Απογοήτευση.
Απογοήτευση είναι όταν περιμένεις την Τζένη με την ναζιάρικη φωνή στο πρώτο «τυφλό» ραντεβού και τελικά εμφανίζεται μπροστά σου μια λιπόσαρκη 20άρα που φοράει φόρεμα ίδιο με την τέντα στο σπίτι του παππού σου και η μπίχλα που μαζεύτηκε στα νύχια της σου φέρνει στο νου τον μουστακαλή τον Θανάση που είναι υδραυλικός στη Νέα Τυρολόη.
Επίσης, απογοήτευση είναι όταν πας να δεις μια ταινία στο σινεμά, σκας ευχάριστατα 6-7-8 ευρώ,γιατί περιμένεις να δεις κάτι βάσει αυτών που σου έταξε η ταινία από trailer ή την υπόθεση ή τον τρόπο που διαφημίστηκε και τελικά βγαίνεις από την αίθουσα με το ύφος «έφαγα μπάμιες χαλασμένες χωρίς καν μπιφτεκάκι της παρηγοριάς».
Η χρονιά που μας άφησε πριν λίγες μέρες δεν είχε πάρα πολλές απογοητεύσεις, αλλά αυτές που είχε, πραγματικά δικαιούνταν και με το παραπάνω αυτό τον χαρακτηρισμό.
Προσέξτε, όλες οι απογοητεύσεις δεν είναι τόσο άθλιες ταινίες.
Είναι σίγουρα όμως φιλμ για τα οποία έχεις αρκετές προσδοκίες και αυτά όχι απλά δεν σε δικαιώνουν, αλλά σε κάνουν να μετανιώνεις.
Πάμε να δούμε λοιπόν τις 5, κατά τη γνώμη μου, πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις.
(περιέχει spoilers)
O Κύριος Μορντεκάϊ (Κωμωδία)
Βλέπεις τόσοι γνωστοί παίζουν, κωμωδία εποχής που θέλει να παρωδήσει λίγο τα αστυνομικά, έχει ως κεντρικό θεματικό πυρήνα ένα έγκλημα, δείχνει και προσεγμένη παραγωγή, λες πόσο χάλια θα είναι πια;
Ο Johnny Depp στο ρόλο του απατεώνα-εκτιμητή έργων τέχνης, προσπαθεί να βγάλει γέλιο κυρίως με το α λα «Πουαρώ» μουστάκι του και τις, ας πούμε, αλά «Κλουζώ» γκάφες του.
Ειδικότερα, οι χιουμοριστικές ατάκες βασίζονται στα εξής ιδιοφυή ευρήματα:
α) ο Μορντεκάϊ σπάει/διαλύει κάτι επειδή είναι ατσούμπαλος,
β) ο Μορντεκάϊ γλιτώνει τον θάνατο επειδή είναι ατσούμπαλος
γ) το μουστάκι του Μορντεκάϊ βρωμάει,
δ) το μουστάκι του Μορντεκάϊ μοιάζει με τριχωτό ζώο,
ε)το μουστάκι του Μορντεκάϊ μοιάζει με τρίχες από… «γατούδι» γυναίκας.
Αυτό θα πει γελαστική φαρσοκωμωδία!
Δηλαδή να φτύσω στην παλάμη μου, να τρέξει σάλιο στο χέρι, να στάξει στη μασχάλη, να γαργαληθώ για να γελάσω...
Εντάξει, ωραία σκηνικά και φωτογραφία δε λέω, όπως και μ’ άρεσε και ο Bettany που μοιάζει να χαίρεται το ρόλο του βλοσυρά.
Αλλά τι να το κάνεις όταν το σενάριο διαθέτει το λεπτό χιούμορ βρασμένου κουνουπιδιού!
Fantastic Four (Επ. Φαντασίας)
Οχτώ χρόνια μετά το συμπαθητικό οπτικά αλλά μάλλον αδιάφορο κατά τα άλλα «FantasticFour: Rise of the Silver Surfer» ακούγαμε για το reboot του Josh Trank που έκανε ντόρο λόγω του Αφροαμερικάνου «Ανθρώπου-Πυρσού».
Εν ολίγοις, περιμέναμε επιτέλους μια καλή ταινία με τους 4 Φανταστικούς, εφόσον και ο Trank έδειξε καλό δείγμα με το «Chronicle» …αμ δε!
Οι 4 Φανταστικοί παρουσιάζονται σαν τέσσερα έφηβα κακομαθημένα, μουντρούχικα, τα οποία αποκτούν τις υπερδυνάμεις τους από μια
Έκαναν μια αταξία και πήραν υπερδυνάμεις!
