Γράφει ο Κωνσταντίνος Χατζηπαπάς.
Κάποτε στην Αμερική (…) εμφανίστηκε ένας υπέροχος νέος σκηνοθέτης, ο Paul W.S. Anderson – σκέτο Paul Anderson τότε.
Ταλαντούχος, οραματιστής αλλά εξίσου fan-based με τους θεατές των ταινιών του, ο Anderson βάλθηκε να γίνει το νέο hot όνομα στο χώρο του new age cinema με το Mortal Kombat το 1995, το οποίο απέκτησε εξίσου φανατικούς φίλους και εχθρούς, άρα πέτυχε τους στόχους των studios, και επίσης να γίνει ‘ο νέος Ridley Scott’ στον χώρο του sci-fi horror με το θαυμάσιο Event Horizon δυο χρόνια μετά.
Αυτό που δεν φαντάζονται οι νέοι σκηνοθέτες είναι ότι, μερικές φορές, η μεγαλύτερη επιτυχία σου μπορεί να αποδειχθεί και το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας σου.
Όταν το 2002 ο Anderson δημιουργούσε το Resident Evil, δε περίμενε να γίνει ένα σημαντικό franchise που θα του αποφέρει πολλά δολάρια και μερική εξασφάλιση της δουλειάς του για τα επόμενα χρόνια...
Σοφά πράττοντας, δεν ασχολήθηκε με τα sequel δείχνοντας ένα ‘political correct’ τουπέ, και προχωρώντας ο ίδιος σε νέα project …δυστυχώς όχι το ίδιο επιτυχημένα.
Όταν είδε ότι οι ιδέες του πήγαιναν από το κακό (Alien vs. Predator) στο χειρότερο (Death Race) επέστρεψε στην ασφάλεια του franchise που ο ίδιος δημιούργησε.
Και αν το προηγούμενο Resident Evil: Afterlife ήταν σχετικά καλό (αν και, πιθανόν να είμαι ο μόνος που του άρεσε), στο τελευταίο σπάει όλα τα ρεκόρ …ανυπαρξίας ταινίας σε ένα 95λεπτο κινηματογραφικό videogame, στο οποίο δεν είσαι καν ο player.
Ένα mega-demo ενός οπτικά χαοτικού game …από την επόμενη βδομάδα στα ράφια των παιχνιδομάγαζων.
Την Alice (Milla Jovovich, Faces in the Crowd) την αφήσαμε στο πλοίο, μαζί με άλλους επιζώντες του τρομερού ιού της Umbrella Corporation.
Ο Anderson έλεγε ότι συνεχίζει την ιστορία από εκείνο το σημείο …αλλά φαίνεται δεν του έβγαινε και το ανατινάζει από τα credit αρχής κιόλας (!), μεταφέροντας το στόρι …όπου θέλει.
Η Alice ξυπνά σε ένα minimal high-tech κελί (φυσικά γεμάτο από σήματα της Umbrella Corp.) αλλά με τη βοήθεια της τοπικής ΔΕΗ (ναι, διακοπή ρεύματος!) ελευθερώνεται και βγαίνει.
Αλλού, μια ομάδα παλιών γνώριμων – του Luther West (Boris Kodjoe, Resident Evil: Afterlife) – αλλά και νέων επιζώντων, μας ‘εξηγεί’ ότι η Alice βρίσκεται στο μεγαλύτερο μυστικό ορμητήριο της Umbrella Corp., κάτω από τους πάγους στην ορεινή Ρωσία, και ότι αυτοί προτίθενται να τη διασώσουν.
Φυσικά, η Alice δε περιμένει τη βοήθεια τους και αρχίζει να …περνάει πίστες!
Πρώτη πίστα, οι διάδρομοι έξω από το κελί, με μεγαλύτερο εμπόδιο τη θανάσιμη ακτίνα που πετσοκόβει τα πάντα στο πέρασμα της …εκτός αν βρεις τη πόρτα που θα σε περάσει στην δεύτερη πίστα: Tokyo!
Δε θα συνεχίσω για να μη σας χαλάσω το σασπένς (…) των levels, αλλά τα πράγματα είναι ακριβώς έτσι, και στη συνέχεια θα γίνουν και χειρότερα.
Το Resident Evil: Retribution είναι η πιο videogame-alike ταινία που έγινε ποτέ στο mainstream Hollywood.
Θεωρητικά, το αχανές ορμητήριο της Umbrella έχει τη δυνατότητα να αλλάζει το περιβάλλον για δοκιμές, έτσι το βροχερό Τόκιο γίνεται αμέσως βραδινή Νέα Υόρκη, μετά μια ήσυχη πόλη αμερικάνικων προαστίων, μετά γκαράζ εγκαταλειμμένων Σοβιετικών πυρηνικών υποβρυχίων, μετά ξανά high tech εγκαταστάσεις εργαστηρίων κλπ.
Σε κάθε ένα από αυτά, υπάρχει μια αυξανόμενης επικινδυνότητας δοκιμασία την οποία πρέπει να ξεπεράσει η Alice για να περάσει τη πίστα.
