Γράφει ο Κωνσταντίνος Παναγιώτου.
Μία ανάλαφρη κωμωδία με αρκετά έντονα στοιχεία δράματος προσφέρει ο Dustin Hoffman στο ντεμπούτο του ως σκηνοθέτης, μέσα από τη σκιαγράφηση των ενοίκων ενός γηροκομείου για πρώην μουσικούς!
Ακούγεται νωθρό και ...γερασμένο το θέμα, αλλά τελικά προκύπτει ένα ιδιαίτερα ζωηρό αποτέλεσμα που έρχεται σε αντίθεση με την ηλικία των πρωταγωνιστών του.
Η ιστορία που πρώτα έγινε γνωστή μέσα από το ομώνυμο θεατρικό έργο του Ronald Harwood, μεταφέρει το θεατή στην αγγλική ύπαιθρο εκεί όπου αφθονούσαν - και αφθονούν - οι επιβλητικές επαύλεις με τους τεράστιους κήπους στο προσκήνιο.
Μαγευτικό σκηνικό που αποπνέει έναν αέρα αριστοκρατίας, μία μαγεία που μόνο τα βρετανικά παραμύθια μπορούν να προσφέρουν...
Η ιστορία απλή αλλά συνάμα χορταστικότατη.
Ο οίκος ευγηρίας Beecham φιλοξενεί αποκλειστικά πρώην αστέρες του πενταγράμμου.
Μάλιστα, επειδή η ταινία αναφέρεται σε μία εποχή όπου η όπερα αποτελούσε την κορωνίδα της μουσικής σκηνής, με αποτέλεσμα τα άλλα «εκκολαπτόμενα» τότε είδη όπως η ραπ και το χιπ χοπ να περιθωριοποιούνται, οι ένοικοι του Beecham House είναι κυρίως πρώην μεγάλοι μαέστροι, τενόροι και λοιποί άνθρωποι του κλάδου.
Αναμενόμενο το αλλαλούμ λοιπόν καθώς όπως όλοι οι ηλικιωμένοι, οι λαμπεροί αυτοί πρώην αστέρες της μουσικής, δεν μπορούν να αποδεχτούν πως η ζωή τους έχει πλέον αλλάξει.
Παραμένουν κολλημένοι στα πάθη του νεανικού τους βίου, μεταφέροντας στον οίκο ευγηρίας τις φιλίες, τα μίση, τις κλίκες και την αντιπαλότητα της προηγούμενης τους ζωής.
Παράλληλα φυσικά συνεχίζουν να ασκούν το επάγγελμα τους ενώ ακούν σε δίσκους βινιλίου τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους.
Διττό το μήνυμα εδώ.
Από τη μία αιώνια νεότητα και πείσμα για τη ζωή, από την άλλη εγωισμός και αδυναμία κατανόησης του αδιαμφισβήτητου: η ζωή ενός ανθρώπου περνάει από διάφορα στάδια, νεότητα, ωριμότητα και γήρας, με την καθημερινότητα να μεταβάλλεται αντίστοιχα.
Αναλόγως με την ηλικία σας τώρα, θα κατανοήσετε, θα γελάσετε με τη γραφικότητα ή απλά θα απορήσετε με τους ηλικιωμένους πρωταγωνιστές του Quartet.
Πάντως σε όποια κατηγορία και αν ανήκετε, το ζήτημα είναι πως εν τέλει θα περάσετε όμορφα και ξέγνοιαστα.
Το concept είναι σχετικά απλό.
Όλος ο οίκος προετοιμάζετε για ένα γκαλά, το οποίο αν συγκεντρώσει ικανό αριθμό θεατών θα μπορέσει να τον σώσει από τη χρεοκοπία.
Ο Cedric Livingston (Michael Gambon, Harry Poter and the Deathly Hallows: Part 2) διατελεί χρέη συντονιστή του όλου εγχειρήματος, ενώ το τρίο Cissy (Pauline Collins, Albert Nobbs), Reginald (Tom Courtenay, Gambit) και Wilf (Billy Connolly, Gulliver's Travels) προτετοιμάζεται να πρωταγωνιστήσει.
Όμως κάτι λείπει για να συμπληρωθεί το παζλ.
Το χαμένο κομμάτι ακούει στο όνομα Jean Horton (Maggie Smith, The Best Exotic Marigold Hotel), μία ντίβα της όπερας, η οποία συνεχίζει και φέρεται λες και βρίσκεται στο καμαρίνι της.
Τουτέστιν, με το που φτάνει στο Beecham House, αμολά διαταγές δεξιά και αριστερά, φέρεται στους νέους της συγκάτοικους με έναν αέρα ανωτερότητας και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ταράζει και το προαναφερθέν τρίο και πιο συγκεκριμένα τον Reginald.
Ο τελευταίος δεν θέλει ούτε καν να τη δει μιας και όπως γίνεται εκ των υστέρων γνωστό, η τελευταία ευθύνεται για τον απότομο τερματισμό του γάμου τους!
Οπότε η ταινία οδηγεί στο εξής αδιέξοδο: Η Horton είναι απαραίτητη για τη διεξαγωγή του γκαλά και ειδικά για τη σύνθεση ενός κουαρτέτου με τους Regi, Wilf και Cissy αλλά η ίδια αρνείται να τραγουδήσει καθώς προφανώς δεν θέλει να παραδεχτεί πως έχει πλέον περάσει τις καλύτερες στιγμές της καριέρας της, ενώ φυσικά εκκρεμεί το ζήτημα με το «κάκιωμα» του Regi απέναντι της.
