Γράφει ο Κωνσταντίνος Παναγιώτου.
Η παραγωγή του Zero Dark Thirty προσπάθησε σκληρά να μας πείσει για αρκετά πράγματα.
Ως άλλος καλός δικηγόρος, η σκηνοθέτης Kathryn Bigelow, μας έβαλε κάτω και μας πολιόρκησε για 157 ολόκληρα λεπτά, προκειμένου να μας αποδείξει πως τα όσα ισχυρίζεται δεν αντιβαίνουν στην πραγματικότητα και δεν αγκαλιάζουν τη σφαίρα της υπερβολής.
Τα κατάφερε;
Στο μεγαλύτερο ποσοστό των λεγόμενων της όχι.
Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να μας προβληματίσει ενώ μας ανάγκασε να ανοίξουμε το στόμα μας και να μπλέξουμε σε συζητήσεις, έστω και αν αυτές κάποιες φορές ξεφεύγουν από τα λογικά και κόσμια πρότυπα.
Ήταν το θέμα τέτοιο, βλέπετε…
Ας ξετυλίξουμε όμως το κουβάρι από την αρχή:
Το Zero Dark Thrity πραγματεύεται την ιστορία της Maya (Jessica Chastain, Lawless), μίας πράκτορα της CIA, η οποία έχει βάλει σκοπό της ζωής της να συνδέσει το όνομα της με την εύρεση και θανάτωση «του μεγαλύτερου κινδύνου της ανθρωπότητας» (όπως αναφέρει η ταινία), του Osama Bin Laden.
Το ανθρώπινο κέλυφος της νεαρού πράκτορα, σπάει αμέσως μετά τη τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου το 2001.
Τότε γίνεται μύστης των βασανιστηρίων, στα οποία υποβάλλονται υποτιθέμενα στελέχη της Al Qaeda, προκειμένου να τους αποσπαστούν πληροφορίες.
Αρχικά φαίνεται να αποτροπιάζει μπροστά σε αυτή τη τερατωδία της ανθρώπινης φύσης, αλλά στη συνέχεια αποδέχεται πως είναι ο μόνος τρόπος για την αλίευση σημαντικών πληροφοριών αναφορικά με τη σύλληψη ανθρώπων που αποτελούν κίνδυνο για την παγκόσμια κοινότητα.
Εδώ είναι και το πρώτο σημείο προβληματισμού μας, οποίος δεν αφορά μόνο τα βασανιστήρια αυτά καθ’ αυτά, αλλά και το πλάγιο μήνυμα που περνιέται, βάση του οποίου αυτά αποτελούν αναγκαίο κακό, προκειμένου να επιτευχθεί ένας μεγαλύτερος και σημαντικότερος στόχος.
Ας μην ξεφύγουμε όμως, η κριτική έπεται.
Συνεχίζουμε με τη σύνοψη.
Οι προσπάθειες της Maya - η οποία σε όλο αυτό της τον αγώνα, συνεπικουρείται από τον Dan (Jason Clarke, Texas Killing Fields), παρακολουθείται από τον ανώτερο της Joseph Bradley (Kyle Chandler, Argo) και συνεργάζεται αρμονικά με τον Jack (Harrold Perrineau, Seeking Justice) - παραμένουν άκαρπες, μέχρι τη στιγμή που καταφέρνει να αποκαλύψει το όνομα ενός από τους πιο κοντινούς συνεργάτες του Bin Laden, του προσωπικού του ταχυδρόμου/αποστολέα/κούριερ.
Η ταυτότητα του τύπου παραμένει πάντως μυστήριο, έστω και αν η μυστική υπηρεσία της Αμερικής έχει στα χέρια της το όνομα του: Abu Ahmed.
Ένα τέτοιο «ασήμαντο» γεγονός δεν επρόκειτο να φρενάρει την πρωταγωνίστρια μας, που με οδηγό το πείσμα και τη δίψα της για εκδίκηση, και ύστερα από πολυάριθμα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα, οδηγημένα καταπώς φαίνεται από το χέρι της Al Qaeda, δεν σταματά λεπτό να ασχολείται με την υπόθεση.
Ύστερα από αρκετό καιρό άσκοπου κυνηγητού, φαίνεται πως η μοίρα χαμογελά στην Maya, στα χέρια της οποίας φτάνουν επιτέλους στοιχεία για το τόπο διαμονής του Abu Ahmed και ως εκ τούτου του Bin Laden!
