Γράφει ο Kostas Tsokos.
Ζήσε McClane μου για 5η φορά ...να φας τον Βαλεντίνο σου.
5 χρόνια μετά το αρκετά καλό, ψυχαγωγικό αν και υπερβολικά PG-13 για τους φανατίλες, Live Free or Die Hard , ο "πολύ σκληρός για να πεθάνει" επανέρχεται ανήμερα του άγιου Βαλε...γδύνου (!), στο πέμπτο μέρος της σειράς.
Ποιος θα φανταζόταν πως μετά τις πρώτες τρεις κλασικές για το είδος ταινίες, θα βλέπαμε άλλη μια τριλογία μετά από τόσα χρόνια;
Γιατί όταν ακολουθεί τέταρτο και πέμπτο μέρος ύστερα από τόσο καιρό, να είστε σίγουροι πως θα υπάρξει και 6ο.
Μόνο που ...αν οι πρώτες τρεις αποτελούν την αυθεντική badass τριλογία, πολύ φοβάμαι πως οι καινούριες θα μνημονεύονται περισσότερο ως safe, περιττές, βαρετές και ολότελα κουρασμένες σαν συνταγή...
Ο John McClane (Bruce Willis, Looper) είναι αραχτός και light, αλλά ψάχνεται να τραβήξει προς Ρωσία μεριά, αναζητώντας τον γιο του με τον οποίο έχουν να τα πουν αιώνες.
Ναι ..γιατί ξαφνικά εκεί που είχαμε δει την κόρη, μαθαίνουμε πως έχει και γιο που δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ, πέρα από κάποια αναφορά.
Πηγαίνοντας εκεί φυσικά θα βρεθεί αντιμέτωπος με την φυσική του μοίρα, που τον θέλει πάντοτε μπλεγμένο σε μπελάδες και φασαρίες, αφήνοντας ισοπεδωμένη την μισή πρωτεύουσα στην οποία πάτησε το πόδι του.
Αυτήν την φορά θα χρειαστεί να βοηθήσει τον γιο του παρά την αρνητική διάθεση του τελευταίου, ο οποίος έχει μπλέξει.
Ο Jack (Jai Courtney, Jack Reacher) έχει πέσει κι αυτός κάτω από τη μηλιά, καταλήγοντας κατάσκοπος της αμερικάνικης κυβέρνησης, δουλεύοντας ταυτόχρονα ως η προσωπική ασφάλεια ενός σημαντικού πληροφοριοδότη της Αμερικής, του Komarov (Sebastian Koch, Ο Θεός Αγαπάει το Χαβιάρι).
Ο Komarov (μην ρωτάτε γιατί τον λέγαν έτσι, μάλλον θα είχε...κομάρες) είναι ανακατεμένος στις βρωμοδουλειές του Chagarin (Sergei Kolesnikov, Cold Souls) ενός διεφθαρμένου πολιτικού, με τον οποίo υπήρξαν κάποτε υπεύθυνοι για το Τσέρνομπιλ.
Στόχος του Chagarin (εδώ φαντάζεστε το λογοπαίγνιο, οπότε το βουλώνω) είναι να αποκτήσει στην κατοχή του έναν πολύτιμο φάκελο του Komarov, που μόνο ο ίδιος ξέρει που βρίσκεται.
Ο Jack συλλαμβάνεται στην προσπάθεια του να προστατέψει τον Komarov και να εξολοθρεύσει τους κακούς, αλλά ο μπαμπάς McClane είναι εκεί και θα καθαρίσει, πριν σκοτωθεί ο γιος του πάνω στην απόδραση.
Τα υπόλοιπα τα μαντεύετε...
Κάπου ανάμεσα μπλέκεται και μια κόρη (σκέτο...κλαρίνο η Yuliya Snigir), θα παίξουν και κάποιες ανατροπές, όχι μόνο πλοκής-χαρακτήρων αλλά και κτιρίων-αυτοκινητόδρομων, ενώ ταυτόχρονα οι McClane και υιός θα πρέπει να αντιμετωπίσουν Ρώσους μαφιόζους με ατσαλάκωτο κοστουμαρισμένο στυλ και κρυφό απωθυμένο να γίνουν...χορευτές, μια καυτή γκόμενα και πάνω απ'όλα τις προσωπικές τους έριδες.
