F Ιστορία του Ελληνικού Σινεμά: Ορατότης Μηδέν (1970) - FilmBoy Ιστορία του Ελληνικού Σινεμά: Ορατότης Μηδέν (1970) - FilmBoy
  • Latest News

    Ιστορία του Ελληνικού Σινεμά: Ορατότης Μηδέν (1970)


    Με την είδηση του θανάτου του αγαπημένου μας Νίκου Φώσκολου να είναι πρόσφατη, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε σήμερα σε κάποιο από τα έργα του. 

    Με το που πληροφορηθήκαμε ότι ο πρωτοπόρος δημιουργός απεβίωσε, όλοι στεναχωρηθήκαμε, καθώς έφυγε από την ζωή ένας άνθρωπος που άφησε ανεξίτηλα το καλλιτεχνικό σημάδι του, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στην τηλεόραση. 

    Στην μακρά και επιτυχημένη πορεία του αναφέρθηκε συνοπτικά ο Κώστας, με αγάπη και σεβασμό, όπως πάντα άλλωστε. 

    Ο ίδιος είχε συμμετάσχει σε ένα πλήθος ταινιών που οι περισσότερες προκάλεσαν αίσθηση και σηματοδότησαν μια ολόκληρη εποχή, καθώς ο Φώσκολος από πολύ νωρίς φανέρωσε το προσωπικό του ύφος και η επιτυχία διαδεχόταν η μία την άλλη. 

    Μιλάμε για ταινίες διαμάντια και θα αναφερθούμε σε πολλές από αυτές σε μελλοντικό διάστημα.

    Ανάμεσα από το πλούσιο έργο του δημιουργού επέλεξα να αναφερθούμε αρχικά σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες του, της οποίας εκτός από το σενάριο υπογράφει και την σκηνοθεσία. 

    Ο λόγος για την δραματική ταινία Ορατότης μηδέν που προβλήθηκε το 1970 και αποτελεί μία από τις δημοφιλέστερες ταινίες της περιόδου που μέχρι και σήμερα έχει διατηρήσει την φήμη της αναλλοίωτη. 

    Η πρώτη κινηματογραφική συμμετοχή του Νίκου Φώσκολου είχε πραγματοποιηθεί αρκετά χρόνια νωρίτερα με την ταινία Κρυστάλλω (1959), της οποίας ανέλαβε το σενάριο σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη και με την σπουδαία Αντιγόνη Βαλάκου στον ομότιτλο πρωταγωνιστικό ρόλο. 

    Το Ορατότης μηδέν αποτελεί μία από τις καλύτερες ταινίες στην αρχή της δεκαετίας του ’70. 
    Η ταινία χαρακτηρίζεται ως κοινωνικό δράμα από αυτά που μόνο ο Νίκος Φώσκολος ήξερε να συνθέτει. 


    Η υπόθεση παρουσιάζει έναν ναυτικό τον Άγγελο Κρεούζη (Νίκος Κούρκουλος), ο οποίος είναι ο μοναδικός επιζών ενός ναυαγίου. 
    Γίνεται βασικός μάρτυρας κατηγορίας στην δίκη που ακολουθεί με σκοπό την διαλεύκανση των αιτιών που οδήγησαν στο δυστύχημα.  

    Ο Άγγελος υποδεικνύει ως βασική αιτία που οδήγησε στην καταστροφή, την κακή συντήρηση έως και παραμέληση του πλοίου από τους υπευθύνους. 

    Μαινόμενος μπροστά στην αρμόδια επιτροπή προσπαθεί να αποδείξει την αλήθεια, συμπονώντας παράλληλα τις οικογένειες που θρήνησαν θύματα.
    Καταδεικνύει τους ενόχους που ευθύνονται για τον άδικο θάνατο του πληρώματος. 

    Τελικά αποδεικνύεται ότι το ναυάγιο ήταν στημένο από την πλοιοκτήτρια εταιρεία και παρά την φρικαλεότητα αυτής της απόφασης, το ναυάγιο προοριζόταν στο να εξυπηρετήσει ορισμένα συμφέροντα της ιδιοκτήτριας εταιρείας. 
    26 νεκροί όμως είναι μεγάλο αντίτιμο, κάτι που ο Άγγελος δεν μπορεί να δεχθεί. 

