Μέσα στο αχανές μπλε της θάλασσας, δύο πράγματα έχει να φοβάται ένας που διασχίζει τα νερά της: τη μανία της φύσης και την επιδρομή των πειρατών.
Οι άξεστοι, αδίστακτοι και μπαρουτοκαπνισμένοι τρόμοι των θαλασσών καραδοκούσαν σε κάθε σπιθαμή του νερού, προκειμένου να εμβολίζουν κανένα πλοίο, να αιχμαλωτίσουν δεσποσύνες με κάλλη και περιουσία και να πλιατσικολογήσουν λιμάνια και παραθαλάσσιες περιοχές.
Λόγω της αριστοκρατίας, που συγκέντρωνε τον πλούτο, δημιουργώντας μεγάλο χάσμα ανάμεσα στα κοινωνικά στρώματα, πολλοί ήταν εκείνοι που αυτομολούσαν και στρέφονταν στη θάλασσα για να επιβιώσουν, είτε μπαίνοντας στο πλήρωμα ενός πειρατή, είτε γινόμενοι πειρατές οι ίδιοι.
Άλλοι αναζητούσαν την περιπέτεια και τις συγκινήσεις, που η καθημερινή ζωή στη στεριά αδυνατούσε να τους προσφέρει, γι αυτό έβρισκαν νέα γραμμή πλεύσης.
Παράλληλα, υπήρχαν και εκείνοι που δρούσαν για λογαριασμό της κυβέρνησης ενός κράτους και πλιατσικολογούσαν πλοία από άλλα κράτη που ανταγωνίζονταν το εν λόγω στον τομέα της ναυσιπλοΐας, οι γνωστοί σε όλους μας με τον τίτλο ‘κουρσάροι’.
Όμως, λόγω του ότι η δράση τους ήταν παρόμοια, οι έννοιες είναι συνυφασμένες στο μυαλό μας κι έχουμε μια κοινή εικόνα για το πώς ήταν αυτοί οι άνθρωποι.
Κάπου εδώ, έρχεται και το Hollywood, το οποίο βρήκε στους καπετάνιους των πειρατικών πλοίων τα θεμέλια για να χτίσει ένα είδος ταινιών που όλες αυτές τις δεκαετίες του έχει φέρει αναμφίβολα μεγάλα ποσά εισπράξεων.
Αλλά και το κοινό αρέσκεται στο να βλέπει στη μεγάλη και τη μικρή οθόνη τις περιπέτειες αυτών των αμφιλεγόμενων προσώπων που αντικατοπτρίζουν μια άλλη εποχή, αλλά και μια ελευθερία που σήμερα δεν υπάρχει διόλου, αφού ο μέσος άνθρωπος είναι δέσμιος των καταστάσεων και των υλικών αγαθών.
Η βιομηχανία του κινηματογράφου, λοιπόν, έχει καθιερώσει ουκ ολίγες τέτοιες φιγούρες που έχουν μείνει σταθερές αξίες και για τις παλαιότερες και για τις νέες γενιές!
Captain Jack Sparrow (Johnny Depp) – Pirates of the Caribbean (2003-συνεχίζεται…)
Και εννοείται πως θα ξεκινούσα με την επιτομή του πειρατή της νέας γενιάς!
Τον έχω αναφέρει κατά καιρούς σε διάφορα άλλα αφιερώματα ή κείμενα, χωρίς να μου αρέσει να αναμασάω τα ίδια, αλλά γιατί όπως και να το κάνουμε παντού κολλάει ο ‘witty Jack’.
Αυτή η πολύμορφη και πολύπλευρη περσόνα, που ο Depp βασίστηκε στον κιθαρίστα των Rolling Stones, Keith Richards, για να τον αποτυπώσει, είναι πλέον η πρώτη εικόνα που έρχεται στο μυαλό ενός κινηματογραφόφιλου -και μη- όταν λέει τη λέξη ‘πειρατής’.
Παρτάκιας, μεθυσμένος, εγωιστάκος, απατεώνας, όλα αυτά τα ‘κοσμητικά’, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό, ώστε να καταπατούν την ηθική και τις αξίες του.
Γι αυτό, άλλωστε, και όσοι χαρακτήρες του franchise τον ξέρουν, τον συμπαθούν και τον εμπιστεύονται.
