Aνέκαθεν ο Κινέζικος κινηματογράφος (όπως φυσικά και ο Κορεάτικος, ενίοτε και ο Γιαπωνέζικος) μας προσφέρουν εικόνες που δεν μπορούσαμε ποτέ να διανοηθούμε ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν στην μεγάλη οθόνη.
Με ένα σύνολο από εξαιρετικές ταινίες, όπως τα κλασικά πλέον Crouching Tiger- Hidden dragon, Hero, House of flying Daggers και αρκετές άλλες, ο Ασιατικός κινηματογράφος κατάφερε να συνδυάζει εκπληκτικές εικόνες (που το λιγότερο είναι να αφήνουν τον θεατή με το στόμα ανοιχτό), φοβερές ερμηνείες και εξαιρετικά σενάρια, σε ένα ιδανικό πακέτο το οποίο εκστασιάζει τους απανταχού ορκισμένους σινεφίλ και δίνει νόημα στην έννοια "ολοκληρωμένη κινηματογραφική εμπειρία".
Ένας από τους σκηνοθέτες που συνέβαλλε στην δημιουργία (αλλά κυρίως διατήρηση) αυτού του "ρεύματος" είναι ο Kar Wai Wong με τα αριστουργήματα του In the Mood for Love και κυρίως το 2046.
Η τελευταία του δουλειά, The Grandmaster, μας οδηγεί στα μέσα της δεκαετίας του '30 και επικεντρώνεται στον Ip Man, τον άνθρωπο που όχι μόνο υπήρξε ο μέντορας του Bruce Lee, αλλά ήταν και εκείνος που δίδαξε τα μυστικά του kung fu στον κόσμο.
Αυτός προέρχεται από τον νότο της Κίνας.
Αυτή από τον Boρρά.
Το όνομα του είναι Ip Man (Tony Leung Chiu Wai) και εκείνης Gong Er (Zhang Ziyi, Horsemen).
Τα μονοπάτια τους συναντιούνται στη γενέτειρα του, το Fossan, την αυγή της ιαπωνικής επίθεσης του 1936.
Ο πατέρας της Gong είναι ένας αναγνωρισμένος δάσκαλος πολεμικών τεχνών και ταξιδεύει κι αυτός για το Fossan.
Εκεί βρίσκεται και ο περίφημος οίκος ανοχής «η χρυσή τέντα», όπου οι μεγαλύτεροι δάσκαλοι της χώρας συνεστιάζονται, ενώ τώρα θα τελεστεί η αποχαιρετιστήρια τελετή για τον πατέρα της Gong.
H ταινία περιγράφει τις κακουχίες του πολέμου που έζησε η Κίνα από την επικράτηση της Ιαπωνίας και τι αντίκτυπο είχαν αυτές οι συνθήκες στον Ip Man, ο οποίος έχασε την οικογένεια του και αναζητούσε ένα νέο ξεκίνημα σε συνδυασμό με την "είσοδό" του στην οικογένεια της Gong και την εκμάθηση των πιο απαιτητικών πολεμικών τεχνών της εποχής.
Θα σταθώ περισσότερο στο γεγονός ότι ο Kar Wai Wong είχε στο μυαλό του και ετοίμαζε την συγκεκριμμένη ταινία για περίπου 10 χρόνια.
Αποτελούσε (και αποτελεί) ίσως το πιο μεγαλόπνοο project της καριέρας του, κάτι που είναι παραπάνω από εμφανές στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας.
Αυτή η παράμετρος όμως έχει και θετικό, αλλά και αρνητικό αντίκτυπο πάνω στην ταινία.
Καταρχήν, το Grandmaster είναι εξαιρετικά φροντισμένο σαν παραγωγή, με φοβερή απεικόνιση της εποχής (τα κουστούμια και τα σκηνικά είναι για Όσκαρ), ενώ μεγάλο μέρος της ταινίας αποτελούν οι εντυπωσιακές χορογραφίες, μερικές εκ των οποίων αφήνουν τον θεατή άφωνο.
Aν αναλογιστούμε και το ότι η αρχική κόπια του βγήκε γύρω στις 4 ώρες, δεν μπορούμε καν να διανοηθούμε τι υλικό είχε να διαχειριστεί και τι άλλα μαγικά πλάνα αναγκάστηκε να κόψει, προκειμένου να δώσει μεγάλη βάση και στην ιστορία του.
