Μιας και έκανε την αρχή ο Αργύρης με τα ‘σκοτεινά’ στις Ταινίες που Αδικήθηκαν πιάνοντας την ‘Σκοτεινή Πόλη’, εγώ λέω να το παίξω παιδί της επαρχίας και να πιάσω το ‘Σκοτεινό Χωριό’.
Ακολουθεί στη σειρά ο ‘Σκοτεινός Μαχαλάς’, για να ολοκληρωθεί το κοινωνιολογικό αφιέρωμα με το ‘Σκοτεινό Νερό’ που αποτελεί μια πρόδηλη κριτική στην ΕΥΔΑΠ και στις δημοτικές υπηρεσίες.
Το Filmboy θυμήθηκε λίγο αργά τις Δημοτικές Εκλογές, αλλά δεν πειράζει…
ΥΠΟΘΕΣΗ-ΠΛΟΚΗ-ΣΕΝΑΡΙΟ
Πενσυλβάνια, ειρηνικός οικισμός του 19ου αιώνα στη μέση του δάσους.
Την ημέρα όλα κυλούν ήρεμα μέσα στη καθημερινή οικογενειακή ζωή των κατοίκων.
Τη νύχτα όμως βγαίνει η μεγαλύτερη απειλή που τρομοκρατεί κάθε μεγάλο ή παιδί.
Μυστηριώδη πλάσματα, οι ‘Ακατανόμαστοι’, παραμονεύουν πίσω από τις σκιές των δέντρων αποτρέποντας τους χωρικούς να ξεμυτίσουν από τα σπίτια τους.
Όλα ξεκινούν όταν το παιδί του August Nicholson (Brendan Gleeson) πεθαίνει από μία ανίατη ασθένεια, με τον Lucius Hunt (Joaquin Phoenix) να ζητά απεγνωσμένα από το συμβούλιο σοφών της κοινότητας να καταφύγουν στην πόλη για να αγοράσουν φάρμακα και ιατρικά είδη.
Το συμβούλιο αρνείται πεισματικά, κάτι που γεμίζει με ερωτηματικά και αγωνία τον Lucius καθώς κι άλλα νεαρά μέλη της κοινότητας, όπως την γλυκιά, τυφλή Ivy (Bryce Dallas Howard).
Ταυτόχρονα, εντείνονται οι επιθέσεις των σκιωδών τεράτων-πλασμάτων στο χωριό.
Τι είναι στη πραγματικότητα αυτά τα πλάσματα που φοβίζουν τον κόσμο;
Και τελικά μήπως κρύβει μυστικά αυτό το χωριό;
Πάνω-κάτω αυτή είναι η στοιχειώδης, κεντρική ιδέα του σεναρίου που αποτελεί απλώς τη βάση για ό,τι συμβαίνει παρακάτω.
Η πλοκή κρύβει αρκετά περισσότερα, και μάλιστα μπορούμε να πούμε πως αυτό το χιτσκοκικό μυστήριο είναι η φλούδα, γιατί το ζουμί της ταινίας είναι καθαρά η κοινωνική διάσταση.
Βέβαια, ο ρυθμός του ιδιαίτερο στο πρώτο μισό είναι σχετικά αργός, καθώς περισσότερο αφιερώνεται στην ανάπτυξη χαρακτήρων, όπως τον αυστηρό αλλά προστατευτικό πατέρα της Ivy, Edward (William Hurt), την κλειστή μητέρα του Lucius, Alice Hunt (Sigourney Weaver) ή τον νοητικά ανάπηρο Noah (Adrien Brody).
Επιπλέον ο Shyamalan σ’ αυτό το πρώτο μέρος ενδιαφέρεται ξεκάθαρα να χτίσει το προφίλ μιας συνηθισμένης κοινότητας με τις κόντρες και τις έριδές της, εμφανίζοντας κυρίως διαλόγους με everyday θεματολογία, ώστε να αντιπαραθέσει αυτή την εικόνα μ’ αυτό που έρχεται στο δεύτερο μέρος, την κορύφωση του μυστηρίου.
