Γράφει ο Κωνσταντίνος Παναγιώτου.
Αν κατάφερε κάτι στα σίγουρα το Matching Jack, αυτό ήταν να μας πείσει πως τελικά δεν είμαστε φτιαγμένοι από πέτρα όπως πολλές φορές (θέλουμε να) πιστεύουμε.
Η σκηνοθέτις Nadia Tass σε αυτή την αυστραλιανή παραγωγή, καταφέρνει μέσω ενός «λεπτού» και ευαίσθητου θέματος να μας καταστήσει κοινωνούς του τρομακτικά δυνατού δεσμού, ανάμεσα σε έναν γονέα και το παιδί του.
Η ταινία εξερευνά μονοπάτια, τα οποία οι περισσότεροι από εμάς έχουμε κρύψει στις πιο βαθιές κατακόμβες του εγκεφάλου μας.
Αρκετοί δεν επιτρέπουν καν στις σκέψεις τους να «ταξιδέψουν» σε αυτά τα σκοτεινά λιβάδια, τα οποία αν και μοιάζουν μακρινά, δυστυχώς αρκετές φορές είναι σχεδόν δίπλα μας...
Κάπως έτσι συμπεριφερόταν και η Marissa (Jacinda Barrett, Middle Men) μέχρι που το συννεφάκι στο οποίο ζούσε, έσκασε κατά τη διάρκεια μίας κατά τα άλλα συνηθισμένης και ηλιόλουστης ημέρας.
Ο γιος της Jack (Tom Russell) πραγματοποιεί μία άσχημη εμφάνιση σε ένα σχολικό αγώνα ποδοσφαίρου, ενώ ο προπονητής του τον αποσύρει εξαιτίας μίας ξαφνικής και αναίτιας κόπωσης.
Άπαντες θορυβούνται, οι ιατρικές εξετάσεις κρίνονται επιβεβλημένες και από εκεί και πέρα, η ιστορία μας αρχίζει να μπαίνει στις ράγες της.
Η διάγνωση είναι καταδικαστική: Λευχαιμία.
Μία λέξη που έχει την ισχύ εκατοντάδων ατομικών βομβών για τη Marissa.
Μία λέξη, η οποία αλλάζει πολλές ζωές.
Του Jack πρωτίστως, της Marissa και φυσικά του άντρα της.
Σε αυτό το σημείο κάνουμε μία παρένθεση για να παρουσιάσουμε το προφίλ του συζύγου της Marissa και πατέρα του Jack.
Ο David (Richard Roxburgh, Sanctum) τρέφει βαθιά αγάπη για το γιο του αλλά κρύβει και ένα τεράστιο μυστικό.
Είναι αθεράπευτα «γυναικάς» σε βαθμό που την ώρα της τρομακτικής διάγνωσης του γιου βρίσκεται σε «συνεδρία» με μία συνάδελφο του.
Μέσω συνοπτικών διαδικασιών, η Marissa μαθαίνει τις «πομπές» του David αλλά πλέον με τις προτεραίοτητες της να έχουν αλλάξει περιορίζεται σε μία «ξερή» διάλυση του γάμου της.
Όσο κι αν φαντάζουν άσχετα με την κεντρική ιστορία, τα «παιχνίδια» του David αποδεικνύονται ο κινητήριος μοχλός του φιλμ.
Η μητέρα του Jack, βρίσκει στις ερωτικές περιπέτειες του άντρα της μία τεράστια ευκαιρία.
Η πιθανότητα να έχει «σπείρει» κάποιο παιδί ο David αυξάνει τις πιθανότητες του Jack αναφορικά με την εύρεση κατάλληλου μοσχεύματος μυελού των οστών.
Η Melissa ρίχνεται στο «αμήχανο» κυνήγι λοιπόν των πιθανών εξώγαμων του άντρα της, ξεπέφτοντας σε καταστάσεις, οι οποίες συγκινούν τον θεατή και τον πείθουν πως μία μητέρα η οποία κινδυνεύει να χάσει το παιδί της είναι ικανή για τα πάντα.
Ο τίτλος του έργου έρχεται και «δένει» αρμονικά με το όλο story.
Matching Jack, ελληνιστί Ταιριάζοντας τον Τζακ.
