Γράφει ο Κώστας Τσώκος.
Ο Gus Van Sant επιστρέφει στον χώρο του ανεξάρτητου στυλ κινηματογράφησης, στο οποίο μας είχε συνηθίσει την τελευταία δεκαετία.
Με εξαίρεση την ψευδοβιογραφία Last Days που αφορούσε τις τελευταίες μέρες του Curt Cobain και το Milk με τον Sean Penn, ο σκηνοθέτης επαναφέρει την θεματική του με νέους που προβληματίζονται.
Στην περίπτωση αυτή έχουμε την ιστορία του Enoch (Henry Hopper), ενός εφήβου που αρέσκεται να παρακολουθεί κηδείες, o οποίος μάλιστα έχει και για παρέα έναν γιαπωνέζο πιλότο/φάντασμα τον Hiroshi (Ryo Kase), που είχε πεθάνει το 1941 με αεροπλάνο, περιφέρεται ακόμη με τη στολή του πιλότου και μόνο αυτός μπορεί να τον δει.
Σε μια από αυτές τις κηδείες ...
...θα γνωρίσει την χαριτωμένη Annabel (Mia Wasikowska, Jane Eyre), η οποία θα γοητευθεί απ'την παραξενιά του και το γενικά λιγομίλητο παρουσιαστικό του.
Τώρα πως ξαφνικά αυτοί οι δύο δέθηκαν και τα βρήκαν μεταξύ τους;
Επειδή και οι δύο έχουν μοιραστεί τον θάνατο σαν εμπειρία.
Ο μεν Enoch (σ.σ.:προφέρεται Ένοχ) είχε χάσει τους γονείς του σε ατύχημα και μένει μόνος του πλέον με τη θεία του, ενώ η Annabel περιμένει τον θάνατο να τη βρει καθώς έχει διαγνωστεί με όγκο στον εγκέφαλο και έχει μόνο 3 μήνες ζωής.
Αρχικά να πώ πως η ταινία έχει ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, τον θάνατο.
Ο φόβος του αναπόφευκτου και του αγνώστου όπως τον μοιράζονται δύο άνθρωποι, με τον ένα να τον έχει ζήσει, να τον έχει εν μέρει απομυθοποιήσει και να προσπαθεί παράλληλα να δει πως είναι να τον χωνεύεις.
Και η κοπέλα να ετοιμάζεται να τον γνωρίσει, ξέροντας το πότε θα ρθει και παρόλα αυτά να βρίσκει το θάρρος να συνεχίζει να ζει στον κόσμο της, ασχολούμενη με ότι της έρθει για να νιώσει ζωντανή.
Αν περιμένετε μετά απ'όλα αυτά να δείτε κανά βαρύ δράμα, τότε θα δείτε μια ταινία δραματικά στο άλλο άκρο.
Αλλά ας τα πάρουμε απ'την αρχή.
Οι ερμηνείες απ'τους πιο πολλούς ηθοποιούς και δη τους νέους κυμάινονται σε σχετικά καλά επίπεδα, αναλόγως με τον χρόνο που τους δίνει το σενάριο και το πώς θέλει να τους παρουσιάσει ο σκηνοθέτης.
Ο Henry Hopper είναι ο γιος του θρυλικού, προσφάτως αποθανόντα ηθοποιού Dennis Hopper, κυριλέ και στυλάτος με το παλτό και το επιμελώς ατημέλητο μαλλί του.
Ερμηνευτικά βέβαια είναι λίγο ξερός και ανέκφραστος, αν και σε κάποιες φάσεις ταιριάζει αυτό στο μελαγχολικό στυλάκι της εφηβείας που θα γοητεύσει την κοπέλα.
Σίγουρα υπάρχουν πολλές στιγμές στην ηλικία αυτή που κάποιος βρίσκονταν σε αυτήν την κατάσταση, υπονοώντας έτσι τον κρυφό πόνο μιας τραυματικής εμπειρίας.
Αλλά το παλλικάρι δεν φαίνεται να το'χει και σίγουρα σε αυτό δεν βοηθάει και ένα σενάριο που παρουσιάζει τα πράγματα γλυκερά και χωρίς πολλές συναισθηματικές εξάρσεις.
Με εξαίρεση τη σκηνή που μαλώνει με την 'Αναμπελ μην μπορώντας να αποδεχθεί την ματαιότητα αυτού που κάνουν και εκεί που ξεσπάει στο νοσοκομείο.