Βέβαια, για να τα λέμε όλα, υπάρχουν δυο-τρία κενά στο σενάριο, τα οποία τα ανακαλύπτεις ΜΕΤΑ το τέλος του έργου, γιατί εννοείται πως αν επεξεργαστείς τις τελευταίες σκηνές του φινάλε σου δημιουργούνται ορισμένες πολύ λογικές απορίες –καμία σχέση βέβαια με το πώς κατέληξε η f...ing σβούρα του ‘Inception’.
Με άλλα λόγια, φαντάσου ένα λίγο πιο βλαχαδερό ‘Dowton’s Abbey’ μαζί με ψητό, ωριμασμένο ‘The Wicker Man’ (όχι φυσικά τη ξινισμένη μπάμια που γύρισε ο Cage), σερβιρισμένο με το φημισμένο ινδικό μπασμάτι ‘Έκτη Αίσθηση’ που γούσταρε ιδιαίτερα ο Bruce Willis πριν το γυρίσει στη λιπαρή λαδίλα των fast food action μούφις.
ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ-ΥΦΟΣ
Τίγκα στην υγρασία, (η γιαγιά η Κυράτσω έβγαλε ποδάγρα και πονάει), πυκνή ομίχλη να μην βλέπεις που φτύνεις και τελικά να την έχεις ρίξει στο παπούτσι σου και βροχή-ταμάμ για κιβωτό… καλά θρίλερ δε βλέπεις, τι περιμένεις;
Ε λοιπόν όχι!
Δε βλέπεις θρίλερ!
Αν υπάρχει ένας λόγος που η ταινία απογοήτευσε το μεγάλο κοινό ήταν όλη η καμπάνια προώθησης που στήθηκε από την παραγωγό ‘με λένε Disney, με φωνάζουν Touchstone’ εταιρεία και προμόταρε το φιλμ ως θρίλερ μυστηρίου.
Ξέρεις, τρέιλερ με έμφαση στην απειλή των ‘Ακατανόμαστων’ πλασμάτων, δραματική μουσική, κοφτό μοντάζ πάνω σε κραυγές και τρομαγμένα βλέμματα με γουρλωμένα μάτια…
Λάθος.
Ο σκηνοθέτης-σεναριογράφος ‘Mη Βράδυ’(M. Night Shyamalan) δεν είχε κανένα σκοπό να γυρίσει ψυχολογικό θρίλερ δολοφονικών πνευμάτων τύπου Ένοχο Μυστικό’ ή να πιάσει τον κλειστοφοβικό whodunit τρόμο του ‘Identity’ στο πιο ...χωριάτικό του.
Ο Ινδός έφτιαξε ένα ατμοσφαιρικό δράμα μυστηρίου.
Δηλαδή σου δημιουργεί σασπένς, όχι φόβο.
Ποντάρει στο ‘τι στο διάολο γίνεται εδώ τώρα!;’, όχι στο ‘ωχ! Παναγία μου!’
Επιδιώκει το ‘σκάσε ρε Στάθη να δω την ταινία!’, όχι το ‘αζάπη μου έεεελα εδώ, φοβάααμαι!’
Όχι ότι δεν έχει το φιλμ τις ...θριλερο-ειδείς στιγμές του.
Έχει τις απαραίτητες σκιές που ανοίγουν πόρτες απότομα, αφήνουν γδαρμένα κουφάρια ζώων και γρυλίζουν, έχει και κάνα θάνατο για να μην πληρώνουν τζάμπα το καστ, έχει και κάποιες λίγες σκηνές αίματος, αλλά μιλάμε για ελάχιστη ποσότητα…
Εξ ου και η πρόθεση του Shyamalan να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στους χαρακτήρες.
Τον ενδιαφέρει να σου δείξει πόσο χάνει την ισορροπία της κι αμφιταλαντεύεται αυτή η μικρή κοινότητα μέσα στους θανάτους και την αναστάτωση και τελικά με μια ανατροπάρα, η κεντρική ιδέα ξεβρακώνεται μπροστά σου περιμένοντας να την αρχίσεις είτε στα φιλιά είτε στα βρισίδια.
ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ-ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ
Δεν θυμάμαι άλλη ταινία του κυρίου Shyamalan με τόσο εκλεκτό, προσηλωμένο στους ρόλους του, καστ - Hurt, Weaver και Gleeson επωμίζονται τον ρόλο των πληγωμένων/προστατευτικών/ηθικά ανήσυχων γονέων που πάνε να βάλουν τάξη στο αλλόκοτο χάος.
Μοναδικός ο Brody στο ρόλο του ‘τρελού’, καταφέρνοντας να μην τον κάνει καρικατούρα, ο Phoenix είναι τόσο εσωστρεφής, φοβισμένος κι ερωτευμένος όσο χρειάζεται για να δέσει με την Howard, η οποία με τη σειρά της υποδύεται υπέροχα την αντιδραστική αλλά λογική Ivy που κλέβει την παράσταση και μόνο με τα μάτια της, γιατί παρότι τυφλή το βλέμμα της «ουρλιάζει» συναισθήματα και σκέψεις – χαρακτηριστική η σεκάνς που τριγυρνάει φοβισμένη στο δάσος με τη μουσταρδί κάπα.
Προσέξτε και μία γνωστή φάτσα γεμάτη ξανθοκόκκινες μπούκλες που εμφανίζεται σε δυο-τρεις σκηνές και κάθεται ανάμεσα στους εφήβους του χωριού –ναι, o κύριος Jesse Eisenberg, πρώην πρωταγωνιστής στο ‘The Social Network’ και μελλοντικός Lex Luthor.
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ-ΜΟΝΤΑΖ
Τα κοφτά tres-gros πλάνα του Ινδού είναι εδώ, τα καδραρίσματα με προοπτική επίσης, γιατί μπορεί ο άλλοτε σκηνοθέτης-έκπληξη του Χόλιγουντ να έχει καμιά 8ετία να βγάλει ταινία κι όχι εξάμβλωμα, αλλά ελάχιστοι έχουν τόσο σωστή πλανοθεσία και τόσο σημειολογικά φορτισμένο κάδρο όσο αυτός.
Δώστε βάση στην σκηνή των πρώτων λεπτών, όπου βλέπουμε την ερωτοχτυπημένη με τον Lucius κόρη του Edward να εξομολογείται στον πατέρα της πως είναι ερωτευμένη: όλη η συζήτηση διεξάγεται σε τέτοια απόσταση από τον φακό, ώστε σου δίνει την εντύπωση πως α) κάποιος αδιάκριτος συγχωριανός τους παρακολουθεί λίγο πιο πέρα και β) πως μπαμπάς και κόρη απομακρύνθηκαν απ’ τους άλλους και στάθηκαν πίσω από ένα σπίτι για να κάνουν μια ενδοοικογενειακή κουβέντα.
Κι όλα αυτά απλώς από την τοποθέτηση της κάμερας…
Πάντως το εμπνευσμένο χούι του να δείχνει στοιχεία τρόμου, φόβου ή θρίλερ σε σκηνικό ημέρας το ‘χει και εδώ (όπως και στον ‘Οιωνό’, με τους εξωγήινους τότε) κυρίως στο τέλος.
Το μοντάζ είναι αργό, είπαμε, στο πρώτο μισό όμως παίρνει αρκετά μπρος στο δεύτερο αν και μην περιμένετε ρυθμό ‘Fast & Furious’.
Θα το ήθελα λίγο πιο γρήγορο το φιλμ, αλλά μια χαρά είναι κι έτσι.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Αν το αντιμετωπίσετε σαν υποβλητικό φιλμ μυστηρίου, με έντονο κοινωνικό μανδύα, λίγα στοιχεία δράματος και μετρημένες τζούρες τρόμου θα περάσετε πολύ καλά και θα σας αρέσει και το twist στο τέλος.
Αν πάλι πέσετε στην παγίδα του τρέιλερ κι είστε προετοιμασμένοι για έντονο μεταφυσικό θρίλερ εποχής του 19ου αιώνα, θα απογοητευθείτε.
Γιατί πιο έξω δεν μπορείτε να πέσετε…
Πασχάλης Μαντζαρίδης.