Γράφει ο Kostas Tsokos.
"My Name is Resident: Hollywood Evil ...and this is my world"
Κάτι τέτοιο θα ακουγόταν πολύ πιο ειλικρινές, σε σχέση με τη γνωστή εισαγωγή της Αλίκης Γιόβοβιτς.
Αλλά φευ...
Πονεμένη έως κατακρεουργημένη ιστορία τα Resident Evil ή Biohazard όπως τα λένε στον τόπο τους και τα Japan-ια!
Το εν λόγω franchise, αυξάνοντας τις ειπράξεις του μετά από κάθε sequel, έφτασε αισίως στο 5ο φιλμ.
Παράδοξο φαινόμενο, αν συνυπολογίσουμε πόσο έχει διχάσει και πόσο κράξιμο έχει φάει καθώς η πιστότητα στην ομώνυμη, survival horror, videogame σειρά είναι πιο επιφανειακή και από την ερμηνευτική καριέρα της Milla Jovovich.
Η μία όψη του νομίσματος δείχνει την πιο επιτυχημένη μεταφορά από videogame και το μόνο του είδους του, που κατάφερε να γίνει ολόκληρο κινηματογραφικό franchise.
Από την άλλη όμως, δεν χρειάζεται να είσαι και ο πιο φανατικός λάτρης των βιντεοπαιχνιδιών για να αντιληφθείς πως οι ταινίες έχουν σκοτώσει οποιοδήποτε ίχνος ιστορίας, με την "all style, no substance" νοοτροπία τους, που λένε και στο χωριό μου.
Βέβαια το να παραμένεις τυπολατρικά πιστός σε μια ήδη οικεία υπόθεση, είναι το πιο βαρετό και αναμενόμενο και ...ποια μεταφορά από βιντεοπαιχνίδι ή κόμικ έχει ποτέ μεταφερθεί αυτούσια;
Παρακάτω λοιπόν θα εξετάσουμε περισσότερο, αν οι ταινίες ήταν καλές για το είδος τους και ποια στοιχεία άντλησαν από τα παιχνίδια.
Resident Evil (2002)
Σκηνοθεσία: Paul W.S. Anderson
Κόστος: $33 εκατομμύρια, US box office $40 και παγκόσμιο $102
"You're all going to die down here."
Μια ατάκα που έμεινε, συνοδευόμενη και από το ύστερο χώσιμο του "My Plague" των Slipknot (για όσους συνέχισαν μετά την προβολή και έψαξαν το "Music From And Inspired" soundtrack).
Η αρχική ιδέα της πρώτης ταινίας ήταν να λειτουργεί ως επίσημο prequel των βιντεοπαιχνιδιών.
Ουσιαστικά ήταν ακριβώς αυτό, μιας και όλα εκτυλίσσονταν πριν το πρώτο γερό ξέσπασμα, στην ξακουστή...Πόλη των Ρακούν (Racoon City)!
Αν και μας κοτσάραν με το ζόρι την Milla Jovovich και τον άσχετο χαρακτήρα της Alice, ουσιαστική πρωταγωνίστρια και υπαίτιος του γενικού χαμού που ακολούθησε, είναι η Umbrella Corporation.
Όπως συμβαίνει και στην δική μας πραγματικότητα, πρόκειται για μία από αυτές τις πολυεθνικές που ελέγχουν τον κόσμο, περισσότερο κι από τις κυβερνήσεις.
Στα υπόγεια και μυστικά εργαστήρια τους "The Hive", πραγματοποιούν χημικά και γενετικά πειράματα, αναπτύσσοντας μεταξύ άλλων τον φονικό ιό "T-Virus".
Μετά την ενέργεια ενός μυστηριώδη άντρα, ο ιός θα αφεθεί ελεύθερος και οι διάφοροι υπάλληλοι και επιστήμονες θα μολυνθούν.
Αργότερα θα αποκαλυφθεί πως ήταν ο φύλακας/ψεύτικος σύζυγος της Alice, Spence Parks (ο μετέπειτα "Solomon Kane", James Purefoy).
Κατά τα φαινόμενα, όλοι έχουν πεθάνει...αλλά όχι ακριβώς.
Αλλαγή σκηνικού και μια γυναίκα ξυπνάει μόνη της στην μπανιέρα του σπιτιού της(;), πάσχοντας από αμνησία.
Δεν θα αργήσουν να βρεθούν στο κατώπι της μπάτσοι και φρουροί, που ειδοποιήθηκαν από τις αρχές για να καθαρίσουν την κατάσταση.
Η γυναίκα, μαθαίνουμε πως λέγεται Alice και δούλευε για την Umbrella Corporation.
Θα ανακαλύψει πως ήταν απλά πράκτορας/φύλακας των εγκαταστάσεων που ήταν χτισμένες κάτω από την έπαυλη που έμενε, με την τελευταία να χρησιμεύει ως κάλυψη.
Οι φρουροί μαζί με την Alice θα ξεμείνουν στις υπόγειες εγκαταστάσεις.
Αργότερα θα αρχίσουν να ξεπαστρεύονται ένας ένας, από τους αμυντικούς μηχανισμούς του υπολογιστικού συστήματος Red Queen.
Η μνήμη της Alice, σιγά σιγά θα επανέλθει και θα ανακαλύψει πως είχε σκοπό να πουλήσει τα μυστικά της εταιρείας σε μια κρυφή εκπρόσωπο ακτιβιστικής περιβαλλοντικής οργάνωσης.
Στην πορεία θα αποκαλυφθεί πως ο αστυνομικός Matt Addison (Eric Mabius) που εισέβαλε αρχικά στην έπαυλη, ήταν αδερφός της μυστικής ακτιβίστριας.
