Ο ορισμός του ψυχολογικού θρίλερ.
Δεν πρόκειται απλά για μια ταινία τρόμου που θεωρείται κλασική, αλλά για μια από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου.
Η κυκλοφορία της αποτέλεσε ορόσημο και ομόφωνα θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα του σύγχρονου cinema.
Σκοτεινή ατμόσφαιρα, άψογη σκηνοθεσία, έξυπνο σενάριο, απολαυστικοί διάλογοι, ολοκληρωμένοι πολυδιάστατοι χαρακτήρες και άρτιες ερμηνείες που εμπνέουν μέχρι και σήμερα, είναι μερικά από τα στοιχεία που τοποθέτησαν το The Silence of The Lambs στην κορυφή.
Η ιστορία έχει ως κεντρικό χαρακτήρα την νεαρή εκπαιδευόμενη και αρκετά φιλόδοξη πράκτορα του FBI, Clarice Starling (Jodie Foster).
Πρόκειται για μια καινούρια στο χώρο κοπέλα σε ένα ανδροκρατούμενο επάγγελμα, η οποία όμως έχει μεγάλη διάθεση και πασχίζει να αποδείξει την αξία της στους συναδέλφους της.
Όταν αναλαμβάνει την υπόθεση ενός κατά συρροή δολοφόνου, αισθάνεται σαν να της δίνεται μια ευκαιρία.
Χωρίς σχετική εμπειρία και όντας εντελώς στα τυφλά στην αρχή, θα προσπαθήσει να εξιχνιάσει την υπόθεση που αφορά έναν serial killer, γνωστό ως Buffalo Bill (Ted Levine), του οποίου τα θύματα είναι νέες εύσωμες γυναίκες, τις οποίες γδέρνει και τους αφαιρεί το δέρμα από τα σώματά τους.
Φρικαλέοι φόνοι, ανατριχιαστική υπόθεση, αλλά η Clarice είναι πεπεισμένη να ανταπεξέλθει και να οδηγηθεί στην αποκάλυψη της ταυτότητας του δολοφόνου.
Όταν τελευταίο θύμα του περιβόητου εγκληματία πέσει η κόρη του γερουσιαστή, τότε η υπόθεση θα αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη προβολή και ακόμη μεγαλύτερη σημασία για να ολοκληρωθεί με το καλύτερο δυνατό τρόπο.
Κατά την διάρκεια της έρευνάς της, ένας ιεραρχικά ανώτερός της, την στέλνει να αποσπάσει πληροφορίες από τον ψυχίατρο Hannibal Lecter (Anthony Hopkins), ο οποίος κρατείται σε φυλακή υψίστης ασφαλείας, αφού καταδικάστηκε για εγκλήματα κανιβαλισμού που οδήγησαν σε μια σειρά φόνων.
Εκείνη ελπίζει ότι η συνεργασία τους θα την οδηγήσει στον εντοπισμό του Buffalo Bill, αλλά δεν γνωρίζει ότι τα παιχνίδια μυαλού στα οποία είναι αυθεντία ο Dr.Lecter, θα την οδηγήσουν στο να αποκαλύψει στοιχεία της προσωπικότητάς της και να μοιραστεί μαζί του αναμνήσεις που σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελε.
Τότε δημιουργείται μια ιδιόμορφη σχέση που θα αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα για την εύρεση του καταζητούμενου δολοφόνου.
Πολυαγαπημένη ταινία, όπως και όλες οι σκηνές της.
Ορισμένες τρομάζουν με μεγάλες δόσεις, όπως η σκηνή που πρωτοεμφανίζεται ο χαρακτήρας του Hannibal Lecter, άλλες εντυπωσιάζουν, όπως αυτή της απόδρασης του διάσημου δολοφόνου, αλλά μία πιστεύω πως ξεχωρίζει.
Και δεν είναι άλλη από την τελευταία συνάντηση του ψυχασθενούς Hannibal με την μαχητική Clarice.
