Γράφει ο Γιώργος Καραμάνος.
Αν και συνήθως είμαι θετικά προκατειλημμένος απέναντι στις ταινίες που παρουσιάζονται στο Sundance, δεν μπορώ να μην παραδεχτώ πως κάποιες από αυτές είναι μια σκέτη απογοήτευση.
Ναι, από εκεί ξεκίνησαν ο Arronofky και ο Nolan.
Ναι, παιδί του Sundance είναι και ο Joseph-Gordon Levitt.
Όμως μην γελιόμαστε, ταινίες σαν το Two Mothers είναι από αυτές που αμαυρώνουν το κατά τ'άλλα βαρυσήμαντο όνομα του εν λόγο φεστιβάλ.
Δυο milf μανάδες και παιδικές φίλες, η Lil (Naomi Watts, The Impossible) και η Roz (Robin Wright, House of Cards) μένουν σε διπλανά σπίτια σε έναν παραθαλάσσιο παράδεισο της Αυστραλίας...
Οι γιοι τους έχουν μεγαλώσει και αυτοί μαζί και περνούν τις μέρες τους λιάζοντας τα καλογυμνασμένα κορμιά τους και κάνοντας surfing.
Λίγο η κρίση των σαράντα, λίγο η αποξένωση από την πραγματικότητα, κάνει τις μανάδες να δουν τα πράγματα κάπως διαφορετικά.
Έτσι, όταν ο γιος της Lil, Ian (Xavier Samuel, Bait) την πέσει στην Roz, εκείνη θα ενδώσει.
Ο Tom (James Frecheville, Animal Kingdom), ο έτερος γιος, επηρεασμένος από το σύνδρομο του Οιδίποδα αλλά και από την έλξη του προς την Lil, κάνει ακριβώς το ίδιο.
Χωρίς να το καταλάβουν, οι δυο μανάδες ερωτεύονται η μια τον γιο της άλλης.
Ωστόσο, το περίεργο έρχεται μετά.
Όταν δηλαδή αντί να τσακωθούν και να απομακρυνθούν η μια από την άλλη, συμφωνούν πως οι μέρες τους σε αυτή την παραλία μαζί με τους νεαρούς και almost legal εραστές τους ήταν από τις πιο ευτυχισμένες της ζωής τους.
Μια βουβή και ομολογουμένως νοσηρή συμφωνία δένει πλέον αυτό το παράξενο ερωτικό τετράγωνο.
Η στοργή των δυο μητέρων απέναντι στους γιους τους δεν χάνεται, απλά συμπληρώνεται με την σεξουαλική συνεύρεση.
Η κάθε μια έχει τον σύντροφο της και παράλληλα μπορεί να ελέγχει και το παιδί της.
Φυσικά, οι δυο νεαροί παρουσιάζονται ως «τα αγοράκια που είναι διαρκώς αναμμένα» και δεν μπορείς να πεις πως έχουν και κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα που ο ένας "κανονίζει" την μάνα του άλλου.
Τα χρόνια περνούν, η μια από τις δυο μανάδες μάλιστα, χωρίζει και τον άντρα της (Ben Mendelsohn, The Place Beyond the Pines) για να αφοσιωθεί πλήρως στον νεαρό εραστή της (η άλλη είναι ήδη χωρισμένη οπότε έχει το πεδίο ελεύθερο).
Ωστόσο, κάπου εκεί οι δυο έφηβοι θα θελήσουν να κάνουν το αυτονόητο.
Δηλαδή να γνωρίσουν νέους ερωτικούς συντρόφους και να συναναστραφούν με άτομα της ηλικίας τους.
Οι δυο μανάδες χωρίς άλλη επιλογή, αποδέχονται την πικρή για αυτές πραγματικότητα αφήνοντας ωστόσο ένα παραθυράκι ανοικτό για μια μελλοντική επιστροφή στο όνειρο.
Ξέρω τι σκέφτεσαι τωρα γιατί το γονίδιο της αρχαίας τραγωδίας που κυλάει μέσα σου, υπάρχει και σε μένα.
Και εγώ δεν θα απέρριπτα εξαρχής την Φροϋδική διαστροφή του Two Mothers, αλλά όταν ένα έργο είναι τόσο εκτός πραγματικότητας το μόνο που καταφέρνει είναι να καταλήγει να παίζει με τα νευρά σου.
Το σενάριο που υπογράφει ο Christopher Hampton και που βασίζεται στο short story "Grandmothers", είναι ένα από τα πιο άσχημα δείγματα γραφής που έχω παρακολουθήσει σε κινηματογραφική ταινία εδώ και καιρό.