    Ο εφοπλιστής Ηρόδοτος Ρίχτερ (Σπύρος Καλογήρου) προσπαθεί να εξαγοράσει την σιωπή του, χωρίς αποτέλεσμα. 

    Οι ισχυρισμοί του Άγγελου δεν γίνονται αυτόματα δεκτοί από το ναυτικό δικαστήριο, αλλά το τελευταίο τελεσίγραφο από το πλοίο που ναυάγησε, το οποίο αποδεικνύει τα λεγόμενά του, έρχεται στα χέρια των αρμόδιων σαν απομηχανής θεός. 

    Αποτέλεσμα είναι ο ιδιοκτήτης Ρίχτερ να αυτοκτονήσει υπό το βάρος των ευθυνών. 
    Ο αδελφός του και μεγάλος ιδρυτής της εταιρίας κολοσσού, Χορστ Ρίχτερ (Μάνος Κατράκης) θα ταχθεί εναντίον του Άγγελου. 

    Η Χριστίνα Ρίχτερ (Μαίρη Χρονοπούλου), ανιψιά του εκλιπόντος, επίσης θα θελήσει την χειρότερη κατάληξη για τον επονομαζόμενο σωτήρα. 

    Ο Άγγελος βρίσκεται τότε σε άθλια οικονομική κατάσταση, καθώς αδυνατεί να βρει εργασία, αφού οι Ρίχτερ έχουν μεσολαβήσει  και έχουν συντελέσει δραστικά σε αυτό. 


    Βλέποντας τους μέχρι πρότινος ενθουσιώδεις γείτονες του, να στρέφουν την πλάτη τους, τότε η πίστη του θα κλονιστεί. 
    Όλοι εκθείαζαν την ηθική και την τιμιότητα του νεαρού, αλλά κανείς δεν του στέκεται τώρα στα δύσκολα. 

    Η σκηνή που καίει τα υπάρχοντά του, έχει χαρακτήρα λυτρωτικό για εκείνον και ο ίδιος «ξαναγεννιέται» έχοντας πλέον διαφορετική νοοτροπία. 
    Ενστερνίζεται απόψεις που μέχρι πρότινος ιδεολογικά τον έβρισκαν εκ διαμέτρου αντίθετο.

    Έτσι λοιπόν, επικοινωνεί με τον Ρίχτερ ζητώντας μια καίρια θέση στην εταιρεία του. 
    Έχοντας ξεκάθαρο στόχο, προσεγγίζει αρχικά την κόρη του Ρίχτερ, την Χριστίνα και αυτή του η κίνηση αποτελεί το πρώτο βήμα της στρατηγικής του.

    Ύστερα από ένα προσχεδιασμένο περιστατικό που ο ίδιος κατευθύνει, κατακτά την Χριστίνα και εκείνη τον ερωτεύεται. 
    Η κοπέλα προσπαθεί να τον εντάξει στον προνομιακό κύκλο που ανήκει.

    Ο Άγγελος αφήνει φίλους και γνωστούς στην φτωχογειτονιά του και καταλήγει να γίνει γενικός διευθυντής στην εταιρεία του Ρίχτερ. 
    Μάταια ο μικρότερος αδελφός του Κωστής (Νίκος Γαλανός), η πρώην κοπέλα του, Νίκη (Άννα Βαγενά) και ο αδελφός εκείνης, ο Γεράσιμος (Βαγγέλης Καζάν) προσπαθούν να τον μεταπείσουν. 

    Εκείνος έχει αποφασίσει να πορευτεί πλέον διαφορετικά στην ζωή του, αφήνοντας τα παλιά του ιδανικά μια και καλή στο παρελθόν. 
    Όμως, ο ρόλος και ο νέος χαρακτήρας που έχει υιοθετήσει δεν του ταιριάζουν.

    Όταν συνειδητοποιεί ότι συγκαταλέγεται ανάμεσα στους υπαίτιους για ένα ακόμη ναυάγιο που πραγματοποιήθηκε, τότε οι δύο του εαυτοί θα συγκρουστούν.
    Επικρατεί ο έντιμος εαυτός του και για αυτό απομακρύνεται από την οικογένεια πλουσίων που μόνο αρνητικά τον επηρεάζει. 

