Γράφει ο Κωνσταντίνος Παναγιώτου.
Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους;
Γιατί πρέπει κάθε ταινία που έχει τα φόντα να αφήσει αρκετά ερωτηματικά (όπως αυτό του τίτλου) και προβληματισμούς στο θεατή, να είναι τόσο «ψαγμένη» πια, που να καταντά το καλύτερο εφαλτήριο για στανταράκι ύπνο στην κινηματογραφική αίθουσα;
Αμάν πια με τις δήθεν κουλτουρέ δημιουργίες που το μόνο που καταφέρνουν είναι να σπάνε τα νεύρα του κοινού και να καταστρέφουν ένα από τα πιο (αν όχι το πιο) επίκαιρα μηνύματα της εποχής μας.
Κρίση.
Οικονομική για κάποιους.
Αξιών και ηθικής για άλλους.
Το περιβάλλον γνωστό και καταθλιπτικό (όπως και η σύγχρονη Αθήνα): Εξάρχεια.
Η καρδιά της αντίστασης χτυπάει στο κέντρο της πολυτάραχης πρωτεύουσας, λίγα μόλις στενά από τους κεντρικούς δρόμους που γίνονται ολοένα και πιο συχνά μάρτυρες άνισων μαχών και κραυγών καταδικασμένων σε σιωπή.
Μία παρέλαση χαμένων ονείρων.
Η Ελλάδα του 2013, αποτυπώνεται εύστοχα στο πρόσωπο της Ηλέκτρας (Μαρία Γεωργιάδου, πρωτοεμφανιζόμενη στη μεγάλη οθόνη).
Προοπτικές (σπουδές σε γκλαμουράτο πανεπιστήμιο του εξωτερικού) λαμπρές αλλά αποτέλεσμα (ανεργία) μηδενικό…
Η Ελλάδα μας…
Και αν οι περισσότεροι σκύβουν το κεφάλι και εξοπλίζονται όσο μπορούν καλύτερα - εκπαιδεύονται ακόμα και στο πάτημα των πτωμάτων, δουλειά όχι ευχάριστη αλλά πλέον απαραίτητη - προκειμένου να επιβιώσουν στην αρένα της σύγχρονης ζωής, κάποιοι (υπερβολικά λίγοι) επιλέγουν να αντισταθούν, με όποιες συνέπειες συνεπάγεται αυτή τους η επιλογή.
Η περιθωριοποίηση είναι η πιο συχνή από αυτές.
Οι αναρχικοί, οι αντικομφορμιστές, οι επαναστάτες, αυτοί που τολμούν να παλέψουν για τα ιδανικά τους, αποτελούν κίνδυνο για τους «λίγους», για τα πτωματοφάγα όρνεα που ορέγονται τις σάρκες ολόκληρου του πλανήτη.
Έτσι οι τελευταίοι, δεν διστάζουν να τους κατηγορήσουν, να τους βουτήξουν μέχρι το κεφάλι στη λάσπη και τελικά να τους καταδικάσουν.
Θύμα της αέναης αυτής πλεκτάνης και ο σύντροφος της Ηλέκτρας (Δημήτρης Ξανθόπουλος), ο οποίος φυλακίζεται, με τη ταμπέλα: «τρομοκράτης» να τον ακολουθεί σαν λιμασμένο σκυλί…
Τα κύματα που χτυπούν το τσακισμένο σκαρί της Ηλέκτρας πολλά, τα απάγκια της ελάχιστα.
Μόλις δύο για την ακρίβεια.
Από τη μία ο οχτάχρονος Πέτρος (Αλέξης Χαρίσης), τον οποίο έχει αναλάβει να φυλάει, και από την άλλη ο πενηνταπεντάχρονος γείτονας της, ο Αργύρης (Κώστας Γανωτής).
Στην αντίπερα όχθη, οι τρικυμίες φέρουν ακόμα και τα ονόματα των γονιών της , του πατέρα της (Δημήτρης Πιατάς) - λιγότερο - και της μητέρας της (Θέμις Μπαζάκα) - πολύ περισσότερο.
Τώρα γιατί το συγκεκριμένο ρεαλιστικότατο (δυστυχώς) πορτρέτο της ζωής μας, το οποίο προσπαθούμε επισταμένα να κρύψουμε από την κοινή θέμα με ένα χαρτομάντιλο στο ρόλο της κουρτίνας, πρέπει να συνοδεύεται από ατάκες του στυλ: «Τι κάνεις κατουράω ρε γαμώτο»! , οι οποίες δήθεν αποσκοπούν στο να καταδείξουν την καταπίεση παραδοσιακής μάνας, που προσπαθεί να ταΐσει την κόρη της ντολμαδάκια μέσα στη τουαλέτα, αυτό είναι ένα άλλο θέμα.
