Γράφει η Λίλα Τζαμούση.
Το Michael είναι μία από τις ελάχιστες ταινίες που έχω δει με θέμα την παιδοφιλία.
Δεν το επιδιώκω κιόλας, είμαι από τη φύση μου πολύ ευαίσθητη σε τέτοια θέματα και σοκάρομαι εύκολα.
Στην ταινία αυτή, ο Markus Schleinzer φέρνει το θέμα στην επιφάνεια με έναν αρκετά ιδιαίτερο τρόπο, χωρίς σκηνές βίας αλλά και χωρίς να στερεί ίχνος της σοβαρότητας που του πρέπει.
Ο Michael είναι ένας ασφαλιστής, γύρω στα 35, εσωστρεφής και απόμακρος, αυτό που λέμε σπίτι – δουλειά, δουλειά – σπίτι.
Όταν όμως, οι πόρτες και τα παραθυρόφυλλα κλείσουν ερμητικά, ξεδιπλώνεται μπροστά μας και μια άλλη του ζωή, μια αρρώστια του, η παιδοφιλία...
Σε ένα διαμορφωμένο χώρο, στο υπόγειό του, κρατά αιχμάλωτο με μεγάλη ευλάβεια ένα 10χρονο αγόρι.
Το φροντίζει και συνάμα το εκμεταλλεύεται σεξουαλικά, προς ικανοποίηση των ορέξεών του, μακριά από κάθε υποψία συναδέλφων και γειτόνων.
Το παιδί μετά τον αρχικό του τρόμο και την υποταγή στον Michael, κάνει την επανάστασή του, προσπαθώντας να αποδράσει.
Το εντυπωσιακό φινάλε θα μου επιτρέψετε να μην σας το αποκαλύψω, θα ήτο απρέπεια από μέρους μου.
Η σκηνοθεσία του Markus Schleinzer δεν μπορώ να πω ότι με μάγεψε, θα ήταν σφάλμα, όμως, να μην αναφέρω ότι η γρήγορη εναλλαγή εικόνων και σκηνών έδινε έναν ρυθμό στην εξέλιξη της πλοκής που κρατούσε το ενδιαφέρον.
Όσον αφορά στο σενάριο, οι λίγοι και κοφτοί διάλογοι προσέδιδαν μια ένταση, αφήνοντας την εικόνα κάνει την υπόλοιπη δουλειά, με αρκετά μεγάλη επιτυχία.
Ήδη από τα πρώτα πλάνα, το τεράστιο ηχομονωτικό αφρολέξ στην πόρτα του υπογείου προδιαθέτει για τη συνέχεια και προκαλεί τρόμο.
Δεν πίστευα ποτέ ότι θα μπορούσα να τρομάξω στη θέα ενός αφρολέξ.
Φευ.
Η απουσία της όποιας βίαιης ή προκλητικής σκηνής εντείνει περισσότερο τη φαντασία (και τη φρικαλεότητα, ενδεχομένως), με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται το επιθυμητό, με τον πιο απλό τρόπο.
Οι ερμηνείες των δύο βασικών πρωταγωνιστών είναι εξίσου καλές.
Ο Michael Fuith ενσαρκώνει με μεγάλη επιτυχία τον ήρεμο - αλλά και με μια παρανοϊκότητα στο μάτι - άνθρωπο της διπλανής πόρτας, ενώ ο μικρός David Rauchenberger αποτυπώνει εξαιρετικά στο προσωπάκι του τον πόνο, τον φόβο, τον εκνευρισμό που τον καταβάλει.
Δύο πράγματα μου έκαναν τη μεγαλύτερη εντύπωση στο σύνολο.
Το πρώτο είναι ότι, με την αφαίρεση μόνο μερικών σκηνών της ταινίας, θα μπορούσε κανείς να πει ότι μιλάμε για μια τυπική ιστορία πατέρα-γιού.
Θύτης και θύμα τρώνε μαζί, παίζουν, κάνουν βόλτες, τσακώνονται.
Δεν ξέρω γιατί ο Schleinzer επέλεξε μια τέτοια προσέγγιση.
Για να «εξιλεώσει» τρόπω τινά τον Michael ή για να μας δείξει ότι είναι μια περίπτωση ενός ανθρώπου συνηθισμένου;
Η άποψή μου, πάντως, είναι ότι πολύ δύσκολα μπορεί, πραγματικά, ένας παιδόφιλος να έχει τέτοια στάση απέναντι στο θύμα του.
Το δεύτερο είναι ότι το όνομα του μικρού αγοριού δεν αναφέρεται πουθενά στην ταινία.
Μόνο στους τίτλους του τέλους βλέπουμε ένα απλό Wolfgang.
Μου άρεσε πολύ αυτή η λεπτομέρεια – ή μήπως βασικό στοιχείο της ταινίας; – στο σενάριο.
Μου «έδειξε» ότι ένα όνομα δεν έχει καμία σημασία όταν η παιδοφιλία παίρνει τα ηνία.
Δεν γνωρίζει πρόσωπα και φύλο, μπορεί να συμβεί στον καθένα.
Το γεγονός ότι η ταινία τοποθετείται χρονικά στο σήμερα, αλλά και το ότι βρισκόμαστε στην Αυστρία, όπου τα κρούσματα παιδοφιλίας είναι πολυάριθμα, κάνει την ιστορία να φαντάζει σχεδόν απτή.
Σου φαίνεται ότι θα βγεις στο δρόμο και ο οποιοσδήποτε φιλήσυχος τύπος που βλέπεις μπροστά σου, θα μπορούσε να έχει κρυμμένο στο υπόγειό του ένα παιδάκι.
Φρικιαστικό, αλλά όπως έχουν δείξει και πραγματικά περιστατικά, πέρα από την συγκεκριμένη ταινία, πέρα ως πέρα αληθινό.
Το γερμανόφωνο Michael θα έρθει στις ελληνικές αίθουσες από 15 Δεκέμβρη 2011.