Το γεγονός πάντως πως τα όποια ευρήματα δεν συνοδεύοντα από οπτικοακουστικό υλικό παρά μόνο υποψίες και κάποια (σχετικά) λογικά συμπεράσματα φρενάρει την όλη υπόθεση.
Σε αυτό το σημείο, η Bigelow ρίχνει στη φόρα όσα αποθέματα αγωνίας έχει και μας προσφέρει καλό κατασκοπευτικό θρίλερ διάρκειας μίας ώρας με σκηνές must για τους λάτρεις των στρατιωτικών ταινιών δράσης.
Μιλάμε λοιπόν για δύο ξεχωριστές ταινίες.
Στην πρώτη παρουσιάζονται ηθικοί προβληματισμοί, διλήμματα και ένα αέναο παιχνίδι ντόμινο, όπου η μία πληροφορία διαδέχεται την άλλη με αποτέλεσμα οι πρωταγωνιστές να περνάνε από το ένα επίπεδο γνώσης στο άλλο.
Στη δεύτερη έχουμε ένα κλασσικό έργο μυστηρίου και δράσης, όπου ο στόχος αναγνωρίζεται και σκανάρεται από χίλιες διαφορετικές γωνίες πριν η επίλεκτη ομάδα καταλήξει στο τελικό σχέδιο δράσης της.
Καλά στοιχεία εντοπίζονται και στα δύο μέρη.
Αρνητικά συμπεράσματα μπορούμε επίσης όμως να εξάγουμε και για τα δύο.
Ας αρχίσουμε με τα θετικά.
Η Kathryn Bigelow είναι υπαίτια για το σύνολο της θετικής κριτικής του Zero Dark Thirty.
Η 61χρονη Αμερικανίδα σκηνοθέτης (πρωτίστως), παραγωγός, σεναριογράφος και ηθοποιός (δευτερευόντως), καταφέρνει να μας χαρίσει ένα αψεγάδιαστο κινηματογραφικό θέαμα.
Αρχίζοντας σκληρά (σκηνές βασανιστηρίων) και συνεχίζοντας στο ίδιο μοτίβο (ξέφρενο κυνηγητό του Bil Laden –του οποίου το πρόσωπο δεν βλέπουμε ποτέ) καταφέρνει να σε πιάσει από το χέρι ή καλύτερα από το λαιμό - αν θέλουμε να είμαστε στο κλίμα της ταινίας - και να σε κρατήσει σε εγρήγορση στο μεγαλύτερο μέρος του έργου.
Κάποια μικρή κοιλιά την παρατηρούμε είναι η αλήθεια, κυρίως κατά το πρώτο μισάωρο όταν και πρέπει ο θεατής να μπει στον παλμό της ταινίας, να γνωρίσει πράγματα και καταστάσεις και να αποφασίσει υπό το πρίσμα ποιας πλευράς θα δει το υπόλοιπο του έργου.
Γιατί πραγματικά είναι απαιτούμενο να αποφασίσεις σε ποια από τις δύο όχθες θα καταλύσεις για τη συνέχεια.
Θιασώτης της στάσης πως τα βασανιστήρια και γενικότερα η brutal αντιμετώπιση της κατάστασης είναι ένα αναγκαίο κακό ή όντας αμετανόητος ειρηνιστής θα υπερασπιστείς τα δικαιώματα του ανθρώπου μέχρι του τέλους του έργου;
Η απόφαση δική σου.
Κάπως έτσι λοιπόν θα καταλήξεις και στο αν σου άρεσε τελικά το όλο concept ή όχι.
Καλύτερα, θα σχηματίσεις μία θετική ή αρνητική προδιάθεση για το υπόλοιπο του φιλμ.
Το κακό είναι πως σε αυτό το κομβικό σημείο, η Bigelow κάνει νερά και μαζί της η ροή της υπόθεσης.
Αν πρέπει ντε και καλά πάντως να αποδώσουμε ευθύνες, είναι αναγκαίο να στοχοποιήσουμε και το σεναριογράφο, τον κύριο Mark Boal καθώς απέτυχε να δώσει ώθηση στην ιστορία όταν έπρεπε παρά αρκετά αργότερα.
Χρειάστηκε να φτάσουμε στη μέση της ταινίας, προκειμένου τελικά να επικεντρωθούμε σε αυτό που βλέπουμε και να απορροφηθούμε πραγματικά.
Πάντως, επιμένω πως κατά τα άλλα, η σκηνοθεσία ήταν σχεδόν άρτια.
