Γράφει ο Νάσος Κυριακίδης.
Η Nicole Kidman είναι μία σπουδαία ηθοποιός και σίγουρα μία από τις καλύτερες ηθοποιούς της γενιάς της.
Ερμηνεύτρια με εκτόπισμα, χάρη στην επιβλητική της παρουσία και την αγγελική, σχεδόν εξωπραγματική ομορφιά της, έχει εκπληκτική ικανότητα στο να μεταμορφώνεται για τις ανάγκες του κάθε ρόλου.
Παρόλο που αλλάζει σαν χαμαιλέοντας την εξωτερική της εμφάνιση και προσαρμόζεται μοναδικά στο ρόλο και ύφος της ταινίας που κάθε φορά συμμετέχει, έχει κατηγορηθεί ότι χρησιμοποιεί συγκεκριμένη μανιέρα υποκριτικής αλλά, παρά τις προσωπικές εκτιμήσεις του καθενός, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το πηγαίο ταλέντο της.
Όπως έχει πει η ίδια το βασικό στοιχείο, που την ωθεί για να συμμετέχει σε μια ταινία είναι όταν έχει να κάνει με κάτι αλλόκοτο ή ασυνήθιστο ή πολύ δυσάρεστο.
Ως παιδί τη γοήτευε η σκοτεινή πλευρά της ζωής και την έλκυε το παράδοξο.
Αυτό εξηγεί και ορισμένες από τις κινηματογραφικές τις επιλογές.
Σπάνια υποδύεται συμβατικούς χαρακτήρες, ενώ αποδίδει καλύτερα σε περίπλοκους ρόλους, καθώς έχει εμβαθύνει σε απαιτητικούς χαρακτήρες με μεγάλη επιτυχία.
Στην 30ετή σχεδόν πορεία της, έχει υποδυθεί τόσους εκπληκτικούς ρόλους που σίγουρα η επιλογή ενός από αυτούς θα είναι δύσκολη...
Ξεκίνησε την καλλιτεχνική καριέρα με μικρούς τηλεοπτικούς και κινηματογραφικούς ρόλους αυστραλιανής παράγωγης με πιο σημαντικό αυτό της Judy στο BMX Bandits (1983).
Η ταινία έχει ως βασικό θέμα το ποδήλατο και θεωρείται από πολλούς ως μία cult ταινία των 80s.
Έπειτα από αρκετές μέτριες και αδιάφορες ταινίες, πρωταγωνιστεί στο Vietnam (1987) και κερδίζει βραβείο α’ γυναικείου ρόλου στα Australian film Institute σε ηλικία μόλις 20 χρόνων.
Ευρέως γνωστή έγινε το 1989 όταν υποδύθηκε τη σύζυγο του Sam Neil στο επιτυχημένο θρίλερ Dead Calm.
Ενώ ο ρόλος προοριζόταν αρχικά για μεγαλύτερης ηλικίας ηθοποιό, εκείνη κατάφερε να τον κερδίσει, στρέφοντας το ενδιαφέρον του κοινού στο πρόσωπό της.
Ήταν η πρώτη της παγκόσμια πλέον επιτυχία, λόγω της οποίας τράβηξε και την προσοχή του Tom Cruise ο οποίος την επέλεξε για να συμπρωταγωνιστήσει μαζί του στην περιπέτεια Days of Thunder (1990).
Αν και επιτυχημένη εισπρακτικά ταινία, ο ρόλος της εκεί ήταν περισσότερο διακοσμητικός, αλλά το μεγάλο βήμα είχε ήδη γίνει.
Η έδρα της πια ως ηθοποιό ήταν στην Αμερική.
Η συνέχεια ήταν κάπως δύσκολη.
Πέρασε από casting για το ρόλο της Clarice στο The Silence of the Lambs (1991), αλλά τον έχασε από Jodie Foster.
Αντί αυτού λοιπόν, πρωταγωνίστησε στο ρομαντικό Flirting (1991) μαζί με τις επίσης αυστραλιανής καταγωγής ηθοποιούς Naomi Watts και Thandie Newton. Έπειτα την ίδια χρονιά ακολούθησε το αστυνομικό θρίλερ Billy Bathgate (1991) όπου συνεργάστηκε με τον Dustin Hoffman και μετά η δραματική περιπέτεια Far and Away με το σύζυγο της πλέον Tom Cruise.