Εγώ δηλαδή όταν έκατσα σε τραπέζι και το έσπασα με τον κώλο μου στο δημοτικό, γιατί δεν πήρα καμιά υπερδύναμη, πχ να γίνω άτρωτος ή να ρίχνω κοριτσάκια με τη δύναμη της σκέψης;
Και να ‘ταν μόνο αυτό…
Ο Ben Grimm, δηλαδή το επονομαζόμενο «Πράγμα», χώνεται σαν τσόντα μέσα στην υπόθεση – και άρα αποκτά την δύναμή του – αφού στο 80% του φιλμ ανταλλάσσει κουβέντες μόνο με τον Reed!
Παιδιά αλήθεια!
Οι υπόλοιποι «Φανταστικοί» τον μαθαίνουν τον τύπο λίγα λεπτά πριν τελειώσει η ταινία!
Η οποία ασχολείται επί 60-70 λεπτά ΜΟΝΟ με το πώς προετοιμάζουν την αποστολή τους …δε λέω, σημαντική αποστολή, κρίσιμη για την ανθρωπότητα μπλα μπλα μπλα, αλλά κάνα εφεδάκι με μπάλες φωτιάς, τεντωμένα χέρια, αόρατα blasts ή τον πορτοκαλί Hulk δεν θα δούμε;
Όοοοοοχι!
Η movie μας είναι απελπιστικά φτωχή σε μάχες.
Για την ακρίβεια παρουσιάζει τον εξής συναρπαστικό αριθμό μαχών: μία.
Στο τέλος.
Για 10 λεπτά αυστηρά, λες και μαγειρεύεις χυλοπίτες.
Με τον Dr. Doom.
Που μοιάζει με τον Kylo Ren σαν στολή.
Στο πιο φλωρέ του. Και στο πιο emo του.
Καλή διασκέδαση.
The Gunman: Σε θέση βολής (Περιπέτεια)
Ένας εκτελεστής μισθοφόρος σκοτώνει αξιωματούχο στο Κονγκό και μετά από χρόνια, όταν αναγκάζεται να επιστρέψει εκεί, γίνεται αυτός στόχος εκτελεστών.
Οκ, η υπόθεση δεν είναι ό,τι πιο πρωτότυπο, αλλά παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον ...αρχικά.
Ναι, αρχικά.
Διότι, στην αρχή, σε «ψήνει» η ταινία με το ψιλο-κατασκοπευτικό κλίμα, που δανείζεται λίγο από «Μόναχο» και «χτίζει» ατμόσφαιρα καταδίωξης και έχει και στον κεντρικό ρόλο και τον Sean Penn, που o άνθρωπος και τη σφουγγαρίστρα να παίξει σε ταινία, θα σε μαγνητίσει… αλλά γρήγορα αρχίζει η κανονική αντιγραφή.
Τέτοιο ξεπατίκωμα ιδεών και πλοκής δεν περίμενα από αυτή την περιπέτεια.
Πάει να «χώσει» μέσα πολλά στοιχεία και τα κάνει μαντάρα.
Έχουμε και λέμε: σκηνές δράσεις με ορισμένα αντι-ρεαλιστικά stunts και σεξ σαν φιλμ «Τζέιμς Μποντ», γκομενικά του ήρωα και δημιουργείται ερωτικό τρίγωνο σε φάση «Αληθινά Ψέματα» ασφαλώς με πολύ πιο νερόβραστη κοπελιά, ενώ στο καπάκι μαθαίνουμε πως ο ήρωάς μας πάσχει κι από ένα προβληματάκι στον εγκέφαλο, οπότε πρέπει να μην στρεσάρεται γιατί κινδυνεύει να μείνει στον τόπο στο ενδεχόμενο μεγάλου θορύβου – μια παραλλαγή αυτού που είχε ο Statham στο «Crank».
Προσθέστε στο μίγμα και τον κακό του Bardem ο οποίος χρησιμοποιεί αρκετές μούτες και εκρήξεις θυμού που είχε σαν κακός στο «Skyfall», καθώς και το όλο σκηνικό του μόνιμα κατατρεγμένου ήρωα που δεν εμπιστεύεται ούτε την σκιά του, όπως ακριβώς ο Neeson στο «Taken» και πήρατε μια ιδέα.
Α! Και για να μην το ξεχάσω!
Βρε Sean τζαρτζαμίνι μου, οκ το καταλάβαμε ότι πλακώθηκες στους κοιλιακούς για να γίνεις «φέτες», δεν είναι ανάγκη να γδύνεσαι κάθε πεντάλεπτο να μας το δείχνεις!
Το Πεπρωμένο της Τζούπιτερ (Επ. Φαντασίας)
Φτάσαμε λοιπόν και στην αληθινά πολύ κακή ταινία της πεντάδας (με πιθανή υποψήφια τον «Μορντεκάϊ»).