Μετά απ'όλα αυτά, θα προσπαθήσουν όλοι μαζί να επιζήσουν από την επέλαση ζόμπι, μεταλλαγμένων σκυλιών και ενός τέρατος με τεράστια γλώσσα, που όταν το έβλεπες ...χρειαζόσουν υπογλώσσια!
Προσωπική γνώμη πως πρόκειται για την μόνη, πραγματικά αξιόλογη ταινία της σειράς.
Διέφερε σαν τη μύγα μες το γάλα και ο λόγος ήταν προφανής: δεν ήταν σίγουρο αν θα μετατρεπόταν σε franchise κι ας έμενε ορθάνοιχτη η πόρτα στο φινάλε.
Βλέπετε, όταν δεν έχεις σίγουρη την επιτυχία κυκλοφορώντας αργότερα ρουτινιάρικα sequel, φροντίζεις το έργο σου περισσότερο σε ατμόσφαιρα και δράση.
Ξεχώρισαν η πάντοτε "badass" Michelle Rodriguez, φρέσκια ακόμη απ'την επιτυχία του πρώτου Fast and Furious (2001), το κόκκινο φόρεμα της Milla που...μίλαγε ωραία πάνω της ενώ με τις κλασικές σκηνές των κοφτερών λέιζερ, άνετα σε έπιανε...κόψιμο.
Επιπλέον είδαμε τα σκυλιά/ζόμπι, πιο τρομακτικά και από τις αντιδράσεις της Πάολας στο άκουσμα των σχετικών ανεκδότων, το τέρας/Licker του φινάλε και φυσικά την γενικότερη παρουσία της Umbrella Corporation.
Υπέροχο και το πεσιμιστικό, εφιαλτικό και μεταποκαλυπτικό φινάλε όπου ο Matt Addison ξεκινάει να μεταλλάσεται, κρατείται για το πρόγραμμα...Nemesis (άλλο ένα game hint) και η Alice ξυπνάει ολομόναχη και φρικαρισμένη σε μια κατεστραμμένη Racoon City.
Οι νύξεις στο παιχνίδι ήταν αρκετές, ίσως όχι τόσο σε χαρακτήρες και υπόθεση αλλά περισσότερο στην γενικότερη ατμόσφαιρα και σε μερικές μικρολεπτομέρειες.
Το φόρεμα της Alice έμοιαζε αρκετά σε αυτό της Ada Wong, ενός χαρακτήρα από τα παιχνίδια Resident Evil 2 και 4 που είδαμε αργότερα και στην 5η ταινία.
Η τελική, αγωνιώδης σκηνή στο τρένο με τον τεράστιο Licker, ήταν παρόμοια με την μάχη ενάντια στον μεταλλαγμένο William Birkin του Resident Evil 2.
Η πλάκα είναι πως και η ταινία με τη σειρά της επηρέασε τα παιχνίδια με την σεκάνς των λέιζερ να εμφανίζεται στα Resident Evil 4 και Resident Evil: The Umbrella Chronicles ενώ στο τελευταίο έκανε την εμφάνιση της και η Red Queen.
Πέρα από όλα αυτά τα μικρά και πορωτικά, προσωπικά με ανατριχιάζει ακόμα για όλο αυτό το κλειστοφοβικό χτίσιμο ατμόσφαιρας με τα σκηνικά της σκοτεινής έπαυλης, των μισοκατεστραμμένων εγκαταστάσεων με τους βρωμερούς σωλήνες και την τρομακτική βουβαμάρα των ολόλευκων αιθουσών ασφαλείας, χαρακτηριστικό φετίχ στις ταινίες του Paul W.S. Anderson.
Ισχυρότερο παράδειγμα, η σκηνή που οι ήρωες φεύγουν και από πίσω βλέπεις την κοπέλα να ζωντανεύει, ανοίγοντας τα μάτια μέσα από την τζαμαρία.
Και φυσικά όταν μέσα στην ησυχία, ακούς ύποπτα συρσίματα και ήχους από τα ζόμπι που έρχονταν σιγά σιγά.
Σε όλα αυτά συνέβαλε και το ανατριχιαστικό industrial, heavy score από Marilyn Manson και Marco Beltrami.
Βέβαια και για να λέμε τα πράγματα με τ'όνομα τους, δεν ήταν σπουδαίο σαν ταινία ακόμα και για το είδος του.
Ήταν όμως ένα "watchable flick", αρκετά πεσιμιστικό, κλειστοφοβικό και αγωνιώδες, που έχτιζε σιγά σιγά το σασπένς του και το μυστήριο πίσω απ΄το ξέσπασμα του ιού και την παρουσία των ζόμπι.
Πέρα από κάποιες ελάχιστες καρατιές, δεν ήταν straight action fest αλλά μια αρκετά κλειστοφοβική ταινία με ζόμπι, που σε έκανε πραγματικά να νιώθεις ότι πνιγόσουν εκεί μέσα και θα ήταν αδύνατον να βγεις.
Αν έλειπαν και τα κλισέ των αναλώσιμων χαρακτήρων, με τους άθλιους διαλόγους που ξεπαστρεύονταν ο ένας μετά τον άλλον και οι δήθεν συναισθηματικές αντιδράσεις των υπολοίπων ...θα ήταν ακόμα καλύτερα.
Λίγη παραπάνω δουλειά στο σενάριο ήθελε μόνο.
Κατά τ'άλλα και μέχρι να σκάσουν μύτη τα 28 Days Later και Dawn of The Dead remake, ήταν ότι πιο αξιόλογο είχαμε δει μέχρι τότε σε κλειστοφοβικό και στοιχειωτικής ατμόσφαιρας zombie film.
Συνέχεια με Resident Evil: Apocalypse (2004).