Η πρώτη μεγάλη στιγμή ήρθε το 1995 όταν ο Gus Van Sant την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην κωμωδία – σάτιρα To Die for.
Ήταν απολαυστική στο ρόλο της παρουσιάστριας του καιρού η οποία ήταν πρόθυμη να κάνει το οτιδήποτε για να κατακτήσει μία θέση στην τηλεοπτική πραγματικότητα.
Θέλοντας να τραβήξει απεγνωσμένα την προσοχή, μπορεί να πατήσει επί πτωμάτων και δεν διστάζει να βγάλει από τη μέση το σύζυγό της Matt Dillon.
Για την ερμηνεία της κερδίζει την πρώτη της Χρυσή σφαίρα καλύτερης ηθοποιού σε κωμωδία / musicιcal.
Το Batman Forever της ίδιας χρονιάς αποτελεί την πιο επιτυχημένη εισπρακτικά ταινία της καριέρας της και της χαρίζει ένα Blockbuster Entertainment Award και υποψηφιότητα ως most desirable female στα MTV Movie Awards.
Στο δράμα εποχής The Portrait Lady (1996) μαζί με τους John Malcovich και Barbara Hersey, βάζει τον κορσέ αλλά δεν «πολυδένει» με το κλίμα της εποχής.
Την επόμενη χρονιά βρίσκεται δίπλα στον George Clooney για το θρίλερ δράσης The Peacemaker, μια ταινία που παρά την επιτυχημένη της πορεία δεν δίνει ώθηση στην προσωπική της καριέρα.
Στο Practical Magic (1998) γίνεται μάγισσα και με την Sandra Bullock επαναφέρει στη ζωή νεκρούς και καταλήγει δαιμονισμένη.
Παρά τις κακές κριτικές, η ταινία ως οικογενειακή κωμωδία φαντασίας, προσφέρει ένα ευχάριστο θέαμα.
Στην τρίτη και πιο σημαντική συνεργασία της με τον Tom Cruise η Nicole βγαίνει από τη σκιά του συζύγου της και αποκτά μεγάλη αποδοχή από κοινό και κριτικούς. Στο κύκνειο άσμα του Stanley Kubrick, Eyes Wide Shut (1999) η Kidman δείχνει μία πιο μυστηριώδη και ερωτική πλευρά ως Alice.
Η ταινία χρειάστηκε περίπου δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί (αφού ο Kubrick ήταν ιδιαίτερα απαιτητικός) και αποτελεί ένα από τα σύγχρονα αριστουργήματα καθώς και ταινία ορόσημο της δεκαετίας του ’90.
Η επόμενη δεκαετία δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει καλύτερα αφού πρωταγωνιστεί σε δύο από τους πιο χαρακτηριστικούς ρόλους της καριέρας της.
Ο Baz Luhrmann την επιλέγει για το ρόλο της ιερόδουλης Satin στο Moulin Rouge (2001) ύστερα από μια θεατρική παράσταση όπου την είχε δει μερικά χρόνια πριν.
Η ταινία παρουσιάζει έναν τραγικό έρωτα με τη μουσική επένδυση των μεγαλύτερων hits των 90s, διασκευασμένα, σε ένα θεαματικό musical.
Δεύτερη Χρυσή σφαίρα και πρώτη υποψηφιότητα για Oscar για τη Nicole.
Η ταινία την μετατρέπει αυτόματα σε A-list ηθοποιό και οι «μετοχές» της στη βιομηχανία του κινηματογράφου ανεβαίνουν κατακόρυφα.
Την ίδια χρονιά έλαβε και δεύτερη υποψηφιότητα στις Χρυσές σφαίρες λόγω του The Others.
Ένα ατμοσφαιρικό μεταφυσικό θρίλερ το οποίο σε κρατάει από την αρχή μέχρι το τέλος, στο οποίο υποδύεται την τραγική φιγούρα μιας μητέρας που στη αρχή προσπαθεί να προφυλάξει τα παιδιά της από τον ήλιο λόγω της υποτιθέμενης υπερευαισθησίας τους και καταλήγει στο να συνειδητοποιεί την τραγική πραγματικότητα.
Η χρονιά ολοκληρώνεται με το Birthday Girl όπου δείχνει μια πιο κωμική πλευρά ως Ρωσίδα νύφη κατά παραγγελία.