Είναι δεδομένο ότι πολλές σκηνές θα αιχμαλωτίσουν τον θεατή, δεν χωράει αμφιβολία σε αυτό.
Εκεί όμως που αντισταθμίζεται η εντυπωσιακή ατμόσφαιρα του Grandmaster είναι στην όχι και τόσο ολοκληρωμένη διαχείριση του υλικού του σεναρίου του Kar Wai Wong.
Σίγουρα υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την εξέλιξη της ταινίας, αλλά το υπερφορτωμένο σενάριο (το οποίο δεν αξιοποιείται σε όλη την διάρκεια της ταινίας και έχει αφηγηματικά κενά), σε συνδυασμό με πολλές υπερβολικά cheesy (επιτρέψτε μου τον όρο, δεν μπορώ να το περιγράψω αλλιώς) ατάκες βγαλμένες από fortune cookies, δεν επιτρέπουν στην ταινία να εξελιχθεί σε αριστούργημα.
Είναι εμφανές ότι ο Kar Wai Wong έχει βάλει την μαεστρία του και το μεράκι του, απλά όλο αυτό το κόψε-βάλε του στέρησε το κάτι παραπάνω που βλέπαμε στις προηγούμενες ταινίες του.
Δηλαδή την ισορροπία μεταξύ εντυπωσιακών σκηνών και σεναρίου.
Το ότι το Grandmaster βλέπεται με μεγάλο ενδιαφέρον δεν χρειάζεται καν να το συζητήσουμε.
Το ότι είναι μαγευτικό, ελεγειακό, ποιητικό ανα στιγμές, επίσης δεν τίθεται θέμα.
Άλλωστε ο σκηνοθέτης είναι από τους μεγαλύτερους στον κόσμο στο να πλάθει εντυπωσιακές εικόνες.
Εκεί όμως, που θα μπορούσε να προσδώσει περισσότερα πράγματα είναι στην αξιοποίηση των χαρακτήρων αλλά και της ίδιας του της ιστορίας. '
Οχι ότι δεν το κάνει, απλά με το τόσο μεγάλο υλικό που είχε να διαχειριστεί, στον τελικό απολογισμό χάνει την μπάλα.
Σίγουρα δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιό ήταν το ολοκληρωμένο υλικό της αρχικής κόπιας (αυτό πιθανόν να το μάθουμε σε κάποιο director's cut), ωστόσο αυτό που μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι ο χαρακτήρας του Ip Man (κυρίως αυτός είναι αρκετά αδύναμος, αν και ο Tony Leung το προσπαθεί είναι η αλήθεια) και της Gong Er θα μπορούσαν να είναι πιο κατατοπιστικοί για τον μη μυημένο θεατή (που σίγουρα αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος αυτών που θα επιλέξουν να δούν την ταινία).
Συν τοις άλλοις, οι πολλές ιστορικές αναφορές δεν βοηθούν την ταινία, και σε συνδυασμό με τις πολλές φιλοσοφικές ατάκες, κάπως κάνουν μια "κοιλιά" σε κάποια κομμάτια, ενώ μερικές υποπλοκές της δεν εκμεταλλεύονται όσο θα έπρεπε.
Πέρα όμως από αυτά τα αρνητικά στοιχεία (εντάξει δεν τα λές ακριβώς αρνητικά, αλλά ανασταλτικούς παράγοντες), μια ταινία του Kar Wai Wong έχει το δικό της ενδιαφέρον και πολλά στοιχεία να σε κρατήσει.
Είναι τέτοια η μαγεία των εικόνων και της σκηνοθεσίας σε καθαρά τεχνικό κομμάτι, που αφήνεις ευχαρίστως στην άκρη τα όποιες σεναριακές ατέλειες.
Είναι πολύ δύσκολο να αντισταθείς τελικά σε μια ταινία του μεγάλου δημιουργού, ακόμα και αν δεν συγκαταλέγεται στα αριστουργήματα του.
Στις αίθουσες από 5 Σεπτεμβρίου.
Νίκος Δρίβας.
The Grandmasters trailer από FilmBoy-gr