Μια κοινωνία που περνά μια μόνιμη κρίση ταυτότητας, δεν θα μπορούσε παρά να έχει έναν ανάλογο κινηματογράφο.
Έτσι, κατά κάποιο τρόπο καταλήξαμε να παρακολουθούμε ένα Ελληνικό σινεμά δυο ταχυτήτων.
Αυτό που πρώτοι οι ξένοι κριτικοί αποκάλεσαν "weird Greek wave" και που αγγίζει τα όρια του art house, και ένα άλλο σινεμά που καταπιάνεται με κωμωδίες βήτα διαλογής και ιστοριούλες της πλάκάς που φαντάζουν τελείως αναχρονιστικές, αν αναλογιστεί κανείς που βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα.
Σταδιακά, το ζήτημα που άρχισε να προκύπτει ήταν το έξης: θα μπορούσε να υπάρξει ένα σινεμά που θα κατάφερνε να ακροβατήσει ανάμεσα στο σουρεαλιστικό και εν μέρει υπερφίαλο Κυνόδοντα και τις mainstream ηλιθιότητες όπως ο Ακάλυπτος, ώστε να καταγράψει την Ελληνική πραγματικότητα από μια πιο σοβαρή και μη υπερρεαλιστική σκοπιά;
Σε αυτό το ζήτημα δεν έχει δοθεί ακόμα μια ξεκάθαρη απάντηση από τους Έλληνες κινηματογραφιστές, ωστόσο με αργά βήματα αρχίζει να παρουσιάζεται μια τρίτη διέξοδος για τον ντόπιο κινηματογράφο.
Ένα τέτοιο βήμα είναι και Ο Εχθρός Μου.
Μια ταινία που θέτει την κοινωνικοπολιτική παρακμή της Ελλάδας σε πρώτο πλάνο και που επιλέγει μια ανθρωποκεντρική σκοπιά.
Ο Κώστας Στασινός (Μανώλης Μαυροματάκης) είναι ένας τυπικός μικροαστός οικογενειάρχης που διατηρεί ένα ανθοπωλείο.
Σέβεται και αγαπά την γυναίκα του, τη Ράνια (Μαρία Ζορμπά), και προσπαθεί να μεγαλώσει τα δυο έφηβα παιδιά του, την Λουΐζα και τον Αντρέα.
Όπως πολλοί άνθρωποι της γενιάς του, έτσι και αυτός έχει μεγαλώσει με ιδέες όπως ο ουμανισμός, η ισότητα και η δικαιοσύνη.
Όμως, όταν μια μέρα θα ξυπνήσει με έναν φακό να τυφλώνει τα μάτια του και έναν μαυροφορεμένο άνθρωπο πάνω από το κρεβάτι του, η ζωή του θα πάρει μια διαφορετική πορεία και ο ίδιος θα αναθεωρήσει ότι γνώριζε μέχρι τότε.
Στην ληστεία αυτή ο Στασινός δεν θα χάσει μόνο τα τιμαλφή που κοσμούν το φτωχικό του σπίτι, αλλά θα γίνει θεατής στον βιασμό της κόρης του και την κακοποίηση της οικογένειας του.
Την επόμενη μέρα, ο πράος πρωταγωνιστής μας θα πρέπει να αντιμετωπίσει τον εφιάλτη.
Μετά από λίγο καιρό δεν θα είναι πλέον ο ίδιος.
Κάθε σπιθαμή του σπιτιού του θα του θυμίζει το γεγονός και κάθε του σκέψη θα δηλητηριάζεται από ένα αίσθημα εκδίκησης.
Το σενάριο του Γιάννη Τσίρου είναι τόσο σοκαριστικό όσο και ρεαλιστικό.
Αναδεικνύει τους κρυφούς φόβους που χαρακτηρίζουν την ζωή του Μέσου Έλληνα και παρουσιάζει ένα καθημερινό συμβάν της νοσηρής μας αστικής πραγματικότητας.
Βέβαια, όσο δυνατή είναι η αρχή της πλοκής του «Ο Εχθρός Μου», τόσο αναίμακτο είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος της ταινίας.
Οι προσδοκίες από μια τέτοια ιστορία θα μπορούσαν να είναι απεριόριστες, όμως σταδιακά βλέπουμε μια ύφεση της κεντρικής ιδέας και μια γενικότερη στασιμότητα στην εξέλιξη των χαρακτήρων.
Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος επιστρέφει στην καρέκλα του σκηνοθέτη μετά από δώδεκα χρόνια και την ταινία «Πίσω Πόρτα».
Διατηρώντας την ίδια κριτική διάθεση απέναντι στις σκοτεινές πτυχές της Ελληνικής κοινωνίας και παρουσιάζοντας έντονα ηθικά διλήμματα, συνθέτει ένα έργο με αρκετές πολιτικές προεκτάσεις.
Αυτό που κάνει τον Εχθρό Μου να ξεχωρίζει ωστόσο είναι η αίσθηση ψυχολογικού θρίλερ που διέπει το έργο ανά σημεία.
Σαφώς, ο Τσεμπερόπουλος δεν προσπάθησε να δημιουργήσει ένα ακόμα Ελληνικό art house ούτε ήθελε να κάνει τέχνη για την τέχνη.
Αντίθετα, προτίμησε να συγκεντρωθεί στους χαρακτήρες και να θέσει στον πυρήνα του προβληματισμού του τον άνθρωπο αντί για τον σκηνοθέτη, κάτι που τον τίμα.
Από την άλλη όμως, από ένα σημείο και μετά γίνεται φανερό πως η πτωτική πορεία του σεναρίου επηρεάζει και την σκηνοθεσία του.
Κάπου στα μισά του έργου, τα πλάνα χάνουν την αυτοπεποίθηση τους και οι λήψεις τυποποιούνται.
Μελανό σημείο της ταινίας είναι επίσης και ο χαρακτήρας του παράξενου Χρυσαυγίτη γείτονα, που όχι μόνο λειτουργεί ως "μάννα εξ ουρανού" για την προώθηση της πλοκής, αλλά φαντάζει και γκροτέσκος μπροστά στον λαμπρό ρεαλισμό του υπόλοιπου έργου.
Ο συμπαθέστατος Μανώλης Μαυροματάκης που έχει μια αξιοσέβαστη θεατρική πορεία, πείθει απόλυτα με την ερμηνεία του ως ο Average Joe της Ελληνικής κοινωνίας και δικαιολογημένα ξεχωρίζει από το υπόλοιπο cast.
Η αλλαγή του χαρακτήρα του γίνεται ομαλά και δεν ξενίζει, καθώς ο Μαυροματάκης καταφέρνει να συγκινήσει εκεί που πρέπει και να σοκάρει εκεί που αξίζει.
Στο «Ο Εχθρός Μου» εντοπίζω την ευαισθησία που θα ήθελα να χαρακτηρίζει το Ελληνικό σινεμά αλλά και την ανασφάλεια μιας ταινίας με ένα μέτριο δεύτερο μισό.
Αν και απομακρύνει τον εαυτό του από τις κοινοτυπίες που χαρακτηρίζουν τις τοπικές παραγωγές, έχει τα δικά του ελαττώματα που δεν το αφήνουν να έχει την πορεία που θα του άξιζε.
Εάν διατηρούσε τον αρχικό του δυναμισμό, σίγουρα θα μιλούσαμε για μια διαφορετική ταινία.
Στις αίθουσες από 14 Νοεμβρίου.
Γιώργος Καραμάνος.