Νεαρός ξυλουργός, γνωρίζει τρελαμένη με το στρατό νεαρή σε περιοδεύων γραφείο στρατολόγησης σε μικρή επαρχιακή πόλη της Γαλλίας και παθαίνει έρωτα με την πρώτη ...μπουνιά (όπως είναι ο ατυχής ελληνικός τίτλος, πιστή μετάφραση πάντως του εντελώς άστοχου αγγλικού τίτλου της ταινίας).
Το καλοκαίρι αρχίζει σιγά-σιγά και μαζί του φέρνει - ως συνήθως στη χώρα μας -γαλλικές ταινίες με το τσουβάλι, σε μια παράδοση που ένας Θεός ξέρει γιατί υπάρχει (όχι ότι με ενοχλεί, ίσα-ίσα).
Το ξεκίνημα λοιπόν της ιδιότυπης αυτής παράδοσης είναι ελπιδοφόρο, μιας και το ντεμπούτο του 35χρονου σκηνοθέτη Thomas Cailley, είναι μια κομεντί που φέρνει έναν αέρα φρεσκάδας κι έρχεται φορτωμένη με ένα σωρό βραβεία από τις Κάννες και τα Cesar (τα αντίστοιχα γαλλικά Oscar).
Σε καλοκαιρινό φόντο διαδραματίζεται και η ίδια η ταινία, αφού σε ένα θέρετρο της Νοτιοδυτικής Γαλλίας, γνωρίζουμε τον Arnaud (Kevin Azais) που βοηθάει τον αδελφό του στην ξυλουργική επιχείρηση του πρόσφατα αποθανόντος πατέρα τους.
Μετά από φάρσα των φίλων του, ωθείται σε αγώνα πάλης που διοργανώνει το στρατολογικό γραφείο που έχει σταθμεύσει στην πόλη τους, όπου αναγκάζεται να παλέψει με την Madeleine (Adele Haenel) και να υποστεί ντροπιαστική ήττα.
Την ξανασυναντάει λίγο αργότερα καθώς αναλαμβάνει να φτιάξει ένα ξύλινο κιόσκι στο σπίτι των γονιών της κι εκεί αντιλαμβάνεται τις εμμονές της με το στρατό, την επιβίωση και τον μάλλον φευγάτο χαρακτήρα της.
Όπως όμως γράφουν και στα ΑΡΛΕΚΙΝ, o έρωτας του έχει ήδη χτυπήσει την πόρτα κι έτσι δεν διστάζει να αφήσει σύξυλο τον αδελφό του και να την ακολουθήσει στη βασική εκπαίδευση του σώματος των αλεξιπτωτιστών.
Λίγο μετά την έναρξη των περιπετειών του ζεύγους στο κόσμο του γαλλικού στρατού, που στην αρχή τουλάχιστον είναι αστείες, πνευματώδεις κι εντελώς μέσα στον παραλογισμό της στρατιωτικής θητείας, ο σκηνοθέτης αποφασίζει να οδηγήσει τους ήρωες σε κάτι που μοιάζει με μάχη για επιβίωση, αλληγορία για την οικολογική καταστροφή του πλανήτη ...ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων, που ιδιαίτερα επιτυχημένο δεν το λες.
Το καλό πάντως είναι ότι αυτό το τελευταίο κομμάτι που κρατάει κάνα εικοσάλεπτο, δεν είναι αρκετό να σβήσει τις πολύ καλές εντυπώσεις του υπόλοιπου φιλμ.
Εξοχοι οι δύο πρωταγωνιστές, ιδιαίτερα η Adele Haenel (για όσους έχουν δει το εξαιρετικό περσινό Suzanne, είναι αυτή που υποδυόταν την αδελφή της Sara Forestier), πανέξυπνοι διάλογοι και καταστάσεις κι ένα όμως εντελώς αμήχανο και βεβιασμένο φινάλε.
Στους κινηματογράφους από 7 Μαΐου.
Νίκος Παλάτος.