Όταν ακούς για ένα Indie ευρωπαϊκό film από την Νορβηγία, δυο πράγματα είναι αυτά που περιμένεις.
Ή να είναι αριστούργημα, ή ένα περίεργο και άχαρο έργο.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως δεν έχουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Αντίθετα, έχουμε να κάνουμε με μια πολύ όμορφη και γλυκιά ταινία.
Το Turn Me On, Dammit! καταπιάνεται λοιπόν με ένα πολύ λεπτό και ευαίσθητο θέμα.
Την γυναικεία σεξουαλικότητα και πώς αυτή αναπτύσσεται στα εφηβικά χρονιά.
Έτσι, πετυχαίνουμε την δεκαπεντάχρονη πρωταγωνίστρια μας την Alma (Helene Bergsholm) μέσα σε μια περίεργη κατάσταση.
Η Alma έχει ορμές.
Ορμές όμως που της δημιουργούν πολλά προβλήματα επειδή είναι πρωτόγνωρες για αυτήν και δεν ξέρει πώς να τις χειριστεί...
Βρίσκεται συνεχώς σε μια κατάσταση σεξουαλικής έντασης και δεν γνωρίσει πώς να την ξεπεράσει.
Όταν η μητέρα της (Henriette Streenstrup) αρχίζει να συνειδητοποιεί το «θέμα» αντιδρά άσχημα.
Δεν είναι πουριτανή, απλά δεν ξέρει πώς να χειριστεί την κατάσταση.
Και σε ένα σπίτι που δεν υπάρχει η πατρική φιγούρα, η μαμά της Alma τα έχει χαμένα με την παράλογη συμπεριφορά της κόρης της, μη μπορώντας να θυμηθεί την εποχή που ήταν και αυτή μικρή κοπέλα.
Πέρα από τους περιστασιακούς καβγάδες όμως, η Alma αρχίζει να απομονώνεται και από αυτό το συγγενικό της πρόσωπο.
Γιατί η Alma, πέρα από σεξουαλικά αφυπνισμένη, είναι και ερωτευμένη.
Ναι, ερωτευμένη με τον Artur (Matias Myren).
Και εκτός από τους πλατωνικούς τους περιπάτους, η Alma θέλει κι αλλά.
Πιο πολλά από όσα είναι προετοιμασμένη να δώσει, και περισσότερα από όσα είναι έτοιμη να δεχτεί.
Γιατί κάποιες φόρες και η ίδια πιάνει τον εαυτό της να είναι ακόμα παιδί.
Επίσης, η Alma έχει δυο φίλες.
Επίσης, η Alma έχει δυο φίλες.
Την Sara (Malin Bjorhovde) που είναι η κλασσική goth και ψαγμένη κοπέλα, και την ξαδέρφη της την Ingrid (Beate Stofring) που παριστάνει την λολίτα και έχει εθισμό με τα lipstick.
Έτσι, η Alma οδηγείται με αργή αλλά σταθερή ταχύτητα στο να μπλεχτεί σε μια κατάσταση που δεν μπορούσε να φανταστεί.
Με αυτόν τον τρόπο, την βρίσκουμε σε ένα πάρτι λίγο μεθυσμένη και πολύ μπερδεμένη.
Εκεί όμως, συμβαίνει ένα άτυχες (και ομολογουμένως γελοίο) περιστατικό που, μέσα σε μια μέρα την μετατρέπει στο φρικιό του σχολείου της.
Έτσι, η Alma όχι μόνο απομονώνεται από την μητέρα της, αλλά χάνει τις φίλες της και απομακρύνει και τον παιδικό της ερώτα.
Έχοντας πλέον μόνο κάποιες περίεργες τηλεφωνικές γραμμές για παρέα και σύντροφο την φαντασία της, πλάθει έναν περίεργο κόσμο.
Χάνει για λίγο τον εαυτό της και μπερδεύει την αλήθεια με το ψέμα.
Δεν ξέρει ποτέ είναι ξύπνια και ποτέ ονειρεύεται.
Βρίσκει τον εαυτό της να κλαίει και να πονάει, αλλά παρόλα αυτά συνεχίζει να ονειροπολεί.
Γιατί η μικρή της πόλη δεν την χωράει και το ταξίδι για την ωριμότητα έχει πολλές στάσεις και στενοχώριες.
Αυτή είναι η ιστορία της Alma.
Το σενάριο, φυσικά και είναι δυνατό.
Απλό μεν, χωρίς ανατροπές και αναπάντεχα περιστατικά αλλά σε καλύπτει πλήρως.
Η μόνη μου διαφωνία είναι πως αντιμετωπίζει το θέμα της γυναικείας σεξουαλικότητας με έναν ιδιαίτερο ρομαντισμό.