Η Wasikowska πάλι, είναι πολύ καλύτερη απ΄την τελευταία φορά που την είδα στην αρπαχτή που λέγονταν Alice in Wonderland, μοιάζει πολύ πιο εκφραστική και συναισθηματική, αν και αμφιβάλλω κατά πόσο μια κοπέλα με τρεις μήνες ζωής θα είχε όρεξη για χαζοραντεβού, συζητήσεις περί πουλιών (όχι μην πάει ο νου σας στο πονηρό!) και ανακατανομή γλυκών απ'τις Απόκριες.
Ο ρόλος του γιαπωνέζου είναι εκεί για να συμβολίσει την μοναξιά του ήρωα και να δικαιολογήσει παρηγορώντας τον, την δυσκολία του να ανοιχτεί.
Κάτι σαν τον αδικοχαμένο Patrick Swayze στον Αόρατο Εραστή, αλλά στο πιο ελαφρύ μιας και εδώ έχει πιο παιδικό ρόλο παίζοντας ναυμαχία με τον Enoch και άλλα πολλά.
Επίσης συμβολίζει σε κάποιες σκηνές και την σύγκρουση του χαρακτήρα με τους εσωτερικούς του δαίμονες και την ύστερη προσωπική του λύτρωση/κάθαρση.
Αν και πάλι, στα επίπεδα που κρατάνε και αυτόν τον χαρακτήρα, δεν μπορείς να γράψεις παραπάνω πράγματα μιας και με διαφορετικό τόνο θα μπορούσε να προκύψει κάτι πιο στοιχειωτικά ψυχολογικό.
Απ'τους υπόλοιπους ηθοποιούς ξεχώρισαν αν και με μικρό ρόλο, η κόρη της ηθοποιού Sissy Spacek, η Schuyler Fisk ως αδερφή της Άναμπελ και η Jane Adams ως θεία του Ένοχ, ερμηνεύοντας και οι δύο ρεαλιστικά τους ρόλους τους σαν άνθρωποι της διπλανής σου πόρτας.
Τελικά οι πιο ρεαλιστικοί και καλοπαιγμένοι χαρακτήρες είναι αυτοί που παίζουν ελάχιστα και δείχνουν να αντιμετωπίζουν τα πράγματα ως έχουν - ειδικά την αδερφή της πρωταγωνίστριας είναι να την λυπάσαι, με αλκοολική μητέρα και ετοιμοθάνατη αδερφή, κάτι στο οποίο βοηθάει και η ερμηνεία με το ρεαλιστικό βλέμμα και τα μικρά ξαφνικά ξεσπάσματα.
Αλλά μέχρι εκεί καθώς η ταινία δεν θέλει να είναι ένα δράμα χαρακτήρων και εστιάζοντας κυρίως στο ζευγάρι, θέλει να δώσει μια γλυκερή ατμόσφαιρα καταλήγοντας σε μια ακόμα κατάσταση "αγόρι γνωρίζει κορίτσι" κλπ.
Κρίμα γιατί έτσι αφαιρείται βάθος απ'την δραματουργία και την ανάπτυξη των χαρακτήρων.
Ο Van Sant διατηρεί ένα πιο μίνιμαλ μελαγχολικό στυλ, αφήνοντας σε κάποιες στιγμές τα πρόσωπα και τις λέξεις να μιλήσουν, θυμίζοντας λίγο το κάπως ρεαλιστικό και καθημερινό στυλ των Elephant και Paranoid Park.
Αλλά με τίποτα στον ίδιο βαθμό.
Από μουσική, να πω την αλήθεια δεν πρόσεξα κάτι ιδιαίτερο ενώ η φωτογραφία θέλοντας να εναρμονιστεί και με το ανάλογο κλίμα κρατούσε μουντούς φθινοπωρινούς τόνους στις πιο πολλές σκηνές, είτε επρόκειτο για δάση και γρασίδια είτε για σπίτια και διάφορα σημεία συνάντησης.
Ο τόνος όμως γενικότερα ήταν γλυκανάλατος, αν και σε αυτό ίσως να φταίει και το σενάριο.
Το οποίο σενάριο χειρίζεται όλα με την δέουσα παραμυθένια ατμόσφαιρα των 'εναλλακτικών' δραματικών ταινιών: η πρωταγωνίστρια να έχει αγορίστικο μαλλί και ντύσιμο σαν την Audrey Hepburn, η λύση του προβλήματος να δίνεται πάντα με απλό παιδικό τρόπο, πετάγματα πετρών στα τρένα, τρέξιμο σε όλους τους πιθανούς χώρους, παρηγοριά στον άρρωστο γενικά κτλ.
