Πραγματικά, δεν ξέρω τι ενθουσιάζει περισσότερο.
Ότι βρήκαμε μια ταινία του Peter Sellers που δεν έχει έρθει ποτέ στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες;
Ότι σε αυτή την εποχή όπου όλα τα σινεμά της χώρας, μικρά ή μεγάλα, προσπαθούν να χορέψουν το χορό της ψηφιοποίησης με όσα μέσα διαθέτουν, αυτά τα ίδια σινεμά προβάλλουν την ίδια στιγμή μία ταινία που εξελίσσεται εξ ολοκλήρου σε ένα παλιό Βρετανικό κινηματογράφο;
Ότι πέρα των άλλων, το Smallest Show on Earth αποτελεί μία από τις κρυμμένες αλλά εξαιρετικές δουλειές του Peter Sellers, σε μια σχετικά νεαρή ηλικία μάλιστα (ο 32χρονος τότε Sellers υποδύεται με απίστευτη επιτυχία έναν 60χρονο τεχνικό προβολής);
Ένα νεαρό ζευγάρι, ο Matt και η Jean Spenser (το πραγματικό ζευγάρι στη ζωή Bill Travers και Virginia McKenna) δεν μπορούν να πιστέψουν την τύχη τους, όταν ένας μακρινός θείος αφήνει όλη την περιουσία του σε αυτούς.
Αυτό που κληρονομούν είναι ένας ετοιμόρροπος παλιός κινηματογράφος που ονομάζεται ‘The Bijou’, στον οποίο εργάζονται τρεις ηλικιωμένοι υπάλληλοι: ο θυρωρός (Bernard Miles), η ταμίας (Margaret Rutherford) και ο αλκοολικός μηχανικός προβολής (Peter Sellers).
Ωστόσο, ο κινηματογράφος τυγχάνει να βρίσκεται σε προνομιακή θέση, και ο ιδιοκτήτης του μεγάλου γειτονικού κινηματογράφου ‘The Grand’ θέλει να το αγοράσει για να το κάνει πάρκινγκ.
Σε μια προσπάθεια να πείσουν τον ιδιοκτήτη του Grand να αυξήσει την προσβλητικά χαμηλή προσφορά του (£ 750), οι Spensers ανακοινώνουν τη πρόθεσή τους να επαναλειτουργήσουν το ‘Bijou’.
Αλλά πρώτα πρέπει να μάθουν πώς λειτουργεί ένας κινηματογράφος…
Αυτό που κατά τη γνώμη μου κάνει το Smallest Show on Earth μία συγκλονιστική classic ταινία είναι ο τρόπος που σε εισάγει στον κόσμο της αίθουσας ενός κινηματογράφου.
Φυσικά υπάρχει η διαχρονική κλασική αντίθεση μεταξύ της σκληρής δουλειάς ενός μικρού, γραφικού και με άθλια οργάνωση κινηματογράφου - με τους εργαζόμενους να βρίσκονται σε μια παντελώς μη-εμπορική λογική – και του μεγάλου ανταγωνιστικού multiplex.
Αλλά η μαγεία είναι αλλού.
Στο αγόρι που κάθεται διστακτικά στην πόρτα, σκεπτόμενος να δώσει το χαρτζιλίκι του για να μπει ή να αγοράσει καμιά λιχουδιά – κι επικρατεί το πρώτο όταν ακούει τις πιστολιές από το γουέστερν…
Στις ορδές των ηλιθίων που εισέρχονται στην αίθουσα για χίλιους άλλους λόγους εκτός από το να δουν μια ταινία (για να κοιμηθούν, για να ερωτοτροπήσουν) και καταλήγουν ουρλιάζοντας, πηδώντας στο κάθισμά τους ή στον πωλητή αναψυκτικών, αφήνοντας την αίθουσα σε μια κατάσταση καταστροφής…
Στην ξεκαρδιστική λογική των αιθουσαρχών, οι οποίοι ανοίγουν τη θέρμανση όταν οι θεατές βλέπουν μια σκηνή στην έρημο, για να πουλήσει αμέσως μετά η κοπέλα με τα κρύα αναψυκτικά!...
Όλα αυτά αγγίζουν τους εραστές του κινηματογράφου – όχι αυτούς που απλώς τους αρέσει να βλέπουν ταινίες.
Πιάνουν τον παλμό εκείνων που πηγαίνουν σινεμά, όχι αυτών που κατεβάζουν ταινίες.
Όσο για τον Sellers…
Αν τον ακούγαμε στο ράδιο, θα ήταν θεότρελος ή τουλάχιστον παράξενος.
Πάντα στηριζόταν στο μεγάλο ρεπερτόριό του με τις φωνές, αλλά στη μεγάλη οθόνη οι χαρακτήρες του ήταν πιο ήπιοι, επικαλούμενος το χιούμορ της κατάστασης και την αντιπαράθεση με κανονικούς, καθημερινούς ανθρώπους.
Συχνά το χιούμορ ήταν ειρωνικό και υπόκωφο, όχι τόσο in-your-face όπως άλλοι κωμικοί της γενιάς του, και έβγαζε μια μελαγχολία, σαν να αισθάνονταν θλίψη γι’αυτούς που διασκεδάζει.
Ωστόσο, στο Smallest Show on Earth υποδύεται τον μηχανικό προβολής Percy Quill.
Στη σκηνή που προσπαθεί να κρατήσει όρθια την μηχανή από τις δονήσεις που προκαλεί το τρένο που περνά δίπλα από το σινεμά (και την ίδια στιγμή οι θεατές βλέπουν κι αυτοί ένα τρένο να το κυνηγάνε Ινδιάνοι!), το γέλιο είναι αβίαστο και δυνατό (στις πρώτες προβολές στο ΘΗΣΕΙΟ και την ΑΝΟΙΞΗ, έγινε της κακομοίρας σε αυτή τη σκηνή).
Δε θα ξεχάσω όμως και την ρομαντική σκηνή στην οποία ο Sellers παρακολουθεί κρυμμένος στο άδειο σινεμά, μία βωβή ταινία με την ταμία να την συνοδεύει παίζοντας πιάνο.
Ό,τι ακριβώς έκανε στα νεανικά της χρόνια.
Αυτό το καλοκαίρι το δύσκολο, πρέπει να ξαναθυμηθούμε γιατί αγαπάμε το σινεμά.
Όλοι εμείς που ασχολούμαστε με αυτό, οφείλουμε στον εαυτό μας να ταξιδέψουμε πίσω, να γελάσουμε, να αφήσουμε τη χρυσόσκονη του παλιού καλού ρομαντικού κινηματογράφου να ελαφρύνει τις καρδιές μας.
Βλέποντας μια τέτοια ταινία σε θερινό σινεμά, θα είναι μια από τις πιο έντονες εμπειρίες σας αυτό το καλοκαίρι.
Μην τη χάσετε.
Από 4 Ιουνίου στους κινηματογράφους.