Σε βοήθεια έχει τη Ada Wong (Bingbing Li, 1911), που εμφανίζεται πρώτη φορά στο franchise αλλά έχει πολλές παρουσίες στο videogame, και μία μικρή έκπληξη.
Οι κακοί δεν αλλάζουν από το προηγούμενο – η Jill (Sienna Guillory, Resident Evil: Afterlife) ξανθιά πλέον και αμίλητη και ο Wesker (Shawn Roberts, Edge of Darkness) με ελάχιστο χρόνο στην οθόνη – αλλά έχουν μαζί τους την έκπληξη Rain (Michelle Rodriguez, Battle: Los Angeles), η οποία πέθανε στο πρώτο φιλμ.
Είχα ένα πρόβλημα στο να καταλάβω τη χρονική συνέχεια του 5ου Resident Evil.
Ενώ προφανώς σαν παραγωγή ξεπεράσαμε το πρόβλημα του πλοίου (τι ταινία να κάνεις πάνω σε ένα πλοίο;) ανατινάζοντας του (γιατί, από ποιους και πότε, μη ρωτάτε), άρα συνεχίζουμε από το 4ο φιλμ, σύντομα μπερδεύεσαι γιατί κάποιοι εξηγούν στην Alice τα αυτονόητα, λες και η Alice δεν έπαιζε στα προηγούμενα.
Λεπτομέρειες.
Ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος είναι που καταφεύγει σε σεναριακές ανακρίβειες.
Όμως...
Οι χαρακτήρες είναι σαν να μην υπάρχουν, σαν να μην έχουν ψυχή, όπως ακριβώς οι villain στα games.
Όταν σκότωνα κακούς στο Comando τη δεκαετία του 80, δε σκεφτόμουν το συναισθηματικό background αυτών που πυροβολούσα.
Αλλά αυτοί μόνο πυροβολούν, πεθαίνουν και μιλάνε!
Δηλαδή, στο περίπου.
Οι διάλογοι αρχίζουν και τελειώνουν σε δισύλλαβες ατάκες, μερικές εκ των οποίων θα προκαλέσουν τη νοημοσύνη ακόμα και των πιο καλόπιστων.
Κοφτές, ανόητες, ανούσιες, λες και κάποιος έσκισε σελίδες από το script.
Παρόλα αυτά, αν όλο αυτό το συνονθύλευμα από κακή κινηματογραφική εμπειρία συνοδευόταν τουλάχιστον από μερικές epic σκηνές δράσης, ίσως να μην εκνευριζόμουν τόσο.
Αλλά καμία σκηνή δε θα σας μείνει στο μυαλό, καμία action sequence δεν ξεχωρίζει καν από τις δεκάδες άλλες της ταινίας, καμία δε θα θυμάστε βγαίνοντας από την αίθουσα.
Και αν σε όλα τα προηγούμενα ήταν υπεύθυνο το αναιμικό σενάριο, στην παντελής έλλειψη epic σκηνών – έστω κάπως ιδιαίτερες σαν τη σκηνή με το τσεκούρι ή το άλμα από τη full-of-zombie ταράτσα στο 4ο – φταίει μόνο ο Anderson.
Έχεις τη πολυσυζητημένη αναμέτρηση Jovovich-Rodriguez, έχεις τη Rodriguez να τα βάζει με τρεις άντρες (πολλές φορές λέμε για τη Rodriguez ότι είναι ‘αντράκι’ και badass για γκόμενα, πόσες φορές όμως την έχουμε δει να δέρνει τρεις γεροδεμένους άντρες;), έχεις δύο τσεκουράδες γίγαντες αυτή τη φορά, αντί για έναν …
Θα μπορούσε να αφήσει μια cult σκηνή, ένα badass action moment, κάτι τέλος πάντων…
Τίποτα.
Όλα τα παραπάνω περνάν στο ντούκου, χωρίς τίποτε ιδιαίτερο και εξίσου βαρετό όπως ολόκληρη η ταινία.
Όσο για το 3D, ανήκει κι αυτό στη τελευταία γενιά ταινιών στα οποία δεν είναι τόσο χάλια, δηλαδή δε θα σας πιάσει πονοκέφαλος, αλλά πέρα από κάνα δυο γυαλιά που πετάγονται στα μάτια σου και κάνα τσεκούρι που έρχεται στον διπλανό σου (ή στον πισινό σου, αν σκύψεις), δεν αξίζει το παραπάνω κόστος.
Το Resident Evil: Retribution είναι μακράν το χειρότερο της σειράς, και άλλη μία ατυχέστατη δουλειά από τον κάποτε ελπιδοφόρο σκηνοθέτη-σύζυγο της Milla.
Ωστόσο, μπορεί να συνεχίσει να βρίσκει δουλειά σε εμπορικά franchise - όπως έχω καταλάβει χρόνια τώρα, το Hollywood δεν δουλεύει με τη δική μας λογική, τη λογική των θεατών – όπως μπορούμε κι εμείς να τον αγνοούμε.
Κρίμα, γιατί στις προβολές του στα Odeon και Village θα προβάλλεται το ελληνικό trailer του V/H/S…
Στις ελληνικές αίθουσες από 20 Σεπτεμβρίου.
Resident Evil: Retribution trailer 2 από FilmBoy-gr