Γιατί ξέρουν ότι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο τέλος θα κάνει πάντα το σωστό, χαρίζοντας πάντα άφθονη διασκέδαση, δράση και γέλιο.
Από όλους τους χαρακτήρες που θα εμφανιστούν παρακάτω, πιστεύω είναι αυτός με τον οποίο θα μπορεί να ταυτιστεί ο οποιοσδήποτε, χάρη στις διάφορες εναλλαγές της συμπεριφοράς του και των πράξεων του, που κάνουν τη διάκριση ανάμεσα σε ήρωας-αντιήρωας-κακός όλο και πιο θολωμένη!
Α και να μην ξεχάσω, κάπου εδώ θα πρέπει να υπάρχει ένα ‘κάπταιν’!
Ο Μαύρος Πειρατής (Douglas Fairbanks) – The Black Pirate (1926)
Φόρο τιμής στον πρώτο πειρατή που πέρασε ποτέ από Hollywood-ιανό κατάστρωμα σε ρόλο ήρωα.
Στη βουβή αυτή ταινία ο Fairbanks είναι ο γιος ενός ευγενή που μεταμφιέζεται σε Μαύρο Πειρατή για να πάρει εκδίκηση από τους πειρατές που ευθύνονται για το θάνατο του πατέρα του σε μια από τις κούρσες τους.
Εφόσον δεν υπήρχαν λόγια, η υπερβολή στις εκφράσεις του προσώπου και τις κινήσεις του σώματος βαράει κόκκινο, αλλά κατά βάση χωρίς να κάνει το χαρακτήρα κάτι ανάλογο του Charlie Chaplin.
Η εικόνα του Fairbanks έχτισε μια για πάντα την εικόνα που θα είχε κάθε άνθρωπος στο μυαλό του για έναν πειρατή, με τα μαύρα ρούχα, τη μπαντάνα, το σκουλαρίκι και το eye-patch.
Γενναίος, ατρόμητος, έξυπνος, ικανός μαχητής και υπερασπιστής των αθώων, ο Μαύρος Πειρατής ανασκεύασε την αρνητική εντύπωση που είχε το κοινό ως τότε για τους πειρατές, καθώς ήταν ρόλοι που αντιπροσώπευαν τους κακούς των ταινιών.
Trivia: Ο πατέρας του Μαύρου Πειρατή στην ταινία ήταν ο πατέρας του Douglas Fairbanks στην πραγματικότητα.
Captain Peter Blood (Errol Flynn) – Captain Blood (1935)
Ένας χαρακτήρας σταθμός στο πάνθεον των ‘swashbuckling’ ταινιών και ηρώων.
Με το χαρακτήρα του Blood, ο άγνωστος ως τότε Errol Flynn έγινε εν ριπή οφθαλμού από τους πιο αγαπητούς ήρωες δράσης και τους πιο διάσημους ηθοποιούς περιπετειών της εποχής.
Ο Captain Blood ήταν ένας γιατρός που κατηγορήθηκε για προδοσία και πουλήθηκε ως σκλάβος, ωστόσο απέδρασε και έγινε πειρατής, κάνοντας μεγάλα κατορθώματα στη θάλασσα και δημιουργώντας τεράστια φήμη.
Ωστόσο, δεν απέβαλε αρετές όπως η γενναιότητα, η ανδρεία, το θάρρος και η ευγένεια, με τον Flynn να τον αποτυπώνει τόσο παραστατικά, ώστε ο Blood έγινε η εικόνα του αρχετυπικού ήρωα του είδους, που έχει τον αέρα και την έπαρση της σιγουριάς, πολεμώντας παράλληλα ενάντια στην αδικία.
Ο χαρακτήρας από το ομώνυμο βιβλίο του Rafael Sabatini ήταν ο ήρωας των παιδιών της γενιάς του πατέρα μου, ο οποίον τον αποκαλούσε τότε χιουμοριστικά, τώρα με νοσταλγία, ‘Κάπταιν Μπλουμ’!
Long John Silver (Robert Newton) – Treasure Island (1950)
Δεν είναι όλοι οι πειρατές καλοί, όπως οι προαναφερθέντες.
Υπάρχουν κι αυτοί που θα σε μαχαιρώσουν πισώπλατα με την πρώτη ευκαιρία.