Η φωτογραφία ήταν εξαίσια με το αποτέλεσμα να αποτυπώνει στο μέγιστο βαθμό της ατμόσφαιρας του Πακιστάν αν και τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στο PEC University of Technology, το οποίο βρίσκεται στην Ινδία.
Μέσα σε όλα αυτά προσθέστε και τη σωστή μουσική υπόκρουση με «τινάγματα» όπου έπρεπε και στροφή σε νότες που τόνιζαν το συναίσθημα όταν ήταν απαιτούμενο, και θα έχετε τους λόγους που μας έπεισαν πως η Bigelow έκανε εξαιρετική δουλειά.
Στα θετικά οφείλω να συμπεριλάβω και την ερμηνεία του Jason Clark, ο οποίος κατάφερε να μας ανατριχιάσει με την ωμότητα που έβγαλε στο πρώτο μισάωρο και να μας συγκινήσει στη συνέχεια, όταν βλέπει την προστατευόμενή του, τη Maya, να καταφέρνει τελικά να επιβιώσει στο αδηφάγο κύκλωμα της CIA.
Περνώντας όμως τη γέφυρα των θετικών και με απώτερο σκοπό να καταλήξουμε στη ζοφερή όχθη των όσων μας ξίνισαν, θα ήταν άδικο να μη σταθούμε στη μέση της διαδρομής και να χαζέψουμε την εμφάνιση της Jessica Chastain στη ταινία.
Η Αμερικανίδα ηθοποιός από τη Καλιφόρνια σίγουρα τα έδωσε όλα στην προσπάθεια της να μεταφέρει στο πανί τη μετάβαση της Maya, από την αθώα εποχή του γραφείου στο αδυσώπητο μέτωπο του πολέμου.
Ήταν πειστική και λυρικότατη στο ρόλο της, αλλά και πάλι κάτι δεν μας κολλούσε.
Λίγο η αποστεωμένη εμφάνιση της (τεράστια διαφορά με την αντίστοιχη της στο πρόσφατο Lawless), λίγο η αναποφασιστικότητα που έβγαζε κάποιες φορές - γεγονός όμως που δεν εκπορευόταν από τη ροή της ταινίας και επομένως καταντούσε παράταιρο στοιχείο και εν τέλει το casting, οι υπεύθυνοι του οποίου, προφανώς σε μεγάλο βαθμό η Bigelow, δεν θα έπρεπε να την είχαν επιλέξει ποτέ - καταδίκασαν τη Chastain, η οποία τελικά δεν έφτασε ποτέ στο ζενίθ των όσων μπορούσε να προσφέρει στο ρόλο.
Αυτό το τελευταίο δεν αφορά τις υποκριτικές ικανότητες της, καθώς για αυτές έγινε λόγος παραπάνω και ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητικές, αλλά την οντότητα της στη ταινία.
Προσωπικά, όσον αφορά τον παράγοντα σωματοδομή και πρόσωπο δεν μου έκανε κλικ για πράκτορας της CIA που καλείται να αλλάξει παραστάσεις, βιώματα και στάση ζωής προκειμένου να κυνηγήσει την υπόθεση της ζωής της.
Περίεργο συναίσθημα που δεν το συναντάς εύκολα, αλλά δυστυχώς παρών στη συγκεκριμένη ταινία.
Επαναλαμβάνω, το λάθος δεν φαίνεται να είναι της Chastain αλλά της παραγωγής.
Αν το μοναδικό ολίσθημα του Zero Dark Thirty ήταν πάντως μόνο αυτό, θα μιλάγαμε για μία από τις σημαντικότερες ταινίες της χρονιάς.
Και αν τα Oscar φαίνεται πως επαυξάνουν με αυτό (το Zero Dark Thirty είναι υποψήφιο για καλύτερη ταινία), η δική μας άποψη διαφέρει και μάλιστα αρκετά.
Δεν καταφέραμε να χωνέψουμε ποτέ το πως προσπαθεί η ταινία να σου περάσει μηνύματα σχετικά με την εξωτερική πολιτική της Αμερικής.
Θυμάστε την προηγούμενη συζήτηση μας αναφορικά με την επιλογή πλευράς;
Ε λοιπόν, εμείς κάναμε την επιλογή μας και δεν είναι η ευνοϊκότερη για την παραγωγή του έργου.
