Μπορεί να πει κανείς πως ο ελληνικός κινηματογράφος πριν κάποια χρόνια παρουσίαζε αρκετές ανεπάρκειες και δυσκαμψίες στις θεματικές επιλογές του...
Διάφορα φιλμ ξεπερασμένου νοήματος, άχαρα, άκομψα, ρηχά, έκαναν την ανεπαίσθητη εμφάνισή τους.
Το ελληνικό σινεμά είχε και θα έχει ανάγκη κάποιους που δεν κινούνται φαύλα ανάμεσα στον ναρκισσιστικό φορμαλισμό τους και την επιδειξιομανία τους.
Ο Ερικ Ρομέρ ισχυρίζεται πως το ‘ουσιώδες δεν είναι της τάξης της κινηματογραφικής γλώσσας αλλά της τάξης της πραγματικότητας και του λόγου περί αυτής'.
Έτσι η τέχνη αποκτά έκφραση και αξία σε σχέση με αυτό που εκφράζει.
Μιας και λοιπόν ο κινηματογράφος είναι η τέχνη που δομείται από κομμάτια πραγματικότητας, από σώματα ανθρώπων, από χώρους, χρόνους και ήχους.
Το ελληνικό σινεμά παίρνει έκταση και πολιορκεί για ακόμη μια φορά την πραγματικότητα σε κάθε της μορφή και εξέλιξη, ώστε να φαντάζει άκρως αληθινή.
Εδώ έρχεται και συνοδεύει τις καλύτερες στιγμές του νέου ελληνικού κινηματογράφου ο Μιχάλης Κωνσταντάτος με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Luton, έτοιμος να μας ιντριγκάρει και να μας τσιτώσει με το χειμαρρώδες ιδιότροπο δημιούργημά του.
Ο φακός του παρατηρεί και αιχμαλωτίζει με μεγάλη επιδεξιότητα και απολυτότητα την ψυχολογική πίεση που ασκείται αναπόφευκτα σε όλους όσους ζουν σε μια
πόλη - θηρίο, ανορθόδοξης συνύπαρξης και αποπροσανατολισμού.
Οι απαιτήσεις είναι πάρα πολλές ώστε να χει κανείς μια κανονική ζωή.
Τα όρια της κοινωνικής αποδοχής είναι ασφυκτικά, με παθολογικές συμπεριφορές σε έξαρση όντας παραμορφωμένες, διαστρεβλωμένες, στριμωγμένες σε ένα υποβαθμισμένο κενό.
Η 'φρενίτιδα' επιβάλλει στους χαρακτήρες αυτής της ταινίας, ανεξέλεγκτες και παρορμητικές κινήσεις.
Οι ηθοποιοί ερμηνεύουν ρόλους αληθινούς, ανθρώπινους, αιχμηρούς σε μια τρέλα που διαπερνά τις καταστροφικές και επιθετικές τους πράξεις και υπερβαίνει την ανθρώπινη ισορροπία.
Το καστ είναι πολύ ορθά επιλεγμένο, με μοναδικές ερμηνείες από τον πρωτοεμφανιζόμενο ερασιτέχνη ηθοποιό Νικόλαο Βλαχάκη, μαζί με τους συμπρωταγωνιστές του Ελευθερία Κόμη και Χρήστο Σαπουντζή.
Και οι τρεις μαζί επιτελούν ρόλους κομβικούς, καταλυτικούς, εξ ορισμού αποξενωμένους και διχασμένους.
Ερμηνεύουν πολύ προσωπικά και διεισδυτικά, με άξονα τον υπαρξισμό και ολοκληρώνουν ανάγοντας την προσωπική διαστροφή και παθολογία σε έναν πρωτόγνωρο ανθρωποκεντρικό εκφυλισμό.
Η ιστορία κυλά γύρω από τον άνθρωπο και τις κατά βάθος αρρωστημένες επιθυμίες του.
Ένας έφηβος καταπιεσμένος και αποκομμένος από τον περίγυρό του και την επιβλητική του μητέρα, μια γυναίκα σε πρόθυρα έκρηξης, σύγχυσης, ίσως και αυτογνωσίας, ένας μεσήλικας πατέρας και σύζυγος χαμένος στη ρουτίνα και την επιβίωσή του.
Τρεις άνθρωποι καθημερινοί, συνηθισμένοι, σε καταστολή πίσω από γραφεία και γραφειοκράτες, πίσω από ουρές, συνωστισμούς, σε περίπτερα, τράπεζες, σουπερμάρκετ, αμάξια, φανάρια, τραπέζια, πίσω από λογαριασμούς και αποδείξεις, πίσω από την γυναίκα τους, πίσω από τον εαυτό τους, συνεχώς πίσω.
Παλεύουν με το είναι τους και αυτό τους οδηγεί στα προσωπικά τους σκοτάδια.
Ο σκηνοθέτης επιλέγει να εστιάσει στις ζωές τους και στις συνήθειές τους, θέλοντας να προβάλει χαρακτήρες εκ βαθέων ακρωτηριασμένους.
Σε ένα αγχωτικό καθημερινό κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο καλούμαστε να επιλέξουμε το τι θέλουμε ακριβώς μέσα μας και το ποιοι θέλουμε να είμαστε.
Το Luton είναι παράφορα άμεσο, λυρικό, ενστικτώδες και βίαιο.
Αποτελεί μια παρακαταθήκη στο τι είναι η απροκάλυπτη βία στην σημερινή κοινωνία.
Ο Μιχάλης Κωνσταντάτος αποφεύγει την βιρτουόζικη κινηματογράφηση και δεσμεύει το μάτι απλά, ωμά και απότομα, με εναλλαγές επιτάχυνσης και επιβράδυνσης εικόνων, εκρήξεων και συναισθημάτων.
Διατηρεί όλη την αδρότητα της εικόνας σε όλα τα επίπεδα, με τη ροή της ταινίας να ελίσσεται μέσα από σπασμωδικά γενικά και μεσαία πλάνα σε γκρο και σε τρε γκρο πλάνα.
Η προσέγγισή του μας ενθαρρύνει να δούμε τους χαρακτήρες συναισθηματικά και καταδεκτικά.
Μας φέρνει κοντά τους και ταυτόχρονα μας απομακρύνει.
Δύναται να συλλάβει την καθαρότερη εικόνα αλληλεπίδρασης των τριών προσωπικοτήτων μέσα από ένα αλληγορικό συναισθηματικό και ηθικό πλαίσιο.
Αυτή η ταινία ανακυκλώνει έναν μύθο.
Τον μύθο της συμβατικής ζωής που λίγο πολύ σε όλους είναι γνώριμος.
Αναφέρεται σε ακίνητους ανθρώπους που βρίσκουν το δικό τους τρόπο διαφυγής.
'Επιστροφή στο νορμάλ' λοιπόν…. και αυτή η ταινία είναι δίχως αμφισβήτηση αποκαλυπτική.
Στις αίθουσες από 10 Οκτωβρίου.
Γεωργία Ξανθάκου.
Luton trailer από FilmBoy-gr