Μαντεύετε τη συνέχεια;
Και μόνο τον τίτλο να πάρετε ως στοιχείο, μπορείτε να καταλήξετε σε ένα ασφαλές συμπέρασμα.
Περιέργως πάντως αυτό δεν είναι αρνητικό αφού τελικά το κεντρικό story δεν είναι αυτό που απασχολεί το θεατή.
Το ενδιαφέρον περιστρέφεται γύρω από τους χαρακτήρες.
Πραγματικά πρόκειται για κάποιους από τους πιο γλαφυρά σχεδιασμένους τύπους ανθρώπων.
Ο Cedric είναι ένας κλασσικός γερο-παράξενος τύπος που αρέσκεται στο να δίνει εντολές με σκοπό όμως να παράγει ένα άψογο αποτέλεσμα.
Ο Regi είναι ένας απίστευτα κομψός κύριος που όμως χαλάει τελικά την εικόνά του, ελέω του συντηρητισμού που κάποιες φορές τον διακρίνει.
Θεϊκά τα πείσματα του προς τη Jean.
Η Cissy είναι η τρελή του χωριού.
Με το μυαλό της να μοιάζει με ... σουρωτήρι, είναι ικανή να ξεχάσει τι έκανε πριν μόλις πέντε δευτερόλεπτα αλλά θυμάται τα πάντα από το αγαπημένο της μουσικό κομμάτι έστω και αν έχουν περάσει τριάντα χρόνια από τότε.
Απλά Θεά.
Η Jean αποπνέει τον αέρα της ντίβας, της πραγματικής κυρίας.
Της μιλάς και φαντάζεσαι το αστέρι που κοσμούσε την πόρτα του καμαρινιού της.
Από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες της ταινίας.
Ο καλύτερος όμως από όλους είναι ο Wilf.
Ο τύπος είναι ένας bon viveur από τους λίγους.
Φλερτάρει ασύστολα κάθε θηλυκό που θα βρεθεί στο δρόμο του, με παράγοντες όπως η ηλικία και η αντικειμενική ομορφιά να μην παίζουν ιδιαίτερο ρόλο.
Η ψυχή της ιστορίας, με τα αστείρευτα αστεία του και τις καταπληκτικές γκριμάτσες του να αποτελούν πόλο έλξης για το θεατή.
Απολαυστικός...
Όμοια και οι ηθοποίοι που ενσαρκώνουν τους παραπάνω τύπους.
Ο Gambon είναι εξαιρετικός στο ρόλο του στρυφνού γεροξούρη, ο Courtenay και η Collins άψογοι επίσης ενώ ειδική μνεία πρέπει να γίνει για τη Maggie Smith.
Η 78χρονη Βρετανίδα ηθοποίος παραδίδει μαθήματα υποκριτικής, μεταφέροντας άψογα στο «πανί» τη συμπεριφορά κάθε ντίβας της εποχής.
Αυτός που φτάνει το Quartet σε άλλο επίπεδο όμως είναι ο Connolly.
Ο τύπος είναι ανεξάντλητη πηγή χιούμορ και καλαίσθητης πλάκας.
Εκφραστικός μέχρι αηδίας , ένας δον Ζουάν που δεν μεγαλώνει, απλά ωριμάζει.
Άριστος!
Θετικά τα σχόλια και για τον άπειρο – στο ρόλο του σκηνοθέτη - Hoffman, ο οποίος μπορεί να μην παρήγαγε κάτι το ριζοσπαστικό αλλά αν μη τι άλλο πρόσφερε μία χαλαρή και άκρως διασκεδαστική ιστορία στο κοινό.
Αν εξελιχτεί και διορθώσει και τα όποια κακώς κείμενα, ο κινηματογράφος μπορεί πλέον να καυχιέται πως έχει προσθέσει ακόμα ένα σημαντικό γρανάζι στη μηχανή του.
Το Quartet δεν είναι αριστούργημα.
Δεν επαληθεύει στο έπακρο ούτε το χαρακτηρισμό του ως κωμωδία ούτε ως δράμα.
Είναι μία σχετικά απλή και ελαφρώς «επίπεδη» ταινία που λογικά θα έχει ξεχαστεί σύντομα από μεγάλη μερίδα του κοινού.
Όποιος όμως κάνει τον κόπο να κοιτάξει λίγο βαθύτερα στους χαρακτήρες των ηρώων θα μπορέσει έστω και για μικρό διάστημα, να γίνει μύστης των ψυχικών δεινών που φέρνει η τρίτη ηλικία.
Πόσο τραγικό είναι να μεγαλώνεις και να μην το καταλαβαίνεις...
«Το μεγάλο μυστικό που μοιράζονται όλοι οι ηλικιωμένοι είναι ότι, στην πραγματικότητα, δεν έχεις αλλάξει καθόλου μετά από 70 ή 80 χρόνια.
Το σώμα σου αλλάζει, αλλά εσύ δεν αλλάζεις καθόλου.
Και αυτό φυσικά προκαλεί μεγάλη σύγχυση»
- Doris Lessing, 1919 - Βρετανίδα συγγραφέας, Νόμπελ 2007.
Στις αίθουσες από 11 Απριλίου.
Quartet trailer από FilmBoy-gr