Σε αυτή, η νεαρή πράκτορας εκθέτει αυτοβούλως στοιχεία του εαυτού της και κάνει μια τελευταία έκλυση βοήθειας στον φυλακισμένο με την άκρως διαταραγμένη προσωπικότητα που αποτελεί τον κατά συνθήκη συνεργάτη της.
Η ίδια έχει έρθει πολύ κοντά στην εντοπισμό του Buffalo Bill και ο Hannibal δεν αρνείται να της δώσει την σωστή κατευθυντήρια γραμμή, λίγο πριν αποδράσει.
Η δυναμική του πρωταγωνιστικού διδύμου προκαλεί δέος.
Πραγματικά μιλάμε για μια ηλεκτροφόρα χημεία.
Και οι δύο ηθοποιοί έχουν ταυτιστεί απόλυτα με τους χαρακτήρες που υποδύονται και προσφέρουν μεγάλες στιγμές υποκριτικής.
Ακόμα και ο ίδιος ο σκηνοθέτης Jonathan Demme είχε παρασυρθεί από το θέαμα που έβλεπε και όπως εκείνος δήλωσε μετέπειτα, αδυνατούσε να πει το ‘cut’ μετά την ολοκλήρωση της σκηνής.
Αναμφισβήτητα αποτελεί ένα από τα καλύτερα ερμηνευτικά στιγμιότυπα τόσο της καριέρας των δύο ηθοποιών, όσο και στην ιστορία του κινηματογράφου γενικότερα.
...Αν και αρχικά ήθελα να επιλέξω να θυμηθούμε την πρώτη συνάντησή των δύο, όπου πρωτοσυναντάμε και τον χαρακτήρα του Hannibal
Σε αυτή την πρώτη σκηνή παραμένει στωικός μέσα στο κελί του, αλλά δείχνει απίστευτα επικίνδυνος.
Σαν μια ταραντούλα κλεισμένη στο κουτί της που περιμένει υπομονετικά την ευκαιρία για να ελευθερωθεί.
Το γεγονός ότι η συνομιλία διεξάγεται όταν εκείνος βρίσκεται έγκλειστος στο καλά θωρακισμένο κελί του, όλως περιέργως δεν δημιουργεί μια κάποια ασφάλεια στο θεατή.
Η ανησυχία που προκαλείται σχεδόν αυτόματα στους θεατές οφείλεται κατά πολύ σε αυτό το σατανικό πειθήνιο βλέμμα του Hannibal που καρφώνει την νεαρή πράκτορα.
Ο ίδιος δεν αποτελεί μια κοινότυπη φιγούρα ενός μανιακού δολοφόνου, ούτε ενεργεί ως τέτοια.
Δεν είναι ένας ακόμη σχιζοφρενής δολοφόνος, αλλά ένας δολοφόνος με έντονα ανεπτυγμένη σκέψη και αντίληψη.
Μια μορφή εκλεπτυσμένου ανθρώπου εξωτερικά και ένα κτήνος εσωτερικά που λαχταρά να κατασπαράξει την ανθρώπινη σάρκα.
Κι όμως στην επικοινωνία του με την Clarice βγάζει μια μη αναμενόμενη ευαισθησία.
Δείχνει να τον ικανοποιούν οι συνομιλίες τους, σε βαθμό που να τις απολαμβάνει και να τις αποζητά.
Δημιουργείται ένας περίεργος δεσμός τύπου πατέρας-κόρης, ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί επίσης και ότι υπάρχει ένας διεστραμμένος ερωτισμός που αιωρείται ανάμεσά τους.
Η εντύπωση που γεννάται είναι ότι όντως την συμπαθεί, επιθυμεί να την βοηθήσει (με τα εκάστοτε ανταλλάγματα βέβαια) και μάλλον δημιουργεί μια ιδιότυπη μορφή αγάπης για εκείνη.
Ενδιαφέρον για την επιτυχία της σίγουρα έχει και για αυτό την καθοδηγεί σταδιακά για να την βοηθήσει εν τέλει να ανακαλύψει μόνη της τον δολοφόνο που ψάχνει.