Το δραματικό όσο και ταπεινωτικό (για τη Marissa) κυνήγι για τον συμβατό δότη μονοπωλεί το ενδιαφέρον του θεατή ενώ διανθίζεται και από μία παράλληλη ιστορία αγάπης.
Ο Jack μοιράζεται το δωμάτιο του στην πτέρυγα των καρκινοπαθών με ένα παιδί, τον Finn (Kodi Smit-McPhee, Let Me In), το οποίο υποφέρει επίσης από λευχαιμία αλλά σε πιο προχωρημένο στάδιο.
Ο πατέρας του, ο Connor (James Nesbitt, Coriolanus) ο οποίος ζει το δικό του δράμα προσπαθεί να σταθεί δίπλα στο μοναχοπαίδι του, προσφέροντας του ακόμα και την ύστατη ώρα ελπίδα.
Η συγκεκριμένη φιγούρα είναι άκρως εμβληματική.
Ο Ιρλανδός ψαράς μας «έφτιαξε» με την παρουσία του, μας συγκίνησε, μας κέρδισε γενικώς.
Η ιστορία αγάπης την οποία προαναφέραμε παραπάνω, εξελίσσεται μεταξύ της Melissa και του Connor (ο οποίος παλαιότερα είχε χάσει τη σύζυγο του επίσης από την επάρατο νόσο).
Το συγκεκριμένο love story μας εξέπληξε ευχάριστα καθώς δεν προσφέρεται για τις «μελό» καταστάσεις του αλλά για τη βαθιά τομή που επιχειρεί στα συναισθήματα του θεατή αναφορικά με το εξαιρετικά «λεπτό» θέμα της ανάρρωσης ή όχι των παιδιών.
Η ιστορία συνεχίζεται μέσω του μοτίβου της φιλίας του Jack και του Finn αλλά και της ερωτικής συνύπαρξης του Connor με τη Melissa.
Το τέλος φυσικά δεν θα σας το αποκαλύψουμε αλλά η αλήθεια είναι πως είναι σχετικά προβλέψιμο.
Όσο και να μοιάζει απλή και τετριμμένη η υπόθεση του έργου ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες του θεατή.
Το συγκινησιακό στοιχείο είναι παρών σχεδόν σε όλες τις σκηνές ενώ συμπληρώνεται αρμονικά από το χιουμοριστικό στοιχείο, το οποίο εκφραζόμενο κυρίως δια στόματος Connor προσφέρει μικρές δόσεις αισιοδοξίας.
Η σκηνοθεσία της ελληνικής καταγωγής Nadia Tassopoulos κρίνεται επιτυχής έστω και αν το έργο δεν ήταν ιδιαίτερα απαιτητικό.
Επαρκή προσωπικά πορτρέτα των πρωταγωνιστών, σωστό «ζουμάρισμα» στο συναίσθημα και χρήση με μέτρο του δραματικού στοιχείου ώστε τελικά το όλο φιλμ να μην «κουράζει» τον θεατή.
Η ερμηνεία της Jacinda Barrett δεν μας θάμπωσε δα, αφού θα περιμέναμε περισσότερα στο ρόλο της καταρρακωμένης μητέρας.
Αντίθετα ο James Nesbitt μας κέρδισε από την πρώτη στιγμή με τις χιουμοριστικές του ατάκες αλλά και την οδύνη του αναφορικά με την κατάσταση του γιου του.
Υποφερτές ερμηνείες από τους Tom Russell και Kodi Smit-McPhee ενώ στον αντίποδα απογοήτευσε ο Richard Roxburgh με μία «φτωχή» και «ξερή» ερμηνεία.
Η ταινία προβλήθηκε τον Ιούλιο του 2010 στην Αυστραλία ενώ στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Μιλάνο κέρδισε αρκετές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων καλύτερης φωτογραφίας, καλύτερης σκηνοθεσίας και καλύτερου σεναρίου.
Σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ταινία-σταθμός αλλά από την άλλη ενσαρκώνει με μεγάλη δόση ρεαλισμού το δράμα αρκετών συνανθρώπων μας.
Αν και σε κάποια σημεία «εκβιάζει» τη συγκίνηση του θεατή γενικά αποτελεί μία από τις ευχάριστες εκπλήξεις της φετινής χρονιάς.
Στους κινηματογράφους από τις 4 Οκτωβρίου.
Matching Jack trailer (Greek subs) από FilmBoy-gr