    Μην θέλοντας πλέον να παίρνει μέρος στα βρώμικα παρασκηνιακά παιχνίδια που παίζονται, θα βρεθεί ξανά στο στρατόπεδο στο οποίο άνηκε εξαρχής. 
    Η αυτοκτονία του αγαπημένου του αδελφού, τον στιγμάτισε επίσης. 


    Ήταν πάντα ιδιαίτερα προστατευτικός με εκείνον, αλλά τελικά μάλλον οι τελευταίες του αποφάσεις οδήγησαν τον μικρό στον θάνατο. 

    Ο ίδιος τώρα καλείται να συνεχίσει με αυτό το βάρος στην συνείδηση του, αλλά και με τον πόνο ψυχής που έχει για τον άδικο χαμό του τελευταίου συγγενή που είχε εν ζωή. 
    Επιστρέφει όμως στην παλιά του αγαπημένη και πολεμά το άδικο για ακόμη μία φορά.

    Οι έντονοι διάλογοι με πομπώδες ύφος είναι το σήμα κατατεθέν του σκηνοθέτη, ο οποίος εκμαίευε στομφώδεις ερμηνείες από τους  πρωταγωνιστές του.

    Η μουσική επένδυση από τον Μίμη Πλέσσα συντελεί σε αυτό το έντονα δραματικό ύφος της ταινίας.

    Ο Πλέσσας  έγραψε και την μουσική για το τραγούδι «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» που ακούγεται στην ταινία σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου.

    Όπως έχει αναφέρει ο αγαπημένος στιχουργός, το τραγούδι γράφτηκε κατά παραγγελία, αφού ο ίδιος ο Φώσκολος του ζήτησε ένα τραγούδι που να συμπεριλαμβάνει τον στίχο «κύμα πικρό στην πλώρη μου» και έτσι δημιουργήθηκε αυτό το λαϊκό διαμάντι. 

    Το τραγούδι γνώρισε τεράστια επιτυχία και ερμηνεύτηκε από τον αξέχαστο Στράτο Διονυσίου
    Παρότι ο μεγάλος τραγουδιστής εμφανιζόταν ήδη μια δεκαετία σε νυχτερινά κέντρα, ο Μίμης Πλέσσας ήταν αυτός που πρώτος αναγνώρισε το ταλέντο του και του έδωσε αυτή την ευκαιρία. 

    Το τραγούδι αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του και οδήγησε τον Στράτο στην κορυφή με την μαζική αποδοχή που συγκέντρωσε. 

    Το τραγούδι ακούγεται στην πιο δημοφιλή και χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας.
    Όταν δηλαδή η σπιτονοικοκυρά του Άγγελου έχοντας απαυδήσει από τις οφειλές του νοικάρη της, του έχει βγάλει όλα τα υπάρχοντα στο δρόμο. 

    Εκείνος όντας μεθυσμένος βάζει το λαϊκό άσμα στο πικάπ, καίγοντας παράλληλα όλα τα συσσωρευμένα αντικείμενα μπροστά στα έκπληκτα μάτια των ανθρώπων της γειτονιάς του. 
    Σε αυτή την συναισθηματικά φορτισμένη σκηνή, ο ίδιος χορεύει ζεϊμπέκικο υπό τον ήχο της περίφημης μουσικής.


    Ο Νίκος Κούρκουλος για μία ακόμη φορά ταυτίζεται με τον χαρακτήρα που υποδύεται και πραγματοποιεί μια εξαιρετική ερμηνεία. 
    Αν και σε ορισμένα σημεία δεν μπορεί να αποφύγει τους μελοδραματισμούς και πάλι όμως δίνει μια ώριμη και ολοκληρωμένη ερμηνεία. 

    Στην ταινία αναφέρεται και η ατάκα που έχει μείνει παροιμιώδης: «Όχι άλλο κάρβουνο» στην σκηνή που ο Κούρκουλος πραγματοποιεί ένα μοναδικό ξέσπασμα, απόρροια της τραυματικής του εμπειρίας. 
    Με σπαρακτικές κραυγές περιγράφει τα γεγονότα που οδήγησαν στην τραγωδία.

