Σε συνέχεια του 1ου Μέρους της Περί Φιλ(μ)οσοφίας συζήτησης, περνάμε...
Στον τέταρτο τρόπο σχέσης ανάμεσα στην φιλοσοφία και τον κινηματογράφο:
4. Η ταινία σκέφτεται φιλοσοφικά, όχι μόνο με λεκτικό τρόπο, αλλά και με οπτικό - ηχητικό.
Δηλαδή εμφανίζει στοιχεία σκέψης και νοήματος στο περιβάλλον των κινηματογραφικών εικόνων με το χρώμα, την κίνηση, τον ήχο ή η σιωπή, την φωτογραφία, το βάθος του πεδίου κλπ.
Δηλαδή με όλα τα μέσα του κινηματογράφου.
Για να εξηγήσουμε λίγο καλύτερα αυτή την τέταρτη περίπτωση, θα μιλήσουμε για τη σχέση ανάμεσα στην (κινηματογραφική) εικόνα και τη σκέψη.
Σας λέει κάτι το όνομα Rene Descartes (Ντεκάρτ);
Καρτέσιος, Ελληνιστί;
Φιλόσοφος στο επάγγελμα;
Αν όχι, σκεφτείτε την εξής φράση:
cogito ergo sum = σκέφτομαι αρα υπάρχω
Αυτός ο κύριος λοιπόν, μίλησε για την διάκριση ανάμεσα στην έκταση και τη σκέψη, ή αλλιώς την ύλη και το πνεύμα, ή αλλιώς το σώμα και την ψυχή.
Κατά τα λεγόμενά του, η σχέση μεταξύ τους είναι εξωτερική.
Οτιδήποτε έχει έκταση (όπως το υλικό ανθρώπινο σώμα) δεν μπορεί να σκέφτεται.
Η ψυχή είναι εκείνη που σκέφτεται, αποφασίζει και δίνει εντολές.
Το σώμα απλώς εκτελεί.
Με βάση αυτόν τον δυϊσμό έκτασης και σκέψης, ή ύλης και πνεύματος, μιλούμε συχνά για εικόνα και σκέψη στον κινηματογράφο, ή αλλιώς για αυτό που λέμε: Μορφή και περιεχόμενο
Ως μορφή εννοούμε το σχήμα ή το περιτύλιγμα της ταινίας.
Συνήθως αναφερόμαστε στις κινηματογραφικές τεχνικές, τα χρώματα, τα φίλτρα, του φακούς κλπ.
Ως περιεχόμενο εννοούμε την σκέψη της ταινίας, και κυρίως αναφερόμαστε στην υπόθεση, τη δράση, τους διαλόγους τους χαρακτήρες.
Ο σκηνοθέτης λοιπόν, έχει απλώσει τις πληροφορίες πάνω και μέσα στις εικόνες τις ταινίας και εμείς καλούμαστε με τη σκέψη να τις καταλάβουμε, να τις εξηγήσουμε να τις αποκωδικοποιήσουμε.
Με άλλα λόγια, οι εικόνες εκτείνονται μπροστά μας – πάνω στην οθόνη προβολής - κι εμείς σκεφτόμαστε πάνω σε αυτές ή με αφορμή αυτές.
Είναι έτσι;
Όχι ακριβώς.
Ας σκεφτούμε για μια στιγμή το εξής: Αν κάποιος θέλει να σκεφτεί φιλοσοφικά για τη ζωή ή τον θάνατο, την επικοινωνία, την αποξένωση, τον έρωτα, τη νοσταλγία, τη μνήμη, τη βία κλπ. μπορεί να αναπτύξει τη σκέψη του γράφοντας ένα ωραιότατο κείμενο - φιλοσοφικό δοκίμιο.
Τότε όμως δεν θα είναι σκηνοθέτης, αλλά συγγραφέας.
Αν πάλι θέλει να γυρίσει μια ταινία για αυτά τα θέματα, τότε δεν μπορεί να το κάνει όσο παραμένει στο επίπεδο της αφηρημένης σκέψης, δηλαδή όσο συνεχίζει να μιλά αφηρημένα για τη ζωή, τον θάνατο κλπ.
Το αφηρημένο πρέπει να γίνει συγκεκριμένο, δηλαδή να αποκτήσει όψη, να γίνει ορατή εικόνα (μιας και ο κινηματογράφος είναι τέχνη των εικόνων).
Μήπως όμως αυτό σημαίνει, ότι οι κινηματογραφικές εικόνες που ο σκηνοθέτης θα συλλάβει μέσα του (και έπειτα, με τη βοήθεια των τεχνικών μέσων του κινηματογράφου, θα προβάλλει σε εμάς εξωτερικά) έχουν παραιτηθεί από τη σκέψη;
Καθόλου.
Στον κινηματογράφο ο σκηνοθέτης δεν σκέφτεται αφηρημένα (δηλαδή μόνο με την νόηση).
Συλλαμβάνει την ταινία του με την φαντασία, όχι με την αφηρημένη σκέψη.
Φαντάζεται τις εικόνες της, τις κινήσεις της, τα χρώματά της.
Έτσι δημιουργεί με την φαντασία του μορφές που μέσα τους συναντιούνται από την μια μεριά κάτι αφηρημένο – η σκέψη - και από την άλλη μεριά κάτι συγκεκριμένο – οι εικόνες του εξωτερικού κόσμου που μας δίνουν οι αισθήσεις μας.
Το συγκεκριμένο και το αφηρημένο συγκλίνουν, οι σκέψεις και οι αισθήσεις συναντιούνται, το αφηρημένο παίρνει μορφή.
Οι κινηματογραφικές εικόνες λοιπόν δεν είναι τυφλές ούτε ουδέτερες.
Δεν ζητούν εξήγηση «απ έξω».
Οι εικόνες και οι σκέψεις στο σινεμά δεν είναι διαχωρισμένες μεταξύ τους, αλλά λιώνουν και ρέουν μαγματικά η μία μέσα στην άλλη σε ένα κοινό επίπεδο.
Και αυτό είναι η κινηματογραφική ταινία.
Η κινηματογραφική φαντασία είναι ο τόπος συνάντησης της νόησης και της αίσθησης, του αφηρημένου και του συγκεκριμένου.
Γιατί η φαντασία σκέφτεται και αισθάνεται ταυτόχρονα.
Και τί άλλο είναι το σινεμά, παρά η προβολή «έξω», αυτού που συμβαίνει ήδη «μέσα», δηλαδή στον ψυχισμό του σκηνοθέτη.
Η μορφή μιας ταινίας λοιπόν, δεν είναι το τυχαίο ένδυμα ενός περιεχόμενου. Αντιθέτως, είναι αναπόσπαστο κομμάτι του νοήματος και του συναισθήματος μιας ταινίας.
Δεν υπάρχει καμία διάκριση ανάμεσα σε μορφή και περιεχόμενο.
Στον τέταρτο τρόπο σχέσης ανάμεσα στην φιλοσοφία και τον κινηματογράφο, το σινεμά σκέφτεται φιλοσοφικά με τρόπο αμιγώς κινηματογραφικό.
Δηλαδή σκέφτεται και αισθάνεται ταυτόχρονα, με λέξεις, χρώματα, κινήσεις, αποστάσεις, ήχους.
Cogito ergo sum
Όχι πια.
Cogito ergo film.
Αυτός είναι ο τέταρτος τρόπος στο σινεμά.
Γιώργος Παυλίδης.