Το trailer σε «έψησε» για φανταχτερές μάχες, παραμυθένια ιστορία και άλλους κόσμους, περιμένεις επιτέλους μια καλή ταινία δράσης από αυτούς που έγραψαν κι ένα «Matrix» ρε παιδί μου, και το αποτέλεσμα είναι α-πο-καρ-δι-ω-τι-κό!
Αρχίζω από την υπόθεση.
Η Τζούπιτερ είναι μια ομορφούλα Αγγλο-Ρωσίδα καθαρίστρια (!) που λατρεύει τα τηλεσκόπια (!!), η οποία μαθαίνει ότι είναι η μετενσάρκωση μιας διασυμπαντικής βασίλισσας (!!!) με την βοήθεια ενός εξωγήινου αλμπίνου λυκανθρώπου (!!!!), αφού πρώτα την ανακάλυψαν άλλοι εξωγήινοι μέσα σε μια κλινική γονιμότητας όπου πούλησε τα ωάρια της για να πάρει τηλεσκόπιο (______ = κενό για να συμπληρώστε μόνοι σας τον αριθμό των θαυμαστικών).
Τα αδέρφια Wachowski πρέπει να κάπνισαν πολλά τελάρα με μπαφίδια πριν γράψουν το story…
Πάμε στους διαλόγους.
Δυο παραδείγματα θα πω.
α) Ο αλμπίνος σου αποκαλύπτει (στην καθαρίστρια δηλαδή) ότι ο ίδιος είναι ένα πειραματικό είδος λυκανθρώπου κι εσύ τι απαντάς;;;
Ότι σου αρέσουν τα σκυλιά!
Κακώς βάφτισαν την πρωταγωνίστρια Τζούπιτερ, Πάολα έπρεπε να την πουν.
β) Από το σπιτάκι σου, εκεί που καθάριζες ωραία τον μπιντέ σου, ξαφνικά σε τηλεμεταφέρουν στο διάστημα, σε παλάτι με εξωγήινους βασιλιάδες που διαφεντεύουν χιλιάδες πλανήτες, σου λένε πως είσαι βασίλισσα του σύμπαντος κι εσύ αντί να τσιρίξεις απ’ το σοκ ή να τα σπάσεις όλα και να τους βγάλεις όλους τρελούς που σου τσαμπουνάνε τέτοιες παλαβομάρες, τους παρακολουθείς ατάραχη και κουνάς το κεφάλι συγκαταβατικά λες και σε ρώτησαν αν βάζεις τοματοπελτέ στα φασολάκια.
Οι ρόλοι.
Όλοι οι χαρακτήρες της βασιλικής δυναστείας είναι ο ένας πιο καρικατούρα από τον άλλον.
Θα μου πεις πως κι ο Agent Smith στο «Matrix» δεν ήταν έτσι;
Ναι φυσικά.
Μόνο που ο Agent Smith σε έπειθε ως ένας άκρως απειλητικός κακός (βοήθησαν και τα μοχθηρά μούτρα του Weaving βέβαια).
Εδώ, η Alien χρησιμεύει κυρίως ως μηχανισμός για να μάθουμε πληροφορίες για την Τζούπιτερ, ο Titus παρουσιάζεται ως ένας κακομαθημένος με μαλλί 90’s που νομίζει ότι είναι τζόβενο, ενώ ο αρχι-κακός Balem καταλαβαίνεις ότι είναι αρχι-κακός γιατί 1) τσιρίζει σαν υστερικιά, 2) όταν δεν τσιρίζει, μιλάει αργά-αργά και με γουρλωμένα μάτια γιατί είναι παρανοϊκά διαβολικός.
Από τους καλούς, ο Caine έχει μόνιμα πάνω του το γλυκανάλατο ύφος «ότι θέλει η Τζούπι μου!» και φυσικά κάθε, μα κάθε φορά που η «Τζούπι του» κινδυνεύει, τρέχει να τη σώσει.
Έτσι, η Τζούπιτερ μονίμως διασώζεται από άλλους, ποτέ από τον εαυτό της.
Τουλάχιστον, ο Neo δεν βασιζόταν κάθε τρεις και λίγο στον Μορφέα ή την Trinity για να τον γλιτώσουν.
Όσο για τη γήινη οικογένεια της Τζούπιτερ, ακόμα και η ίδια η ταινία τους ξεχνάει εντελώς για κάνα μισάωρο και ξαφνικά τους θυμάται στο τέλος για να μεγιστοποιήσει –λέμε τώρα– την αγωνία.
Ωπα σεναριογράφοι, θα σας κόψει η μπεσαμέλ…
Ναι, το φιλμ έχει εντυπωσιακά εφέ, πολύ όμορφη καλλιτεχνική διεύθυνση, άψογες χορογραφίες και τα πλάνα στην σεκάνς του γάμου είναι πανέμορφα, αλλά αν το σενάριο είναι τελείως μάπα και η σκηνοθεσία ενδιαφέρεται μόνο για τα φανταχτερά εφέ, το τελικό αποτέλεσμα είναι μια μπούρδα.