Χωρίς καμιά υπόνοια κορύφωσης και με μια ιστορία που δεν εστιάζει σε κανένα άλλο ζήτημα περά από την σεξουαλική επιθυμία των μανάδων, είναι τουλάχιστον απαράδεκτο.
Όλοι τους επιτυχημένοι, όλοι τους πλούσιοι και καλοαναθρεμμένοι, όλοι τους απροβλημάτιστοι, φαντάζουν τόσο μακρινοί χαρακτήρες από αυτούς που συναντάς στην Ελλάδα του 2013 που αναπόφευκτα βρίσκεις το θέμα κωμικοτραγικό.
Ίσως αυτό το κωμικοτραγικό να ήταν και αυτό που οδήγησε την πλειοψηφία της αίθουσας να μην μπορεί να κρατήσει τα γέλια της στις «αποκαλυπτικές» και «δραματικές» σκηνές.
Γιατί το Two Mothers είναι μια από αυτές τις ταινίες που ενώ προσπαθεί τόσο έντονα να πάρει τον εαυτό της στα σοβαρά, δεν προσφέρει καμία σύνδεση ανάμεσα στο κοινό της και τους χαρακτήρες της.
Με άλλα λόγια, παράλογες αντιδράσεις και αδικαιολόγητες συζητήσεις ροκανίζουν την ώρα, καθώς ο τύπος που γράφει το άρθρο δεν έχει άλλη επιλογή από το να αναρωτιέται τί θα έλεγε ο Τσώκος για την τάδε σκηνή ή τί λογοπαίγνιο θα σκαρφιζόταν για τις δυο μανάδες και τα βλαστάρια τους.
Η καθοδική πορεία του Two Mothers κορυφώνεται μέσα από τον κινηματογραφικό φακό της Anne Fontaine που κάνει τα πάντα για να παρουσιάσει την ταινία ακόμα χειρότερη από ότι είναι.
Με αργόσυρτα πλάνα και μερικά μουσικά διαλλείματα που δείχνουν τους χαρακτήρες βυθισμένους στις βαρυσήμαντες σκέψεις τους, σε σκοτώνει αργά - ενώ βέβαια, δεν πρέπει να παραλείψω να αναφέρω και τα καταπληκτικά ψευτοκοντινά της που παλεύουν για να δώσουν λίγη ένταση στο εγχείρημα.
Από τους ηθοποιούς ξεχώρισε η Robin Wright, που όμως βρισκόταν παντελώς απομονωμένη και περιορισμένη σε έναν τελείως ηλίθιο ρόλο.
Η Naomi Watts αν και το πάλεψε λίγο, δεν ήταν αυτό που θα περίμενες.
Για τους δυο γιους τα λόγια είναι περιττά.
Τούμπανα και χωρίς ιδιαίτερη προσωπικότητα, απλά υπήρχαν για να γεμίζουν την οθόνη και τα πονηρά μυαλά των μανάδων.
Όταν έκανε την εμφάνιση του ο Ben Mendelsohn (που πρόσφατα απολαύσαμε στο The Place Beyond The Pines), ένα χαμόγελο πήγε να σχηματιστεί στο πρόσωπο μου, που ωστόσο γρήγορα έσβησε, όταν κατάλαβα ότι πρακτικά ήταν ο guest σύζυγος-τουριστας.
Κάπου εκεί άρχισα να σκέφτομαι νοερά:
«Θες να προκαλέσεις; Κάν'το σωστά.
Δεν θα σοκαριστούμε. Στο σινεμά έχουμε δει σχεδόν τα πάντα.
Όμως μην μου πουλάς την φιλελεύθερη άποψη σου ως πρωτοπορία.
Δεν είσαι ούτε ο Lans Von Trier ούτε ο Hitchcock.
Παίρνεις ένα πανάρχαιο θέμα και δεν έχεις τα κότσια να το παρουσιάσεις σωστά».
Μετά βέβαια ακολούθησαν τα γέλια των συναδέλφων και ηρέμισα λίγο.
Μην σας πω άρχισα να το απολαμβάνω κιόλας.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω τι με ενόχλησε περισσότερο, η politically correct εμφάνιση των νεότατων μαμάδων και των ανεγκέφαλων υιών ή το ότι η ταινία δεν είχε κανένα ίχνος δυναμισμού.
Ίσως να ήταν και οι soft core σεξουαλικές σκηνές που δεν είχαν καθόλου στυλ.
Μπα, τωρα που το ξανασκέφτομαι ήταν οι μανιερισμοί της Anne Fontaine.
Στις αίθουσες από 30 Μαίου.
Two Mothers trailer από FilmBoy-gr