Η Bigelow προσπάθησε να μας πείσει πως τα βασανιστήρια σε αιχμάλωτους (σημείο που πραγματικά πονάει την Αμερική, αναφορικά με τα στοιχεία που κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσιότητας) είναι αναγκαίο κακό προκειμένου να εντοπιστούν αυτοί οι διάβολοι που με αρχηγό τον άρχι-σατανά, προσπαθούν να καταστρέψουν τον ιδεατό μας κόσμο.
Προσοχή, σε καμία περίπτωση δεν έχω σκοπό φυσικά να δικαιολογήσω τα έκτροπα, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας των εκάστοτε τρομοκρατών στο βωμό των πιστεύω τους, αλλά δεν σκοπεύω επίσης να κανακέψω την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική, αν τελικά αυτή ανταποκρίνεται σε όσα παρουσιάζει η συγκεκριμένη ταινία.
Γιατί είναι θεμιτό να θες να διορθώσεις τα όποια κακά κείμενα του κόσμου (που ίσως τελικά ακόμα και τότε ίσως να μην έχεις το δικαίωμα να το κάνεις, καθώς δεν είναι σίγουρο πως μπορείς πραγματικά να κρίνεις ποια ακριβώς είναι αυτά τα κακά κείμενα) αλλά είναι αθέμιτο, κουτοπόνηρο και πραγματικά σιχαμερό να προσπαθείς να περάσεις απόψεις και ιδεολογίες στη συνείδηση του κόσμου μέσα από ένα προϊόν της 7ης τέχνης, της οποίας σκοπός υποτίθεται, είναι να ελευθερώνει συνειδήσεις και σίγουρα όχι να υποδαυλίζει μίση ή να παλεύει για πλύση εγκεφάλου.
Στους ζοφερούς καιρούς που βιώνουμε, η ελευθερία έκφρασης και σκέψης μοιάζει να μην είναι κάτι το δεδομένο.
Τα πράγματα γίνονται χειρότερα όταν ο κινηματογράφος αποφασίζει να υπηρετήσει το σύστημα και μάλιστα τυφλά.
Ο νους του κοινού θολώνει και ιδέες που υπό άλλες συνθήκες μπορεί να εύρισκαν γόνιμο έδαφος κρύβονται στα πιο βαθιά μύχια της ψυχής.
Το Zero Dark Thirty φιλο-αμερικάνισε και μάλιστα σε υπερβολικό βαθμό.
Μάλιστα, επειδή προάγει μία πιο σοβαρή μορφή κινηματογραφικής τέχνης και ως εκ τούτου δεν μπορούμε να το κρίνουμε με κριτήρια που χρησιμοποιήσαμε για άλλες «αμερικανιές» της σειράς, δεν θα συγχωρήσουμε εύκολα αυτό το παράπτωμα.
Το λάθος της Bigelow και της παραγωγής ήταν πως το …χόντρυνε επικίνδυνα.
Αν έμενε στο θέμα των βασανιστηρίων, μπορεί να κάναμε λόγο ακόμα και για φιλελεύθερο και ανθρωπιστικό χαρακτήρα της ταινίας (παρουσιάζονται οι αγριότητες για να έχεις μία εικόνα του τι συμβαίνει στον κόσμο και έξω από τα σύνορα της κλειστής κοινωνίας μας).
Το γεγονός όμως πως το προχώρησε παρακάτω (η Maya και γενικά το επιτελείο της CIA φαίνεται να δυσανασχετεί από το γεγονός πως ο Obama καταδίκασε κάθε μορφή βασανισμού αιχμαλώτων, καθώς έτσι αυτόματα δεν μπορούν πια να αντλούν πληροφορίες, ενώ ιδιαίτερα σκληρές είναι και οι σκηνές στο φινάλε), φαίνεται πως τελικά καταδικάζει τη ταινία στη συνείδηση μας.
Παρ’ όλα αυτά, όπως προαναφέραμε υπάρχει η πιθανότητα να ταχθείτε με την άλλη πλευρά.
Αν συμβεί αυτό, τότε θα απολαύσετε το Zero Dark Thirty σε μεγαλύτερο βαθμό από εμάς και σίγουρα θα έχετε ιδιαίτερες αντιρρήσεις πάνω στο συγκεκριμένο review.
Η ταινία της Bigelow αποφάσισε να αγγίξει ευαίσθητα θέματα, οπότε τυγχάνει και της ανάλογης, σκληρής, ρεαλιστικής και ειλικρινούς κριτικής…
Στις αίθουσες από 21 Φεβρουαρίου.
Zero Dark Thirty trailer 2 από FilmBoy-gr