Εξαιτίας ενός τραυματισμού που είχε στα γυρίσματα του Moulin Rouge αποχωρεί από το θρίλερ Panic Room (2002).
Την καλύτερη στιγμή στην καριέρα της, τη βιώνει για τη σπαρακτική ερμηνεία της στο The Hours (2002) όπου υποδύθηκε την Virginia Woolf.
Η ταινία ήταν μία από τις καλύτερες τις χρονιές και θεωρείται μία από τις καλύτερες γυναικείες ταινίες της προηγούμενης δεκαετίας.
Η Kidman δίπλα στις έξοχες Meryl Streep και Julianne Moore κερδίζει βραβείο καλύτερης ερμηνείας στο φεστιβάλ Βερολίνου και σαρώνει τα βραβεία παγκοσμίως, ανάμεσα τους Oscar, Χρυσή σφαίρα και BAFTA Award.
Αρκετοί ήταν αυτοί οι οποίοι υποστήριξαν ότι το Oscar της δόθηκε λόγω της προσθετικής στη μύτη της και λιγότερο για την υποκριτική της δεινότητα.
Σε αυτό συντέλεσε και η αναφορά του Denzel Washington όταν ανακοίνωσε την νικήτρια: “And the Oscar goes to… by a nose… Nicole Kidman” θέλοντας να πει προφανώς ότι η διαφορά ψήφων από την δεύτερη ήταν πολύ μικρή.
Η φράση του όμως παρερμηνεύτηκε.
Κόντρα στη θεωρία που θέλει κάθε νικητή των Oscar, μετά τη μεγάλη διάκρισή του στα βραβεία της Ακαδημίας, να πρωταγωνιστεί σε μία «πατάτα» ως επόμενο επαγγελματικό εγχείρημα, εκείνη πρωταγωνιστεί στο Dogville (2003).
Πραγματικό αριστούργημα του Lars Von Trier, σκηνοθετικά πρωτοποριακό, υποδυόμενη την Grace η οποία μετατρέπεται από θύμα σε θύτη.
Παγκόσμιες διακρίσεις από το Φεστιβάλ των Καννών μέχρι τα Sofia Film Festival.
Το 2003 ακολούθησε το ατυχές The Human Stain σε συνεργασία με τον Anthony Hopkins και με μέτριες κριτικές στο σύνολό τους.
Στη συνέχεια βρίσκεται στο επικό blockbuster Gold Mountain και στο αδικημένο The Stepford Wives (2004) που θεωρήθηκε ένα απλά αποτυχημένο ριμέικ.
Για το σκοτεινό Birth (2004) λαμβάνει ακόμα μία υποψηφιότητα για Χρυσή σφαίρα και την τέταρτή της υποψηφιότητα για Saturn Award.
Το 2005 σκηνοθετείται από τον Sydney Pollack στο The Interpreter με συμπρωταγωνιστή τον Sean Penn.
Ως μεταφράστρια μαθαίνει τυχαία για την πλοκή μιας δολοφονίας.
Σκηνές γεμάτες ένταση και δράση σε αυτή την κατασκοπευτική περιπέτεια.
Το 2006 είναι αρκετά δημιουργικό, αφού δίνει τη φωνή της στο Happy Feet 2 ως μαμά του μικρού πιγκουίνου Mumble, πρωταγωνιστεί επίσης στο ανεξάρτητο Fur το οποίο λαμβάνει ανάμεικτες κριτικές και τέλος στην κωμωδία Bewitched, μια μεταφορά στην μεγάλη οθόνη του ομότιτλου TV-show των 60s.
Η ταινία δεν είχε την αναμενόμενη εισπρακτική επιτυχία αλλά η Nicole κατά τη γνώμη μου, ήταν καλύτερη επιλογή ως Samantha.
Το The Invasion (2007) αποτελεί ακόμα ένα ριμέικ στο οποίο πρωταγωνίστησε μαζί με τον Daniel Graig και από πολλούς θεωρήθηκε άνευρο.
Παρά την δυσκολία των γυρισμάτων (η ταινία αντιμετώπισε πολλά εμπόδια, με αποτέλεσμα να καθυστερήσει και να ολοκληρωθεί σε δύο χρόνια), η Kidman προσπαθεί να δώσει τον καλύτερο της εαυτό αλλά παρασύρεται τελικά από το μετριότατο συνολικά αποτέλεσμα.