Στην πρωταγωνίστρια πηγαίνει δεν λέω και γενικότερα μου άρεσε αυτό το στυλ και στα Beginners και One Day.
Αλλά κάπου έχει καταντήσει κλισέ το παλιομοδίτικο ντύσιμο, σαν να σου υποδεικνύουν το πώς πρέπει να φαίνονται οι 'διαφορετικοί' άνθρωποι που την ψάχνουν πάντα περίεργα και εναλλακτικά.
'Οπως και το ιδανικό ραντεβού.
Είναι καλό να μπλέκει κανείς με τρελοκομεία και να γίνεται πάλι παιδί, αλλά για πόσο να το χωνέψεις όταν η άλλη πεθαίνει και αυτό γίνεται σε όλη την ταινία;
Θα χρειάζονταν παραπάνω ανάπτυξη στο σενάριο για την ζωή του ήρωα στο σχολείο (αν και καταλάβαμε, ελάχιστα είδαμε), ίσως πιο πολλή βάση στο ερωτικό στοιχείο ή έστω σε αυτήν την μία σκηνή η οποία χωρίς τη μουσική από πίσω εξελισσόταν πολύ τρυφερά και θα ήταν πολύ όμορφο να αναπτύσσονταν κι άλλο.
Και γενικότερα περισσότερη αλληλεπίδραση χαρακτήρων και επιπτώσεων των γεγονότων στις ζωές τους.
Η ταινία έμοιαζε σαν περίληψη σεναρίου.
Ίσως ήθελε να είναι απλά μια μηχανή πρώθησης για νέους ηθοποιούς ή απλά το καπρίτσιο της κόρης του Howard, της γνωστής ηθοποιού Bryce Dallas (The Help) που εδώ έκανε τα πρώτα της βήματα σαν παραγωγός.
Με αυτόν τον σκηνοθέτη όμως και παραγωγούς τους Ron Howard και Brian Grazer των Beautiful Mind και American Gangster, θα περίμενε κανείς κάτι mainstream μεν, αλλά λιγότερο γλυκανάλατο.
Θα το έβαζα στα επίπεδα του One Day, αν και λίγο καλύτερο λόγω σκηνοθεσίας και ας μην είχε τα πολλά σούρτα φέρτα σε χρόνους και εποχές.
Υπήρχε μεν μια πιο 'μουντη' σκηνοθεσία, αλλα με τέτοιο θεμα θα μπορούσε να βγει κάτι καλύτερο.
Συμφωνώ ότι δεν είναι όλες οι ταινίες για να σε πιάνει κατάθλιψη με τον ρεαλισμό τους και ότι ένας άρρωστος άνθρωπος θα ήθελε να παίρνει δύναμη απ΄τους γύρω του και κουράγιο.
Είναι πολύ πιθανό, ο οποιοσδήποτε σε αυτήν τη θέση να ήθελε να πάρει την κοπέλα, να την βάλει σε έναν παραμυθόκοσμο και να κάνουν ότι τους κατέβει για να ξεχαστούν.
Το θέμα είναι αν όντως η κοπέλα θα έχει αυτή τη διάθεση με τη συχνότητα που βλέπουμε δω την ηρωίδα.
Τα νοήματα πάντως τα πιάνεις.
Όταν τα πράγματα είναι προδιαγεγραμμένα, μπορείς να είσαι όσο απρόβλεπτος θες αλλά μπροστά σε κάτι αναπόφευκτο, δεν μπορείς παρά να νιώσεις ώρες ώρες την ματαιότητα του όλου εγχειρήματος.
Μάταιη όμως και η προσπάθεια της ταινίας να σου περάσει όλα αυτά, όταν πάλι όλα μοιάζουν τόσο εύκολα και πρόκειται για την συνηθισμένη περίπτωση όπου για να μην πάθουμε βαριά κατάθλιψη εμείς ως θεατές, η υπόθεση προτείνει μια γλυκερή λύση.
Σοβαρό θέμα, άστοχη εκτέλεση λοιπόν με ελάχιστες στιγμές εμβάθυνσης χαρακτήρων και έναν Gus Van Sant ουσιαστικά αγνώριστο που υποτάσσεται στις συμβάσεις ενός αφελούς σεναρίου.
Το Restless προβάλλεται στις αίθουσες από τη Feelgood Entertainment από τις 13 Οκτωβρίου.
Restless trailer #2 by FilmBoy-gr