    Ο Μάνος Κατράκης είναι εξαιρετικός σε έναν από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του. 
    Ως αδίστακτος επιχειρηματίας στέκεται αγέρωχος πάνω από τους πάντες. 

    Ειδικά σε μια από τις τελευταίες σκηνές στο γραφείο, όπου περιγράφει στον Κούρκουλο το πώς έχει η κατάσταση σε αυτού του είδους τις επιχειρήσεις, είναι συγκλονιστικός. 

    Με απότομο και δογματικό ύφος απευθύνεται στον άνθρωπο που φιλοδοξεί να τον διαδεχτεί κάποια στιγμή μελλοντικά, παρουσία της κόρης του.

    Η Μαίρη Χρονοπούλου ως η πλούσια κόρη Χριστίνα είναι απλά υπέροχη. 
    Αυτό το εκπληκτικό πρόσωπό της καθρεπτίζει μοναδικά τις έντονες δραματικές εκφράσεις που απαιτούνται. 
    Για άλλη μια φορά δεν μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της. 

    Στους υπόλοιπους ρόλους συναντάμε επίσης σημαντικούς ηθοποιούς. 
    Ο Σπύρος Καλογήρου ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς που είχαν συνήθως β΄ρόλο, και εδώ είναι απόλυτα πιστευτός. 

    Καθώς επίσης και ο Άγγελος Αντωνόπουλος προσφέρει την ερμηνευτική ωριμότητα που τον χαρακτηρίζει μέσα από έναν επίσης μικρό ρόλο. 
    Ο Νίκος Γαλανός αποτελεί και εκείνος ιδανική επιλογή για τον ρόλο του.

    Η Άννα Βαγενά με τη σειρά της, δίνει επίσης μια πολύ καλή ερμηνεία στο ρόλο της χαμηλών τόνων κοπέλας που στηρίζει με σθένος τις αποφάσεις και τις ενέργειες του αγαπημένου της. 

    Το Ορατότης μηδέν αποτελεί την πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της ηθοποιού. 

    Έτσι λοιπόν, η ίδια πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, δύο χρόνια πριν τον breakthrough ρόλο της στο πρωτοποριακά ρεαλιστικό για την εποχή “Το προξενιό της Άννας” (1972) του Παντελή Βούλγαρη, το οποίο σήμανε και την αρχή μιας νέας εποχής για τον ελληνικό κινηματογράφο. 

    Για να ολοκληρώσω με τις ερμηνείες των ηθοποιών, θα ήθελα να αναφερθώ λίγο και στις ερμηνείες ορισμένων από τους συμπληρωματικούς ηθοποιούς.  

    Οι Γιάννης Αργύρης και Ζώρας Τσαπέλης ως μέλη της ανακριτικής επιτροπής υποδύονται ιδανικά τους ρόλους τους. 
    Επίσης υπάρχει και η γνώριμη μορφή της Ρένας Πασχαλίδου στο ρόλο της σπιτονοικοκυράς. 

    Η διεύθυνση φωτογραφίας ανήκει στον έμπειρο Νίκο Δημόπουλο, ο οποίος ήταν διάσημος οπερατέρ της Finos Films και αδελφός του σκηνοθέτη Ντίνου Δημόπουλου.

    Ολοκληρώνοντας, το Ορατότης μηδέν αποτελεί  μία από τις καλύτερες ταινίες του Νίκου Φώσκολου και όπως προαναφέραμε είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα της καριέρας του.

    Η ταινία έκοψε 640.720 εισιτήρια και ήρθε στην 2η θέση ανάμεσα στις 99 ταινίες εκείνης της χρονιάς. 

    Έχετε τη δυνατότητα να παρακολουθήσετε ολόκληρη τη ταινία εδώ, αν υπάρχουν κάποιοι που δεν την έχουν δει.
    Παρακάτω δείτε μια σκηνή που σημάδεψε τη ταινία για πάντα.

    Νάσος Κυριακίδης.
    • ΜΗ ΞΕΧΑΣΕΙΣ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ
    • Facebook Comments
    Item Reviewed: Ιστορία του Ελληνικού Σινεμά: Ορατότης Μηδέν (1970) Rating: 5 Reviewed By: Konstantinos
    Scroll to Top