Γράφει ο Κωνσταντίνος Χατζηπαπάς.
Η επιλογή των διοργανωτών του 18ου Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας ‘Νύχτες Πρεμιέρας’ να ξεκινήσουν το φεστιβάλ με ένα γαλλικό μελόδραμα, με ξένισε κάπως (ως προς το μελόδραμα, γιατί γαλλικό ήταν και το The Artist που άνοιξε πέρυσι το φεστιβάλ), κι ας έλεγε ο Ορέστης Ανδρεαδάκης στην εισαγωγή του ότι ‘…είναι το πιο feelgood μελόδραμα που έχετε δει’.
Το λιγότερο που θα χρειαζόταν η Αθήνα σήμερα είναι ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ με βαριά συναισθηματική αύρα, ένα φεστιβάλ με εναρκτήρια …κατάθλιψη.
Ωστόσο, νομίζω ότι ο Ανδρεαδάκης είχε δίκιο.
Το Rust and Bone (De Rouille et d’os ο Γαλλικός τίτλος, Σώμα με Σώμα ο ελληνικός) του Jacques Audiard είναι ένα δραματικό φιλμ που αναδεικνύει την ανθρώπινη αντοχή, τη θέληση για ζωή, την αγάπη για τους γεμάτους ελαττώματα συνανθρώπους μας και την ανάγκη αλληλοβοήθειας...
Κατά έναν περίεργο τρόπο, όλα τα παραπάνω είναι καλοδεχούμενα μηνύματα στην Αθήνα του ’12 και υπό αυτή την έννοια, όντως το Rust and Bone είναι μια εν τέλει feel good ταινία, ή έστω μια ελπιδοφόρα έναρξη για ένα φεστιβάλ τέχνης.
Η Marion Cotillard (The Dark Knight Rises) είναι η Stephanie, μια γυναίκα στα όρια του νευρικού κλονισμού.
Εκπαιδεύτρια φαλαινών σε ένα water park, μένει χωρίς κάτω άκρα μετά από ένα τρομερό ατύχημα και η ζωή της κλονίζεται μέχρι το σημείο που η ίδια πιστεύει ότι δεν έχει λόγο ύπαρξης.
Ο Matthias Schoenaerts (Bullhead) είναι ο Alain, ένας ημιπεριθωριακός ευθύς τύπος, πρόθυμος να παλέψει ως πρώην πυγμάχος, απρόθυμος όμως να αγαπήσει ή να δείξει οποιοδήποτε συναίσθημα.
Ο Alain είναι η ανθεκτική κατασκευή πάνω στην οποία μπορεί η Stephanie να ανοικοδομηθεί ως άνθρωπος.
Φτωχός, κάνει δουλειές νόμιμες μεν αλλά ηθικά αμφισβητήσιμες και ζει με την αδελφή του και, εκ περιτροπής, με τον μικρό γιο του Sam.
Ο Alain δεν είναι καθόλου καλός πατέρας, είναι ανίκανος να δείξει οποιοδήποτε είδος αγάπης και οποιαδήποτε προσοχή στο παιδί του.
Αυτό το ντουέτο σχέσεων, Stephanie-Alain και Alain-Sam αποτελεί ολόκληρο το τόξο αφήγησης του Rust and Bone, από όπου αναδύεται μια μελέτη της ανθρώπινης ευπάθειας και δύναμης, η συνήθης ανθρώπινη τάση προς τη πρώτη και οι απρόσμενες δυνατότητες της δεύτερης.
Ξεκάθαρα Ευρωπαικό φιλμ οπτικά και σκηνοθετικά, με τον Audiart να υπερβάλει μερικές φορές και να επιδεικνύει τις ικανότητες του λίγο περισσότερο από όσο θα ήταν ευχάριστο στο μη φανατικό κοινό του γαλλικού σινεμά.
Μερικές αποτυχίες βρίσκονται και στις λεπτομέρειες, ένα σφάλμα που θα μπορούσε να υπονομεύσει το όλο εγχείρημα αλλά προσωπικά, δεν με πείραξε ιδιαίτερα.
Για παράδειγμα, ο Alain προφανώς φεύγει κυνηγημένος από την πρώην πόλη του, αλλά από τι, κανείς δε ξέρει και δεν μαθαίνει ποτέ.
Οι σχέσεις του με την αδερφή του είναι τεταμένες, χωρίς επίσης να μάθουμε ποτέ το λόγο.
Τη Stephanie, τη γνωρίζουμε να χορεύει μόνη σε μια disco και να προκαλεί καυγάδες με τους άτυχους που πέφτουν στη παγίδα να τη φλερτάρουν.
Επίσης, υπάρχει και μια πιεστική σχέση με κάποιον που εξαφανίζεται μετά τη πρώτη σκηνή.
Όλα αυτά ίσως φανούν σαν τεράστια κενά σε μια δραματική ιστορία, αλλά ο Audiard σοφά παρουσιάζει την ιστορία με μια αίσθηση μη-συνέχειας, ένα κομμένο περιστατικό από τις ζωές των χαρακτήρων που απλά τυγχάνει να συμβαίνουν την ίδια στιγμή.
Δεν έχει σημασία η προηγούμενη ζωή των, μόνο το γεγονός ότι παρεμβάλλονται μεταξύ τους.
Ερμηνευτικά η ταινία κάνει τα πάντα να φαίνονται όμορφα.
Απελευθερωμένη από τη λάμψη του Hollywood, η Cotillard δίνει μια απίστευτη εσωτερική ερμηνεία που χαρακτηρίζεται από σποραδικά συναισθηματικά ξεσπάσματα, ενώ τις ικανότητες του Schoenaerts στην ‘εσωτερική’ ερμηνεία είχαμε την ευκαιρία να τη διαπιστώσουμε στο Βελγικό Bullhead πέρυσι.
Σίγουρα δεν είναι A Prophet (η σπουδαία προηγούμενη δουλειά του Audiart που κέρδισε υποψηφιότητα για Oscar Ξενόγλωσσης Ταινίας), ωστόσο το Rust and Bone είναι ένα μελόδραμα με μια ιδιαίτερη σκηνοθετική τεχνική, υψηλού επιπέδου ερμηνείες και μια feel–almost-good αύρα τουλάχιστον στο τελευταίο δεκάλεπτο.
Αν είναι ένα καλό ποδαρικό για τις 18ες Νύχτες Πρεμιέρας δε ξέρω, το εύχομαι πάντως ολόψυχα.