Και όλα αυτά για να αποκλείσουν νέο ενδεχόμενο πυρηνικό εφιάλτη.
Αρχικά, κουρασμένος ή όχι χαίρεσαι να ξαναβλέπεις τον badass McClane, που έχει πάντα διάθεση για πιστολίδι, βρισίδι, για λόγια τρυφερά και συγκατάβατικά βλέμματα πάνω στη φασαρία.
Είπε κανονικότατα και το διαχρονικό "Yipee kay yay, motherfucker" ενώ η χημεία του με τον νέοπα στο franchise Jai Courtney ήταν ικανοποιητική και έδεναν οι δυο τους, με αυτό τον συνδυασμό "σκοτώνω και ταυτόχρονα σου πετάω ατάκα για να σε δουλέψω ή γκρινιάζω, επειδή κατά βάθος σε νοιάζομαι".
Η καθιερωμένη σεκάνς δράσης με φορτηγά και οχήματα σε αυτοκινητόδρομους ήταν παρούσα, πολλά πεσίματα μέσα από τζαμαρίες, οι κλασικοί πυροβολισμοί σε κλειστούς χώρους κι ένα ελικόπτερο να γαζώνει για φινάλε.
Σε γενικές γραμμές, δεν μπορείς να πεις...υπήρξε ένα πιο σκοτεινό κλίμα και μια επιτηδευμένη σκηνοθεσία/tribute στα 80's-90's από τον John Moore και το επιτελείο της παραγωγής, οι οποίοι φρόντισαν από τους τίτλους αρχής μέχρι και την μουσική του Marco Beltrami να σε κάνουν να νιώθεις πώς γύρισες πίσω στην εποχή που πήγαινες δημοτικό-γυμνάσιο και γνώριζες τους πρώτους σου κλωτσοπατινάδες, σε κάποια σκοτεινή αίθουσα ή στην tv του σαλονιού σου.
Όμως, όλα αυτά μόνο επιφανειακά και επειδή μέχρι τώρα παραήμουν επιεικής ...αρχίζει η οξεία τσωκίτιδα (!).
Ο σκηνοθέτης (ο Θεός να τον κάνει) John Moore είχε υποσχεθεί μια back-to-basics σκληροπυρηνική προσέγγιση, αλλά εγώ προσωπικά είδα μια γελοιότητα 95 λεπτών που έμοιαζε περισσότερο με Die Hard 4.5 ή αναγκαστικό sequel/πρόγευμα πριν το υποθετικά-grand φινάλε μιας 6ης και τελευταίας.
Τα όποια μηνύματα για διαφθορά στο πολιτικό σύστημα της Ρωσίας περνούσαν στο ντούκου, όμως το ζήτημα σε αυτό το είδος δεν είναι αυτό αλλά ...γιατί ξανά και πάλι ΟΙ ΡΩΣΟΙ;
Στο αρκούντως χορταστικό και ψυχαγωγικό 4ο φιλμ είχαμε έναν μοντέρνο, αν και εμφανισιακά πολύ γιάπη, κακό που εκπροσωπούσε μια σύγχρονη τρομοκρατική απειλή, σχετική με hackers και τον έλεγχο μέσω διάρρηξης συστημάτων και απόρρητων κυβερνητικών δεδομένων από το διαδίκτυο.
Εν προκειμένω, δεν σκέφτηκαν και πολύ οι σεναριογράφοι (κάντε skip επιτέλους σε αυτόν τον Skip Woods του The A-Team και του Wolverine) και θέλοντας να επαναφέρουν στα γεράματα τον παλιό badass εαυτό του McClane, ξέχασαν πως φτιάχνεται σήμερα μια καλογραμμένη και καλογυρισμένη περιπέτεια, επαναφέροντας ξεφτισμένες συνταγές με Σοβιετικούς κακούς, που έχουμε σιχαθεί να βλέπουμε.
