Γράφει ο Kostas Tsokos.
Πόσο θα άντεχες μόνος σε έναν στενό χώρο και περιπλανώμενος για 3 χρόνια στην τρομακτική παγωμάρα του αχανούς διαστήματος;
Για πόσο καιρό θα μπορούσες να κρατήσεις δυνατή τη θέληση και πείσμα του πνεύματος σου, χωρίς να τρελαθείς;
Και αν αυτό συμβεί, πόσο καιρό θα σου πάρει για να ξεχωρίσεις την αλήθεια από την παραίσθηση, πριν αυτό αρχίσει να γίνεται εμπόδιο στην ομαλή λειτουργία του σκάφους και της ζωής σου;
Στα χνάρια του αριστουργηματικού Moon, το "Η Τελική Ώθηση" συνέχιζε αυτή την παράδοση, στο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Eric Hayden, μέχρι πρότινος ειδικό των σπέσιαλ εφέ στα Spider-Man, Terminator 3, Team America, Poseidon και άλλα πολλά, υπογράφοντας εδώ και το σενάριο...
Στην ταινία παρακολουθούμε αρχικά δύο αστροναύτες τους Nathan (James Madio) και Michael (Khary Payton) οι οποίοι στέλνονται στην πρώτη επανδρωμένη αποστολή για να εξερευνήσουν τη ζωή στα φεγγάρια του Δία, μετά από φωτογραφίες που έδειξαν την ύπαρξη ...φαλαινών.
Δυστυχώς, στην πορεία κάτι θα πάει στραβά, η αποστολή θα πρέπει να ακυρωθεί και ο Michael θα αναγκαστεί να περιπλανηθεί για τρία χρόνια ολομόναχος, προσπαθώντας να επιβιώσει μέσα στον στενό χώρο του θαλάμου του και όλο αυτό, μόνο και μόνο για να γυρίσει ξανά πίσω στη Γη.
Το The Last Push δοκίμασε αρκετά την υπομονή μου, όμως είχε αρετές και ορισμένα πολύ θετικά στοιχεία που σε άγγιζαν.
Τα αληθοφανή πλάνα με τις ερωτήσεις ανθρώπων από όλο τον κόσμο και δηλώσεις τους, ειδικά από τα γλυκύτατα μικρά παιδιά, ήταν συγκινητικές και ειδικά στο σημείο που ο Michael θέλησε να τα ξαναδεί, έχοντας ξαναβρεί την θέληση και κίνητρο του, σπρώχνοντας ξανά τον εαυτό του να δει τις πιο αισιόδοξες προοπτικές, της οδύσσειας του.
Υπήρχαν και ορισμένα έξυπνα σκηνοθετικά κόλπα με τον τρόπο που εναλλάσσονταν τωρινά λόγια του πρωταγωνιστή με τις μετέπειτα στιγμές του ή ο τρόπος που έκλεινε με τα χέρια του το φως του θαλάμου, σχηματίζοντας τον ήλιο.
Όσο για τα εφέ, ήσουν σίγουρος πως θα ήταν καραμπινάτα ψηφιακά αλλά δεν ενοχλούσαν ιδιαίτερα ενώ το σημείο που έφτανε κοντά στην επιφάνεια ενός πλανήτη που τον έκανε να αλλάξει γνώμη με την ομορφιά του και του έδωσε κίνητρο να συνεχίσει, σε διαπερνούσε από τα ίδια συναισθήματα θαυμασμού.
Ο πρωταγωνιστής Khary Payton εξαιρετικός, ξεκινώντας με μια ψύχραιμη στατική ερμηνεία που όσο περνούσε η ώρα και οι καταστάσεις δυσκόλευαν, άρχισε να συγχύζεται, να αγχώνεται, να κουράζεται , να απελπίζεται, να δακρύζει και κάποια στιγμή να ξεσπάει όλο λύσσα μετά από άπειρες αποτυχημένες προσπάθειες, να επαναφέρει κάποιο σύστημα ανάφλεξης.
Οι υπόλοιποι ηθοποιοί που βλέπαμε για λίγο ήταν η οικεία φυσιογνωμεία του Lance Henriksen (Aliens, Millenium series) στον συνηθισμένο ρόλο του επιχειρηματία που έχει χρηματοδοτήσει την αποστολή (εδώ με το όνομα Walter Moffitt) και ο Brian Baumgartner του The Office series που συμμετείχε στον ρόλο του Bob Jansen, μόνο με κοντινά πλάνα και μέσω οθόνης, βοηθώντας τον αστροναύτη σχετικά με σημαντικά τεχνικά ζητήματα και το καθημερινό πρόγραμμα ζωής που πρέπει να τηρήσει.
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε πως οι περισσότεροι διάλογοι ήταν αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού των ηθοποιών και ομολογουμένως θα πρέπει να έκαναν αρκετά καλή δουλειά ενώ η μινιμαλιστική προσέγγιση ως προς την μουσική επένδυση, τόνιζε περισσότερο την αίσθηση απομόνωσης.
Το πρόβλημα του Last Push ήταν πως από τα 80 από τα 90 λεπτά της διάρκειας, ξοδεύτηκαν στο να βλέπουμε τον πρωταγωνιστεί να μιλάει σε οθόνη, να γυμνάζεται, να προσπαθεί να κοιμηθεί, να χέζει, να αλλάζει καλώδια, να κουράζεται, να συγχύζεται και άλλα πολλά.
Προφανώς μόνο έτσι θα κατάφερνε να περάσει στον θεατή την αίσθηση απομόνωσης με τις διάφορες ψυχολογικές διακυμάνσεις και λογικά το σενάριο ξετυλίχθηκε κατ'αυτόν τον τρόπο ελέω low budget παραγωγής.
Όμως θα ήταν προτιμότερο ή να βλέπαμε για λίγο τι ακολούθησε μετά, ή να υπήρχε τουλάχιστον μια περισσότερο σφιχτοδεμένη διάρκεια και ας έφτανε η ταινία την μία ώρα.
Το Moon δεν είχε πέσει σε αυτή την παγίδα, αλλά όταν έχεις τον περιορισμένο χώρο ενός μόνο θαλάμου, κάπου πρέπει να κάνεις περισσότερες εκπτώσεις στην διάρκεια όταν δεν έχεις το κατάλληλο μπάτζετ που θα έδινε περισσότερη ώθηση σε ένα τέτοιο σενάριο.
Προφανώς για να βιώσεις κι εσύ την απομόνωση του πρωταγωνιστή πρέπει να δεχτείς όλη αυτή την εξάντληση και η ταινία σε διαπερνούσε από συναισθήματα, τονίζοντας την ισχυρή θέληση του ανθρώπου να εξερευνήσει το άγνωστο (με βάρκα την ελπίδα), παρακούοντας τις εντολές που του έχουν δοθεί και παρακινούμενος από την ζεστασιά του κόσμου, που καμιά φορά σε βοηθάει να συνειδητοποιήσεις ότι ακόμα και εκατομμύρια μίλια μακριά από τη Γη, δεν είσαι μόνος σου.
Σε γενικές γραμμές, επρόκειτο για μία αξιοπρεπή και φιλότιμη προσπάθεια και ήταν θετικό πως είχαμε καιρό να δούμε μία ρεαλιστική sci-fi ταινία.
Κάπου όμως το κούραζε και η υπομονή σου εξαντλούνταν.