Σε αυτή την κατηγορία θα βάζαμε άνετα τον Long John Silver, το δημιούργημα του συγγραφέα Robert Louis Stevenson, που ενσαρκώθηκε τη δεκαετία του ’50 από τον Robert Newton.
Ο Silver αρχικά προβάλει την εικόνα του φιλικού μάγειρα, αλλά σύντομα αποκαλύπτει τον προδοτικό και ανήθικό χαρακτήρα του.
Ο Newton μπήκε τόσο στο πετσί του ρόλου, που θα μπορούσε να γίνει άνετα μια εικόνα φόβου για χιλιάδες παιδάκια που θα τον έβλεπαν.
Άσχημος, απειλητικός και αδίστακτος, ο Newton έγινε ένα ακόμη iconic αρχέτυπο πειρατή, πιο κακού αυτή τη φορά, με τα πιο χαρακτηριστικά αξεσουάρ το ξύλινο πόδι και τον παπαγάλο που μιλάει.
Καταφέρνει, όμως, να γίνει αρεστός χάρη στάση του απέναντι στον πιτσιρικά Jim Hawkins, παρά το ότι ήταν ένας πολύ άγριος χαρακτήρας για τα δεδομένα της Disney την εποχή εκείνη -πόσο μάλλον για την πρώτη της live-action ταινία.
Captain Hook (Dustin Hoffman) – Hook (1991)
Μια από τις ταινίες που αποδεικνύουν ότι ο Robin Williams γεννήθηκε κατευθείαν 40 χρονών.
Εδώ, ένας από τους πιο διάσημους -αν όχι ο πιο διάσημος- πειρατές των παιδιών επιστρέφει για να πάρει εκδίκηση από τη σιτεμένη πλέον νέμεση του.
Ο Captain Hook και το πλήρωμα του Jolly Roger συνεχίζουν να τρομοκρατούν τη Χώρα του Ποτέ, αλλά αυτή τη φορά με λίγο περισσότερο φλέγμα.
Ο εν λόγω Hook νομίζει ώρες-ώρες ότι παίζει σε θεατρικό του Shakespeare, αλλιώς δεν εξηγείται το πομπώδες ύφος και η προφορά, που δύσκολα συνάδουν με την εικόνα του πειρατή.
Ωστόσο, μέσα σε μια ταινία που πρέπει να βγάλεις κι από τη μύγα ξύγκι για να βρεις τα στοιχεία εκείνα που σε έκαναν να αγαπάς το παραμύθι του Peter Pan, ο Hook βγάζει κάτι από το συναίσθημα που θα έπρεπε να έχεις ως παιδί, όταν φέρνεις στο νου σου τον κακό του παραμυθιού.
Ίσως αν ήμουν ακόμη πιο μικρός όταν πρωτοείδα της ταινία, ίσως αν ο Hook συνέχιζε να κυνηγάει τον Peter Pan ως παιδί και όχι ως γιάπη, μπορεί να μου είχε μείνει αλλιώς στο μυαλό.
Δεν παύει, όμως, αντικειμενικά η ερμηνεία του Hoffman να έχει μείνει ανεξίτηλη στον όλο μύθο και στην υπόσταση του Captain Hook.
Westley/Dread Pirate Roberts (Cary Elwes) – The Princess Bride (1987)
Παραμύθι, ρομαντισμός, ξιφομαχίες, δεσποσύνες σε κίνδυνο (και απόγνωση) και ο κλασσικός ήρωας της ιστορίας που προτάσσει τα στήθη του και την αιχμή του σπαθιού του στους κακούς για να σώσει την αγαπημένη του.
Ε και όταν έχεις και τον Cary Elwes, πρόσθεσε και μερικές έξυπνες ατάκες για δώσουν μια εύθυμη νότα.
Εδώ βασικά, έχουμε έναν πειρατή μόνο κατ’ όνομα ή φήμη, καθόσον δεν έχουμε ούτε πλοία, ούτε ναυμαχίες, παρά μόνο έναν μοναχικό νέο ντυμένο Ζορρό, που παλεύει για να ξανακερδίσει την αγάπη του.
Παραμένει, βέβαια, στα πρότυπα χάρη στην εξυπνάδα, τις ικανότητες, τη γενναιότητα και την ευγένεια του ήρωα που κάθε παιδί θα ήθελε να του μοιάσει.
