απεγνωσμένα την «ανθρώπινη» επαφή, ο καθένας ίσως για διαφορετικούς λόγους.
Με τις δύο πολύ καλές και συγκινητικές ερμηνείες των 2 δωδεκάχρονων παιδιών και την υπέροχη φωτογραφία, η ταινία σε κέρδιζε χωρίς να μπορείς να αντισταθείς στο σκοτεινό αυτό παραμύθι.
Τι έχει λοιπόν το Let Me In να αντιπαραθέσει;
Πρώτο και κύριο, το σεβασμό του σκηνοθέτη Matt Reeves (Cloverfield) στην πρωτότυπη ταινία.
Ο Reeves επέλεξε να αλλάξει πολύ λίγα πράγματα.
Νομίζω μάλιστα πως το 80% των σκηνών είναι το ίδιο ακριβώς, από το χιονισμένο τοπίο και τη 1η σκηνή που τα δύο παιδιά γνωρίζονται έξω από την οικοδομή που μένουν, μέχρι τον 1ο φόνο και τη τελευταία σκηνή στη πισίνα, ο σκηνοθέτης δεν αλλάζει σχεδόν τίποτα.
Δεύτερο και πολύ σημαντικό, παλεύει με νύχια και με δόντια να κρατήσει τη σκοτεινή και «βίαιη» ατμόσφαιρα του Let the Right One In, κάνοντας όσες λιγότερες εκπτώσεις μπορεί (αμάν πια αυτό το αμερικάνικο κοινό!) και σε αρκετά σημεία το πετυχαίνει.
Ενώ, πολύ σοφά κι εδώ, επικεντρώνεται στην ιδιαίτερη ιστορία αγάπης που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δύο παιδιά, χωρίς να παρεκτρέπεται σε πολλές «ανούσιες» σκηνές.
Τρίτον και επίσης σημαντικό, οι εξίσου εξαιρετικές ερμηνείες των 2 παιδιών, του Kobi Smit-McPhee (ο πιτσιρίκος στο The Road) και η ...Kick-Ass, Chloe Moretz (με 7 ταινίες μέσα στο 2011, χώρια το Kick-Ass 2!).
Αν και στην αρχή ίσως σας ξενίσουν λιγάκι, κυρίως γιατί βγάζουν μια πιο “clean cut” εικόνα σε σχέση με τα 2 παιδιά στην πρωτότυπη ταινία, υποστηρίζουν πάρα πολύ καλά τους ρόλους τους χωρίς να έχουν να ζηλέψουν κάτι.
Και που υστερεί η ταινία;
Γιατί αμερικάνικο remake και να μην υστερεί σε κάτι δε γίνεται!
Το Let Me In είναι από τις ελάχιστες ταινίες-remake που στέκεται επάξια κοντά στην πρωτότυπη.
Και χάνει στα σημεία θα λέγαμε.
Πρώτο σημείο, η επιλογή του σκηνοθέτη Matt Reeves να γυρίσει σχεδόν σκηνή προς σκηνή το remake.
Όσο σημαντική και ουσιώδης ήταν η επιλογή αυτή στο να κρατήσει το ύφος και την ατμόσφαιρα της 1ης ταινίας, τόσο δε προσφέρει κάτι άλλο στον «μύθο» της ταινίας.
Ειδικά για όσους έχουν δει την 1η ταινία, θα νομίζουν πως τη βλέπουν μεταγλωττισμένη στα αγγλικά!
Ο Reeves δεν πρόσθεσε δυστυχώς απολύτως τίποτα στη δικιά του εκδοχή, οπότε εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ταινία είναι τόσο καλή γιατί απλά η πρωτότυπη ήταν τόσο καλή!
Όταν κάνεις «παρτιτούρα» μια ζωγραφιά το αποτέλεσμα σου εξαρτάται από το πόσο καλή ήταν η εικόνα που επέλεξες να αντιγράψεις.
Αν και ο Matt Reeves επίσης διαλέγει να επικεντρωθεί στην ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δύο παιδιά, η ταινία σου αφήνει εντούτοις την αίσθηση ότι κάπου χάνει σε σχέση με την πρωτότυπη, δε μένεις στο τέλος με την ερώτηση, που είναι και όλη η ουσία της σχέσης των δύο παιδιών, αν η μικρή ενδιαφέρεται για το αγόρι πραγματικά ή απλά ψάχνει κάποιον που θα την αποδεχθεί και θα τη βοηθάει στο να επιβιώσει.
Το Let Me In, παρά τις όποιες αδυναμίες του όμως, στέκεται πολύ καλά από μόνο του, βγάζοντας ασπροπρόσωπο θα λέγαμε το μεγάλο αδελφάκι του και κάθε φίλος του σινεμά θα πρέπει να τη βάλει στην ατζέντα του φέτος ή μάλλον του χρόνου, αφού βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες στις 6 Ιανουαρίου 2011.