Θεωρεί πιθανότατα ότι βρήκε μια αντάξιά του, έπειτα από άπειρες συναντήσεις με ντεντέκτιβ περιορισμένων δυνατοτήτων και εννοείται ότι μονοπωλεί το ενδιαφέρον του.
Γοητεύεται από τον χαρακτήρα της, δημιουργώντας εύκολα το ψυχολογικό προφίλ της και τότε είναι που φαίνεται ότι αντιστρέφονται οι ρόλοι των δύο.
Για την ακρίβεια από την αρχή της γνωριμίας τους, εκείνος φαίνεται να είχε πάντα το πάνω χέρι.
Αυτός γνώριζε, κατεύθυνε και περίμενε τα αποτελέσματα.
Η απειρία, η θέληση και η επιμονή της Clarice, του πρόσφεραν μέχρι και ψυχαγωγία.
Φαίνεται μάλιστα να τρεφόταν συναισθηματικά στο άκουσμα της παιδικής τραυματικής εμπειρίας της Clarice που πραγματοποιήθηκε στο πατρικό της.
Σημείο που φαίνεται να του πρόσφερε συγκίνηση και ευχαρίστηση ταυτόχρονα ήταν αυτές οι δυσάρεστες εμπειρίες της παιδικής της ηλικίας.
Ο Anthony Hopkins πραγματοποιεί μια ανεπανάληπτη ερμηνεία που στοίχειωσε τα μυαλά όλων όσων έχουν παρακολουθήσει την ταινία.
Με επιβλητικό παρουσιαστικό, βραχνή ανατριχιαστική φωνή και δυο μεγάλα μοχθηρά μάτια όπως του κακού λύκου σαν να βγήκε από ένα άλλου είδους παραμύθι.
Δημιουργεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές στην ιστορία του κινηματογράφου και ίσως την πλέον τρομακτική.
Πρόκειται για τον Dr.Hannibal Lecter, ένα ιδιοφυές αν και διεστραμμένο μυαλό, έναν ψυχοπαθή, έναν κανίβαλο με έντονα οξυμένες αισθήσεις.
Έχοντας την ιδιότητα του ψυχιάτρου, μοιάζει ικανός να μπορεί να χειριστεί αναλόγως την εκάστοτε επιθυμία του, τον όποιο ειδικό θεραπευτή θα προσπαθήσει να τον προσεγγίσει ή να τον ψυχαναλύσει.
Δεν διαθέτει ίχνος αβεβαιότητας στην ομιλία του, σε σημείο να είναι αφοπλιστική η τόσο μεγάλη σιγουριά του, μιας που ήδη βρίσκεται κρατούμενος.
Το τρομακτικό είναι ότι ο ίδιος έχει πλήρη συνείδηση των πράξεών του και φαίνεται επίσης ότι πρόκειται όχι απλά για μια επιλογή, αλλά για την πραγματική φύση του.
Ένας τρομακτικός εαυτός που δεν τίθεται καν θέμα αποδοχής αυτού.
Ο ψυχολογικός τρόμος που ο ίδιος επιζητά να δημιουργεί στα θύματά του, μοιάζει πιο διαπεραστικός και από την λεπίδα άλλων κινηματογραφικών serial killers, όπως Michael Myers, Leatherface, Freddy, Jason.
Και αυτό συμβαίνει γιατί δημιουργείται η εντύπωση ότι με τον συγκεκριμένο δολοφόνο μπορείς κάλλιστα να κάνεις μια συζήτηση υψηλού επιπέδου, καθώς επίσης φαντάζει ικανός να κατευθύνει την συνομιλία όπου εκείνος θέλει, να σε χειραγωγήσει χωρίς να το αντιληφθείς και εν τέλει μπορεί να σε φάει στην κυριολεξία.
Ο Hopkins καταφέρνει να πραγματοποιήσει το ακατόρθωτο.