Και μπορεί να γνώρισα τον ηθοποιό, όταν φορούσε πράσινα κολάν με τους χαρωπούς συντρόφους του, ωστόσο τιμάει και με το παραπάνω τα μαύρα πειρατικά ρούχα που φοράει.
Captain Morgan Adams (Geena Davis) – Cutthroat Island (1995)
Κλασσικό σκηνικό με πειρατικό κυνήγι θησαυρού, μυστικούς χάρτες σε κομμάτια και σεντούκια με χρυσάφι, τη στιγμή που η πειρατεία περνάει σε γυναικεία χέρια.
Τόσες φορές που τα τηλεοπτικά κανάλια έχουν γεμίσει το πρόγραμμα τους εκείνες τις τεμπέλικες ώρες με την εν λόγω ταινία, ε δε θα μπορούσαμε να αφήσουμε απ’ έξω τη Morgan Adams.
Η Davis είπε να πιάσει το πηδάλιο και να βάλει πλώρη για την περιπέτεια, αλλά το κανόνι του box office της βύθισε το σκαρί σαν να ήταν τρύπια βάρκα.
Δε λέω, ωραία η Davis τότε, αρκετά θηλυκή, έστω και με τα αντρικά ρούχα (θα μπορούσε να είναι και πειρατικό φετίχ για κάποιον λάτρη του είδους), ηρωική και γενναία, σύμφωνα πάντα με τα στάνταρ των swashbuckler συναδέλφων και προκατόχων της, αλλά ο θησαυρός που αναζητούσε αποδείχτηκε άνθρακες, χάρη σε εκείνο το ρεκόρ Γκίνες για την πιο αποτυχημένη ταινία ever.
Κι αν δεν ερχόταν ο Captain Jack οχτώ χρόνια αργότερα, το κινηματογραφικό αυτό είδος θα είχε περπατήσει στη σανίδα για να καταλήξει στο μπαούλο του Davy Jones.
Captain Harlock (Shun Oguri) – Space Pirate Captain Harlock (2013)
Και αυτός είναι η αιτία που μου ήρθε η ιδέα και ξεκίνησα το παρόν αφιέρωμα!
Ο πειρατής της θάλασσας του διαστήματος που σημάδεψε τα παιδικά τηλεοπτικά μου χρόνια, σχεδόν όσο η ουλή στο πρόσωπο του.
Η ιστορία του Harlock ξεκινάει από to 1978 όταν έκανε το ντεμπούτο του στη σειρά Space Pirate Captain Harlock, του Leiji Matsumoto.
Από τότε έχει εμφανιστεί σε διάφορα sequels, spin-offs, manga comics και anime remakes, με πιο πρόσφατη τη CGI ταινία που κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία το Σεπτέμβριο (και που αμφιβάλλω αν θα τη δούμε πριν να βγει σε home media).
Το backstory του κάθε φορά αλλάζει, αλλά η κεντρική ιδέα είναι η ίδια: ένας μαχητής με το ετερόκλητο πλήρωμα του να πολεμάει ενάντια σε εξωγήινους εισβολείς, με ευγένεια, στωικότητα και ιδανικά, κόντρα σε μια κοινωνία του μέλλοντος που τον έχει εξοστρακίσει ως παράνομο και η οποία έχει βυθιστεί πλέον στην απάθεια.
Ο Harlock γίνεται ένας φάρος ελπίδας απέναντι σε αυτή την απάθεια και απραξία των ανθρώπων, με το να μην υποκύπτει σε καταστάσεις όπως η ‘μοίρα’ ή το ‘πεπρωμένο’, αλλά βαδίζοντας το δικό του μονοπάτι της ελευθερίας και δείχνοντας σε όποιον τον γνωρίζει το πραγματικό νόημα της.
Αχχχ… η Arcadia της νιότης μου…!
Ελπίζω να ευχαριστηθήκατε το ταξίδι, να γευτήκατε λίγη από την αλμύρα της περιπέτειας και κάπου εδώ σας αφήνω με το κλασσικό
«Drink up me ‘earties, yo ho!
Yo ho! Yo ho! A pirate’s life for me!»
Αργύρης Σταματόπουλος.