Ένα θέμα που βαραίνει αποκλειστικά και μόνο τη σκηνοθέτιδα Κωνσταντίνα Βούλγαρη, η οποία αποφάσισε πως προφανώς δεν γίνεται να αναφερθείς στο θέμα που απασχολεί το σύνολο της κοινωνίας μας, χωρίς να το ντύσεις με το σαρακοφαγωμένο και σκονισμένο μανδύα της κοιμήσικης κινηματογράφησης και της παρμένης κατευθείαν από τον κάλαθο των αχρήστων, τουλάχιστον ελεεινής ηθοποιίας.
Απαραίτητη διευκρίνιση: η τελευταία «βόμβα» δεν αφορά το σύνολο του καστ του «Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους» αλλά συγκεκριμένα μέρη αυτού.
Οι αγγλικοί υπότιτλοι μαράνανε την παραγωγή, προφανώς απαραίτητο εφόδιο για τη διεθνή τουρνέ…
Κλασσικά πράγματα, όταν αναφερόμαστε σε ελληνικής παραγωγής κινηματογραφικό έργο, βέβαια.
Σε ένα χώρο που η γρήγορη πλοκή και η δράση θεωρούνται «μιάσματα» και σήματα κατατεθέν χαμηλού επιπέδου, καταλήγεις να κοιμηθείς στην καρέκλα και από πάνω να ανεχτείς και τα διθυραμβικά σχόλια του δήθεν σινεφίλ.
Και εμένα μου αρέσει ο κινηματογράφος.
Αυτό δεν σημαίνει πως απορρίπτω τα πλάνα στα οποία αρέσκεται ο αμερικάνικος κινηματογράφος (ναι, σε αυτά με τη σταθερή κάμερα και το «γεμάτο» κάδρο αναφέρομαι!) ούτε την αλυσιδωτή και λογική πλοκή του.
Ίσα- ίσα χαίρομαι να τα βλέπω να συνοδεύουν αρμονικά ευρωπαϊκές γενικότερα - και ελληνικές ειδικότερα - παραγωγές.
Όταν δε, σμίγουν με τα παραπάνω και αποδεκτές (σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα αρκετά καλές) ερμηνείες, έχουμε μαγικά αποτελέσματα -βλέπε «Πολίτικη Κουζίνα».
Το παράδειγμα μάλιστα της ταινίας του Τάσσου Μπουλμέτη δεν είναι τυχαίο καθώς το φαγητό παίζει και εδώ σημαντικότατο ρόλο.
Βρίσκεται πάντα σε πρώτο πλάνο ενώ καθορίζει αρκετές φορές το κλίμα της εκάστοτε σκηνής.
Για παράδειγμα το κέικ της Ηλέκτρας που τελικά δεν «περνάει» στις φυλακές αλλά και το προαναφερθέντα ντολμαδάκια της μάνας της και το αγοραστό γλυκό που προτιμά ο πατέρας της αντί του σπιτικού.
Τα είπα και πριν, το θέμα έχει ζουμί και μάλιστα μπόλικο.
Συμβολισμοί να χορτάσει το μάτι σου και υπέροχες ιδέες.
Όπως αυτή που αφορά τα στηρίγματα της Ηλέκτρας ύστερα από τη φυλάκιση του συντρόφου της.
Αταίριαστα στηρίγματα που προσφέρουν τόσο διαφορετικά αλλά τελικά τόσο όμοια πράγματα.
Ο οχτάχρονος Πέτρος και ο πολύ μεγαλύτερος του Αργύρης.
Εξομολογήσεις και στους δύο εκ μέρους της πρωταγωνίστριας. Παράταιρο αλλά καταλήγουν να είναι ίδιες οι συζητήσεις…
Το δυστύχημα όμως επαναλαμβάνω, είναι πως για ακόμη μία φορά προτιμήθηκε η τέχνη για τους λίγους.
Το μαζικό δεν είναι πάντα άσχημο, ειδικά όταν μπορεί να λειτουργήσει ως σχολείο για τους νέους, οι οποίοι φαίνονται (φαινόμαστε) να έχουν (έχουμε) χάσει οριστικά το δρόμο τους (μας).
Πώς να περάσεις μήνυμα όταν για το γκράφιτι στο τοίχο προτιμάς το αόρατο μελάνι, ορατό μόνο σε όσους γνωρίζουν το μυστικό, ενώ θα μπορούσες να καταφύγεις σ το τίμιο σπρέι – σύμβολο της κατακραυγής και της διαμαρτυρίας;
Στις αίθουσες από 28 Μαρτίου.
Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους trailer από FilmBoy-gr