Μέσα από μικρά πράγματα σου δίνει να καταλάβεις τι περνά από το μυαλό της Alma, αν και το ίδιο το σενάριο ασχολείται περισσότερο με την σεξουαλική της ονειροπόληση πάρα με το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.
Αυτή η έλλειψη ρεαλισμού με προβλημάτισε λίγο, ωστόσο έχει τον τρόπο του να σε κερδίσει.
Αυτή η έλλειψη ρεαλισμού με προβλημάτισε λίγο, ωστόσο έχει τον τρόπο του να σε κερδίσει.
H σκηνοθεσία της Jannicke Systad Jacobsen ακολουθεί και αυτή παρόμοιο μοτίβο.
Αφήνει το έργο να κυλήσει χωρίς ιδιαίτερα σκηνοθετικά τρικ, κρατώντας μια περισσότερο ανθρωποκεντρική μάτια.
Έχοντας ένα καλό cast, αφήνει τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους χωρίς παρεμβολές.
Επίσης ένα μεγάλο συν στην όλη σκηνοθεσία είναι το μέρος που έχει γυριστεί.
Εντάξει, όλοι γνωρίζουμε για την άγρια ομορφιά της Νορβηγίας, αλλά σε αυτό το έργο έχεις πραγματικά την τύχη να δεις κάποια πολύ ιδιαίτερα τοπία.
Η μικρή Κωμόπολη είναι το τέλειο σκηνικό για να γυριστεί το έργο ενώ το φόντο συμβάλλει και αυτό στο ρομαντισμό της ταινίας.
Ωστόσο, για να είμαι δίκαιος πιστεύω πως η σκηνοθεσία ήταν λίγο άνευρη.
Δεν είχε κανένα εξόφθαλμο λάθος ή κάτι τέτοιο, αλλά εάν ήταν λίγο πιο τολμηρή, πιστεύω θα είχαμε καλυτέρα αποτελέσματα.
Βέβαια, όπως είπα τη ταινία βασίζεται κυρίως στους χαρακτήρες και όχι στην σκηνοθεσία και την σεναριογράφο.
Γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με νέους γεμάτους νευρώσεις και παραξενιές.
Και η πρωταγωνίστρια θέτει πρώτη το ρυθμό και ανεβάζει τα στάνταρ.
Η Helene Bergsholm λοιπόν τα καταφέρνει εξαιρετικά και σε πείθει απόλυτα, υποδυόμενη την άχαρη και μπερδεμένη κοπέλα.
Το ίδιο συμβαίνει σε όλο το cast αφού η κακισμένη Beate Stofring σε κάνει να την μισήσεις και η Malin Bjorhovde σε κάνει να την αποδεχτείς για αυτό που είναι.
Για να συνοψίσω όμως, οφείλω να πω πως, παρά τα καλά της στοιχεία είχε και κάποια αρνητικά.
Για να συνοψίσω όμως, οφείλω να πω πως, παρά τα καλά της στοιχεία είχε και κάποια αρνητικά.
Είχε μια αρκετά μικρή διάρκεια που δεν άφηνε πολλά περιθώρια, και μπόλικα σημεία παύσης.
Ενώ καταφέρνει να σε αγγίξει δεν σε κερδίζει πλήρως.
Είναι πραγματικά μια όμορφη ιδέα που θα μπορούσε όμως να έχει εξελιχτεί καλυτέρα.
Χάνει πολλά στις λεπτομέρειες και αυτό είναι που την κάνει να είναι απλά καλή, και όχι να ξεχωρίζει.
Όσο περνά η ώρα και βρίσκεσαι στην αίθουσα και το παρακολουθείς, περιμένεις να δεις κάτι καλύτερο.
Βλέπεις ότι έχει τις δυνατότητες αλλά ότι δεν προχωράει ένα βήμα παραπέρα.
Τόσο οι συντελεστές όσο και η σκηνοθεσία θα μπορούσε να είχε προσφέρει παραπάνω πράγματα.
Αυτό το κλικ του έλειπε λοιπόν για να ανέβει στα μάτια μας και να τραβήξει την προσοχή μας πάνω του.
Έτσι, καταλήγει να μας αφήνει μια γλυκιά γεύση αλλά και μια απογοήτευση όταν τελειώνει.
Ποντάρει πολλά στις εφηβικές αναμνήσεις και την συγκίνηση που θα φέρουν.
Σίγουρα λοιπόν θα αγγίξει μια μεγάλη μερίδα του κοινού.
Γιατί πράγματι είναι μια γλυκιά ταινία.
Εγώ όμως θα ήθελα να ήταν μια εξαιρετική ταινία.
Γιατί μπορούσε να είναι.
Στις ελληνικές αίθουσες από 19 Απριλίου.
Turn Me On, Dammit! trailer από FilmBoy-gr