Και να ήταν μόνο αυτό;
Oι γελοίες ατάκες των Ρώσων που έχουμε ξανακούσει εκατοντάδες φορές και οι άκυρες αντιδράσεις (σε μια φάση ο Sebastian Koch ...γαυγίζει!), η μανία των McClane να κοντοστέκονται στις πιο σοβαρές στιγμές και να προσπαθούν να λύσουν το μεσανατολικό, χωρίς καμία ιδιαίτερη ανάπτυξη στο παρελθόν τους, οι ήρωες που βγαίνουν αλώβητοι και μόνο προς το τέλος ματωμένοι και γρατζουνισμένοι ενώ από τα πρώτα πέντε λεπτά έχουν τραβήξει τα πάνδεινα και φυσικά ...το πόσο ανενόχλητα μπαινοβγαίνουν από Ρωσία-Τσέρνομπιλ, φορτωμένοι με όπλα μέχρι τα μπούνια και κανείς δεν τους ελέγχει.
Τρύπες, απιθανότητες, κλισέ παντού, χειριζόμενα και με άσχημο τρόπο.
Ακόμα και οι σκηνές δράσης δεν είχαν κάτι το ιδιαίτερο, με αυτήν του αυτοκινητόδρομου να χάνει εν μέρει από την υπερβολικά γρήγορη κίνηση της κάμερας και τις υπόλοιπες να φαντάζουν τόσο συνηθισμένες που σε έκαναν να νοσταλγείς την υπερβολή των σεκάνς στο 4ο φιλμ.
Α, και να μην ξεχάσω ...αν τυχόν είσαι αμερικανάκι ή γενικά αμερικανοθρεμμένος, μην ξεχνάς ...ο ταρίφας της Ρωσίας θα σε πάει τζάμπα όπου θες, αρκεί να τον αφήσεις να σου τραγουδήσει Sinatra ή ό,τι άλλο του κατέβει.
Τουλάχιστον το προηγούμενο και πιο πολύ πλάκα είχε και μεγαλύτερο σκέλος παραγωγής έμοιαζε να διαθέτει, με περισσότερο καλοζυγισμένη δράση κι ας βλέπαμε αμάξια να ρίχνουν ελικόπτερα - αλήθεια, τι απέγινε ο χαρακτήρας το Justin Long και γιατί μόνο cameo η Mary-Elizabeth Winstead (Abraham Lincoln Vampire Hunter);
Ένα sequel που κυκλοφόρησε 6 χρόνια μετά το προηγούμενο και μοιάζει να γυρίστηκε στο άψε σβήσε, ως το περιττό πέμπτο μέρος μιας σειράς, μόνο και μόνο για να μας εισάγει στον γιο και να περάσουν γρήγορα στο επόμενο, όπου μάλλον θα μαζευτεί όλο το σόι.
Παρ'όλο το κράξιμο, μόνο και μόνο επειδή είναι McClane, θα πάρει έστω ένα φάσκελο, κοινώς...πενταράκι και πολύ του ήτανε.
Κι αυτό γιατί μας είχε λείψει ο χαρακτήρας του, με το τσαγανό, την τσαντίλα και αυτό το κουτοπόνηρο βλέμμα που σου έλεγε "κόψτε τις μαλακίες και πάμε να κόψουμε κώλους".
Όχι όμως σε τέτοιες βαρετές, προβλέψιμες, χαζοαμερικάνικες περιπέτειες.
Η συνηθισμένη παρουσία των Ρώσων ως κακών της υπόθεσης, ήταν μια τόσο περιττά επιτηδευμένη στροφή σε παλαιότερες φόρμες της αμερικάνικης περιπέτειας, που αν έντεκα χρόνια πριν το έβλεπες στο XXX με τον Diesel και έμοιαζε μία φορά ξεπερασμένο, τώρα φαντάζει περιττό, ανούσιο ...το έχουν ξεσκίσει το θέμα ρε αδερφάκι μου.
Ή κάντε χώρο για καινούριους σκληροτράχηλους που συνουσιάζουν και δέρνουν ή δώστε στους παλιούς ένα ιδανικότερο αντίο που να αξίζει και όχι μια ακόμα αφορμή για να γυρίζουν αρπαχτές.
Γιατί το Die Hard 5 περνούσε αδιάφορο, σαν την οποιαδήποτε από τις straight-to-dvd παραγωγές που έχουμε δει να γυρίζει τελευταία ο Willis.
Ας ελπίζουμε να τα πάει καλά εισπρακτικά, μόνο και μόνο για να δούμε ένα αντίο της προκοπής και όχι άλλα σκουριασμένα καρφιά στον τάφο του John McClane.
Στις αίθουσες από 14 Φεβρουαρίου.
A Good Day to Die Hard trailer 2 από FilmBoy-gr