Ο κινηματογράφος ανέκαθεν αντλούσε την έμπνευση του από παντός είδους βιβλία, είτε πρόκειται για πιο εμπορικά (λόγου χάρη Twilight, Harry Potter), είτε για πιο άγνωστα και "ψαγμένα".
Το Night Train to Lisbon του Pascal Mercier είναι στην προκειμένη περίπτωση το βιβλίο που μεταφέρεται στην μεγάλη οθόνη από τον Bille August, και το οποίο προσωπικά μου άφησε ανάμεικτα συναισθήματα.
Το ξαναλέω, δεν πρόκειται να διαβάσετε συγκρίσεις για βιβλίο και ταινία, διότι και τα δυο πρέπει να κρίνονται με βάση τον τομέα που καλύπτουν και κατά πόσο έχουν ανταποκριθεί στις απαιτήσεις τους.
Ας δούμε όμως τι πραγματεύεται η συγκεκριμμένη ταινία, έτσι ώστε να μπορέσουμε να δούμε και αναλυτικότερα κάποια στοιχεία της.
Ο Raimund Gregorius (Jeremy Irons, Beautiful Creatures) εγκαταλείπει απρόσμενα και ξαφνικά το πόστο του καθηγητή που κατέχει στη Βέρνη και φεύγει εσπευσμένα για τη Λισσαβόνα.
Η ζωή του αναστατώνεται από τη μια στιγμή στην άλλη, έπειτα από την τυχαία ανακάλυψη ενός βιβλίου στην τσέπη μιας μυστηριώδους γυναίκας.
Ο καθηγητής εκδηλώνει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το περιεχόμενο του βιβλίου και για τις σκέψεις του συγγραφέα του πάνω στη ζωή.
Ο Raymond παθιάζεται, μοιάζει σαν να έχει βρει κάτι που έψαχνε καιρό (το νόημα της ζωής;) και ταυτίζεται τόσο με το συγγραφέα του συναρπαστικού βιβλίου, με τον Amadeu De Prado (Jack Huston, Twilight Saga: Eclipse), που αποφασίζει να κάνει ένα ταξίδι για να μάθει περισσότερα πάνω σε αυτόν.
Η όμορφη Λισσαβόνα είναι ο προορισμός του, καθώς ο De Prado ήταν ένας πορτογάλος γιατρός που έδρασε κατά την περίοδο της μακρόχρονης δικτατορίας του Antonio Salazar.
Το επίθετο «νυχτερινό» του τίτλου υποδηλώνει την ξαφνική αλλαγή στη ζωή του Raymond και την κατεπείγουσα ανάγκη να ικανοποιήσει μια μεγάλη περιέργεια που τον καταδυναστεύει.
Η ταινία μου θύμισε λίγο σε στυλ (καμία σχέση σε περιεχόμενο και άλλους τομείς βέβαια) το πολύ καλό The Words, που είχαμε δεί πριν λίγο καιρό (με Βradley Cooper και ξανά Jeremy Irons), ταινία την οποία θεωρώ ίσως από τις καλύτερες που έχουν να κάνουν με τέτοιου είδους θεματολογία.
Το Night Train in Lisbon κινείται στο κλασικό μοτίβο των τελευταίων ταινιών που θέλουν να είναι περιγραφικές και χρησιμοποιεί πολλά flashback, παράλληλη εξιστόρηση τωρινών και παλαιών γεγονότων και ταυτόχρονα αρκετούς καλοδουλεμένους αλλά και κάπως υπερβολικούς διαλόγους.
Όλα τα λεφτά στην ταινία είναι ο εκπληκτικός για ακόμα μια φορά, Jeremy Irons.
Αυτός ο ηθοποιός ό,τι και να παίξει, σχεδόν ποτέ δεν θα κάνει μέτρια ερμηνεία (εντάξει ναι λάθος μου, έχει κάνει και το Dungeons and Dragons που είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα).
Εδώ στον ρόλο του καθηγητή ο οποίος βρίσκεται συνεχώς σε αναζητήσεις, τον βλέπουμε σοβαρό, μετρημένο και παθιασμένο όποτε χρειάζεται σ' έναν ακόμα ρόλο που του ταιριάζει απόλυτα ή για να το πούμε και πιο ορθά, ο ίδιος τον υπηρετεί άψογα.
Υπήρχαν όλα τα φόντα για μια μεγάλη ταινία, καθότι οφείλουμε να πούμε ότι και το τεχνικό κομμάτι της ταινίας κάνει την δουλειά του (άψογη φωτογραφία, όμορφα τοπία, καλή απεικόνιση της εποχής), ωστόσο σεναριακά η ταινία χάνει λίγο την μπάλα.
Ενώ το σενάριο δεν είναι κακογραμμένο (το αντίθετο μάλιστα), υπάρχουν αρκετές υπερβολές, τόσο στην ανάπτυξη μερικών χαρακτήρων - κάποιοι καίριοι χαρακτήρες που αγγίζουν την καρικατούρα, όπως για παράδειγμα αυτός του Bruno Ganz (Unknown), ενώ ηθοποιοί όπως η Lena Olin (The Hypnotist) και Christopher Lee (The Hobbit: An Unexpected Journey) δεν αξιοποιούνται όπως θα έπρεπε - όσο και σε αρκετούς διαλόγους οι οποίοι είναι αρκετά πομπώδεις και δεν την βοηθούν στην εξέλιξη της.
Συν τοις άλλοις, ο αλλοπρόσαλλος ρυθμός της σε αρκετά σημεία, αλλά και η υπερφόρτωση του υλικού της για την (σχετικά μικρή) χρονική διάρκεια της αποτελούν εμπόδια για κάτι μεγαλύτερο.
Της στοιχίζει το γεγονός αυτό, δηλαδή ότι θέλει να μεταδόσει στον θεατή πολλά περισσότερα από όσα της επιτρέπει ο χρόνος, ενώ το κάπως βιαστικό και αμήχανο φινάλε, χαλάει τις μέχρι τότε καλές εντυπώσεις.
Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε και με μια βασανιστική εμπειρία, διότι η ταινία παρακολουθείται με αρκετό ενδιαφέρον.
Ωστόσο έχει το κλασικό πρόβλημα αρκετών ταινιών τώρα τελευταία, δηλαδή μια απλή διεκπεραίωση καταστάσεων, ενώ περιμένεις το κάτι παραπάνω που θα την κάνει να διαφέρει από μια απλή παραγωγή τηλεταινίας.
Στις αίθουσες από 3 Οκτωβρίου.
Νίκος Δρίβας.