Τέλος.
Τhe Loft (Θρίλερ Μυστηρίου)
Το αρχικό εύρημα μας προκαλεί το ενδιαφέρον, διότι σε αντίθεση με το «Gunman» μοιάζει και συναρπαστικό και πρωτότυπο: μια παρέα φίλων χρησιμοποιούν ένα πολυτελέστατο στούντιο-σοφίτα για να πηγαίνουν εκεί κρυφά με τις εξωσυζυγικές τους σχέσεις και να… καταλάβατε.
Αλλά μια ωραία μέρα, ο ένας απ’ αυτούς ανακαλύπτει στο κρεβάτι εκεί μια ξανθιά κοπέλα δεμένη και νεκρή.
Όλοι στην παρέα ισχυρίζονται πως η κοπέλα τους είναι άγνωστη.
Κι εκεί που αρχίζεις και λες ωραία θα δω επιτέλους ένα ερωτικό θρίλερ, με μπόλικο αστυνομικό μυστήριο, η ταινία σε προσγειώνει απότομα - το πρόβλημα ρυθμού της είναι εμφανέστατο.
Η πρώτη μία ώρα και κάτι, με εξαίρεση μερικά σκηνικά λίγο μετά τα 50’, είναι τρομερά κοινότοπη κι ανιαρή, γιατί περιγράφει τις σχέσεις των φίλων και τις προβληματικές σχέσεις με τις γυναίκες τους, όπως και το πώς βρίσκουν ερωμένες.
Θα δεις βέβαια κι ορισμένες σκηνές ανάκρισης, αλλά αυτές οι μικρές σκηνούλες –που είναι και τα μόνα διαλείμματα σε αυτό το σερί συζυγο-γκομενικών αναλύσεων – είναι η μοναδική επαφή που κρατά το φιλμ με την αστυνομική του πλευρά.
Αντέχεις να δεις τη συνέχεια;
Θα κάτσεις να δεις ολόκληρο το έργο;
Αν ναι, σου λέω ότι το τελευταίο ημίωρο όχι απλά ανεβάζει ταχύτητα σε αγωνία, αλλά αρχίζει και ξεδιπλώνει ανατροπές και παράλληλα δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό του θρίλερ μυστηρίου.
Είναι ένα πραγματικά καλό 30λεπτο και αποτελεί σίγουρα τον μοναδικό πραγματικά καλό επίλογο και από τις πέντε ταινίες που περιγράφω στο άρθρο.
Αλλά ποιος φτάνει ως το τέλος;
Εγώ την πρώτη φορά που ξεκίνησα να βλέπω την ταινία, την έκοψα πριν φτάσω καν στη μέση!
Επίσης, έχω να πω ότι το σενάριο αφήνει 2-3 κενά, τα οποία είναι λεπτομέρειες, αλλά πολύ σημαντικές, νομίζω, στη λύση του μυστηρίου.
Αυτά τα κενά αφορούν τις αποκαλύψεις στο τέλος – δεν λέω περισσότερα, αλλά αν την δείτε θα καταλάβετε.
Οι ερμηνείες είναι συμπαθητικές, με πιο πειστική αυτή του Marsden και λιγότερο πειστική αυτή του Miller, ο οποίος ό,τι κι αν παίζει, πάντα μου θυμίζει έστω και λίγο τον Σκόφιλντ από το «Prison Break».
Οι διάλογοι είναι πρόχειρα γραμμένοι, πχ. εκεί που συναντά πρώτη φορά την ξανθιά συνοδό ο Chris ή οι καφρίλες που πετά ο Marty για την αδερφή του Phillip και τη σύζυγο του Chris.
Οι δε γυναικείοι χαρακτήρες, εξαιρουμένης ίσως της Ann και της Mimi, παρουσιάζονται ως «εύκολες» ή ανέραστες ή αδιάφορες και δεν τους δίνεται ο χρόνος που πρέπει από το σενάριο.
Συμπερασματικά, το «The Loft» είναι σίγουρα το καλύτερο φιλμ της πεντάδας και αναμφίβολα δεν είναι καθόλου κακή ταινία.
Αν δεν βαρεθείς μετά την πρώτη ώρα, θα αποζημιωθείς στο τέλος.
Αλλά αυτό δεν παύει να σημαίνει πως μέχρι τότε έχεις φάει μια απογοήτευση μεγάλη, διότι τα θρίλερ μυστηρίου πρέπει να σε αιχμαλωτίζουν από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό.
Πως σας φάνηκε η πεντάδα;
Έχετε να προτείνετε άλλη απογοήτευση μεγαλύτερη από αυτές;
Γράψτε το στα σχόλια!
Πασχάλης Μαντζαρίδης.