Μετά τη συναντάμε στο ανεξάρτητο Margot at the Wedding και στο πολλά υποσχόμενο The Golden Compass.
Οι παραγωγοί της ταινίας φιλοδοξούσαν να μετατρέψουν το δεύτερο σε ένα καινούριο Lord of the Rings αλλά απέτυχαν.
Δεδομένου ότι είχε προαποφασιστεί η ταινία να αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας, αλλά η απογοητευτική πορεία του, οδήγησε στην οριστική αναβολή των άλλων δύο.
Η Kidman όπως είχε δηλώσει δέχτηκε το ρόλο της κακιάς Marisa Coulten αφού ο Philip Pullman (ο οποίος είχε γράψει τα βιβλία στα οποία βασίστηκε η ταινία), της είχε εκμυστηρευτεί ότι όταν έγραφε τον συγκεκριμένο χαρακτήρα, είχε εκείνη στο μυαλό του ως εικόνα.
Το 2008 είναι η χρονιά που σκηνοθετείται και πάλι από τον Baz Luhrmann στο Australia με τον Hugh Jackman.
Ύστερα από την προβολή της ταινίας, παραδέχτηκε και η ίδια ότι είναι μία από τις χειρότερες ερμηνείες της καριέρας της.
Στο Nine (2009) κερδίζει έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους όπου πολλές ηθοποιοί του Hollywood έμειναν εκτός cast όπως οι Ann Hathaway, Catherine Zeta-Jones, Renee Zellweger.
Παρά το λαμπρό cast και του promotion που έγινε, η ταινία δεν σημείωσε την αναμενόμενη επιτυχία και ο Rob Marshall δεν μπόρεσε να επαναλάβει το θρίαμβο του Chicago (2002).
Στο Rabbit Hole (2010) κάνει ένα ερμηνευτικό comeback.
Υποδύεται μια μητέρα τεσσάρων παιδιών η οποία χάνει το ένα από αυτά ύστερα από ατύχημα και είναι πραγματική εξαιρετική.
Μια άρτια ερμηνεία τόσο από την Kidman όσο και από τον Aaron Eckhart.
Για να πραγματοποιηθεί η ταινία ανέλαβε η ίδια χρέη παραγωγού, αφού προσπαθούσε αρκετό καιρό μάταια να βρει χρηματοδότη.
Το απέρριπταν απευθείας εξαιτίας της δυσάρεστης θεματολογίας του.
Το σενάριο δημιουργήθηκε αρχικά για θεατρική παράσταση στην οποία είχε πρωταγωνιστήσει η Cynthia Nixon (Sex and The City) η οποία κέρδισε βραβείο καλύτερης ερμηνείας στα θεατρικά βραβεία Tony και διασκευάστηκε αργότερα για την ταινία από τον ίδιο συγγραφέα.
Τρίτη υποψηφιότητα για Oscar και όγδοη υποψηφιότητα για Χρυσή σφαίρα καλύτερης ηθοποιού.
Μετά την αρπαχτή Just Go With It (2011) σε έναν μικρό ρόλο που καλύτερα θα ήταν να είχε αποφύγει, η τελευταία ταινία που την είδαμε ήταν το απογοητευτικό Trespass.
Η ταινία είχε προοπτικές και το trailer που είχε κυκλοφορήσει, έδινε την εντύπωση μιας χορταστικής περιπέτειας, αλλά υποθέτω ότι το όλο εγχείρημα κάπου ναυάγησε στην πορεία.
Καταλήγοντας, ανάμεσα από όλους αυτούς τους ρόλους που αναφέρθηκαν, θεωρώ ότι ο καλύτερός της ρόλος είναι ως Becca στο Rabbit Hole.
Πραγματικά σπουδαία ερμηνεία και το γεγονός ότι αγωνίστηκε η ίδια τόσο πολύ για να βγει η ταινία στις αίθουσες, σημαίνει ότι δεν τις προσφέρονται τέτοιου είδους ερμηνευτικά απαιτητικοί ρόλοι.
Ελπίζω να της δοθούν αντίστοιχες ευκαιρίες στο μέλλον γιατί είμαι σίγουρος πως έχει πολλές μεγάλες στιγμές να προσφέρει ακόμα.