Αν και υποδύεται έναν παρανοϊκό δολοφόνο με άκρως αιμοβόρα ένστικτα, δεν γίνεται αντιπαθής στο κοινό, αλλά αντίθετα μένουμε να θαμάζουμε το μεγαλείο του χαρακτήρα του.
Προκαλεί σεβασμό αντί για απέχθεια.
Αποστροφή για το πρόσωπό του δημιουργείται μόνο αν σκεφτεί κανείς τις νοσηρές πράξεις του γιατρού Lecter.
Χωρίς υπερβολή παρέχει μια καθηλωτική ερμηνεία, δίνοντας πρόσωπο στην έννοια του απόλυτου κακού.
Στον αντίποδα βρίσκεται η γλυκιά Clarice, η οποία διαθέτει μια πηγαία καλοσύνη και δεν έχει προλάβει ακόμα να «σκληρύνει» και να θωρακίσει τον εαυτό της, παρά τις αντίστοιχες απαιτήσεις του επαγγέλματός της.
Την διακρίνει μια σεμνότητα, μια ευγένεια και χωρίς να διαθέτει κραυγαλέα ομορφιά, μαγνητίζει περισσότερο λόγω της εκφραστικότητάς της.
Η Jodie Foster έχοντας μεγάλη εμπειρία στο ενεργητικό της, εμβαθύνει στο ρόλο, πραγματοποιώντας με την σειρά της μια εξαιρετική ερμηνεία.
Πολύ καλή η ερμηνεία και του Ted Levine ως ψυχανώμαλου Jame Gumb-Buffalo Bill.
Η ταινία απέσπασε διθυραμβικές κριτικές στο σύνολό της και για όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία.
Κάτι το οποίο δεν ήταν εξασφαλισμένο εξαρχής, μιας που η ταινία πέρασε από διάφορα σκαμπανεβάσματα.
Το γεγονός δε ότι προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες τον Φεβρουάριο του 1992, εκμηδένισε τις προσδοκίες των συντελεστών για διακρίσεις, αφού για πολύ λίγο έχασε την περίοδο των διάφορων τελετών βραβεύσεων.
Κι όμως η ημερομηνία κυκλοφορίας δεν στάθηκε ικανή για να μην λάβει η ταινία την αναγνώριση που της αξίζει.
Κάτι το οποίο αποδείχτηκε περίτρανα όταν βραβεύτηκε με 5 Oscar, ακριβώς έναν χρόνο μετά την πρώτη προβολή της στις αμερικανικές αίθουσες.
Το The Silence of The Lambs αποτέλεσε την μεγαλύτερη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία του σκηνοθέτη Jonathan Demme, ο οποίος μέχρι τότε δεν είχε γνωρίσει παρόμοια αποδοχή.
Το σενάριο βασίστηκε στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Thomas Harris που πρωτοκυκλοφόρησε το 1988 και τράβηξε το ενδιαφέρον δύο μεγάλων αστέρων του Hollywood.
Ο Gene Hackman και η Jodie Foster ήθελαν να αναλάβουν την παραγωγή, αλλά τελικά ο πρώτος επικράτησε εξασφαλίζοντας τα δικαιώματα για την δημιουργία της ταινίας.
Ο Hackman σκόπευε να υποδυθεί την προσωπικότητα του Dr.Lecter και ταυτόχρονα ήθελε να το σκηνοθετήσει.
Οι μακάβριες σκηνές που διέθετε το σενάριο όμως τον ώθησαν στο να φοβηθεί εν μέρει το εγχείρημα και να αποχωρήσει.
Τότε είναι που ανέλαβε ο Jonathan Demme, ο οποίος ήθελε να μείνει πιστός στο βιβλίο όπως και έμεινε, χωρίς όμως να δείχνει την φρικαλεότητα των φόνων.
Ναι μεν περιγράφονται, ναι μεν παρακολουθούμε ορισμένα πλάνα, αλλά ουδέποτε παρουσιάζονται αποκρουστικές σκηνές φόνου στον κινηματογραφικό φακό.
Όσον αφορά τον πρωταγωνιστικό γυναικείο ρόλο, ο Demme ήθελε την Michelle Pfeiffer, με την οποία είχε συνεργαστεί λίγο νωρίτερα στην μαύρη κωμωδία Married to the Mob (1988) και είχε γοητευτεί από το ταλέντο της διάσημης ηθοποιού.
Της έστειλε τότε άμεσα το σενάριο, αλλά προς μεγάλη του απογοήτευση εκείνη το απέρριψε.
Η Jodie Foster που είχε δηλώσει εξαρχής την επιθυμία της για τον ρόλο της Clarice από την αρχή του project, προσέγγισε τον σκηνοθέτη και γνωρίζοντας ότι η πρώτη του επιλογή θα ήταν η Pfeiffer, του ζήτησε να αποτελέσει η ίδια την δεύτερη επιλογή του για τον ρόλο.
Και πάλι όμως εκείνος δεν μπορούσε να την εμπιστευτεί, αφού αδυνατούσε να την οραματιστεί ως εικόνα στο ρόλο.
Έπειτα στράφηκαν σε άλλα μεγάλα τότε ονόματα μεταξύ και των Geena Davis, Meg Ryan ακόμα και της Melanie Griffith(!), πραγματοποιώντας παράλληλα μεγάλες οντισιόν.
Τελικά ευτυχώς για την Foster, ο Demme πείστηκε, αλλά στο casting του πρωταγωνιστικού ανδρικού ρόλου υπήρχε επίσης πρόβλημα.
Πρώτη επιλογή υπήρξε ο Sean Connery, ο οποίος αρνήθηκε και μετά ακούστηκαν τα ονόματα των Jack Nicholson, Robert De Niro, Dustin Hoffman και Jeremy Irons, αλλά όλοι αρνήθηκαν για διαφορετικούς ρόλους ο καθένας.
Στην συνέχεια ο Demme θυμήθηκε τον χαρακτήρα του Anthony Hopkins στο The Elephant Man του David Lynch που είχε προβληθεί 8 χρόνια νωρίτερα πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα του The Silence of The Lambs και έκανε μια συνειρμική σκέψη.
Σκέφτηκε ότι θα είχε πολύ να ενδιαφέρον να παρακολουθήσουν οι θεατές τον καλό γιατρό Frederick Treves της επιτυχημένης ταινίας του 1980 να υποδύεται έναν παράφρον και απόλυτα κακό πλέον γιατρό.
Και η απόφαση ήταν σωστή, με τον Hopkins να ενθουσιάζεται με αυτόν τον σκοτεινό ρόλο που του προτάθηκε.
Και πάλι όμως οι ενδείξεις ήταν αποτρεπτικές, αφού το πρώτο μυθιστόρημα της τριλογίας ονόματι Red Dragon, το οποίο είχε γνωρίσει κινηματογραφική μεταφορά ως Manhunter (1986), είχε απογοητευτική εισπρακτική πορεία μην καταφέρνοντας να συγκεντρώσει ούτε καν $9 εκατομμύρια, έχοντας συνολικό budget $15 εκατομμύρια.
Προς μεγάλη έκπληξη όλων όμως το The Silence of The Lambs αποτέλεσε επίσης μεγάλη εμπορική επιτυχία, ξεπερνώντας τα $272 εκατομύρια.
Σημειωτέων πρώτη μέρα κυκλοφορίας ήταν η 14η Φεβρουαρίου (και αυτό προς απάντηση στους παραγωγούς ταινιών που πιστεύουν ότι οι θεατές θέλουν να δουν αποκλειστικά ταινίες τύπου Valentine’s Day εκείνη την περίοδο).
Το σημαντικότερο όμως είναι η διαχρονικότητα που έχει η ταινία, καθώς ακόμα και σήμερα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο τρομακτικές ταινίες όλων των εποχών.
Ας απολαύσουμε την έντονη δραματικά σκηνή μεταξύ Hannibal Lecter και Clarice, στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω.
Νάσος Κυριακίδης.