To σενάριο, το οποίο είναι βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Shuichi Yoshida, έχει ως εξής:
O Yuichi Simizu, είναι ένας νεαρός που μένει μαζί με τους παππούδες του, Katsuji και Fusae Shimizu, μιας και η μητέρα του τον έχει ουσιαστικά εγκαταλείψει.
Δουλεύει σε μία δημόσια υπηρεσία, ασχολείται καθημερινά με την φροντίδα κυρίως του παππού του, γεγονός που δεν του επιτρέπει να έχει αρκετό χρόνο για τον εαυτό του, ώστε να γνωρίσει και κάποιο κορίτσι.
Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του αυτό μπαίνει σε dating sites, όπου γνωρίζει γυναίκες, καταλήγοντας όμως να τις πληρώνει για να κάνουν σεξ μαζί του και όχι σε κάποια σχέση.
Μία από αυτές είναι και η Yoshino Ishibashi, υπάλληλος σε ασφαλιστική, η οποία έχει μετακομίσει σε έναν κοιτώνα που της έχει προσφέρει η εταιρία της, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της, Yoshio.
Αν και έχει σχέση επί χρήμασι με τον Yuichi, στην πραγματικότητα αυτός που θέλει είναι ο Keigo Masuo, ένας κακομαθημένος playboy φοιτητής, ο οποίος δεν νιώθει και τίποτα το ιδιαίτερο για αυτήν.
Ένα βράδυ, και ενώ έχει ραντεβού με τον Yuichi, συναντά τυχαία τον Keigo, οπότε και επιλέγει να πάει με αυτόν, αφήνοντας τον πρώτο στα κρύα του λουτρού.
Εκείνος οργισμένος τους ακολουθεί με το αμάξι του και την επόμενη μέρα η κοπέλα βρίσκεται νεκρή, χωρίς όμως η ταινία να μας αποκαλύπτει ποιος είναι ο δολοφόνος.
Οι υποψίες της αστυνομίας στρέφονται αρχικά προς τον Keigo, ο οποίος φαίνεται να έχει εξαφανιστεί.
Την ίδια περίοδο ο Yuichi γνωρίζει μια άλλη κοπέλα από το internet, την Mitsuyo Magome, η οποία εργάζεται σε ένα κατάστημα με ανδρικά ρούχα και κατοικεί με την αδερφή της.
Και ενώ εκείνος για άλλη μια φορά το μόνο που φαίνεται να θέλει είναι να κάνει σεξ μαζί της και για αυτό την πληρώνει, εκείνη δεν δέχεται τα χρήματα.
Από κει και πέρα μια περίεργη έλξη σχηματίζεται ανάμεσα στους δύο, στη σκιά της δολοφονίας της Yoshino.
Τα υπόλοιπα θα σας αφήσω να τα παρακολουθήσετε μόνοι σας.
Σκηνοθέτης της ταινίας ο Sang Il Lee, ο οποίος κάνει πραγματικά σπουδαία δουλειά συνδυάζοντας το κλασικό αργό ιαπωνικό στυλ με κάποιες σκηνές και πλάνα που θυμίζουν έντονα καλή ταινία του Hollywood, ενώ υπάρχουν και αρκετά στοιχεία από αυτά που συναντήσαμε στις τελευταίες κορεάτικες αστυνομικές παραγωγές.
Ουσιαστικά σκηνοθετεί ένα φιλμ, το οποίο ακροβατεί ανάμεσα στο κοινωνικό δράμα, το ρομάντζο και το αστυνομικό κρατώντας μια αξιοθαύμαστη ισορροπία ανάμεσα στα τρία.
Τέλος, θα πρέπει επίσης να του αναγνωρίσουμε πως καταφέρνει να πάρει το μέγιστο από όλους τους ηθοποιούς του, γεγονός εξαιρετικά σπάνιο και χαρακτηριστικότατο δείγμα της γενικότερα καλής δουλειάς που έχει γίνει στο Villain.
Ως Yuichi Simizu ο Satoshi Tsumabuki (The Assassin), ο οποίος παίζει πάρα πολύ καλά τον κοινωνικά απροσάρμοστο νέο, σε έναν πραγματικά δύσκολο ρόλο, μιας και απαιτείται από αυτόν να ακροβατεί συνεχώς ανάμεσα στο καλό και το κακό, πράγμα που καταφέρνει με αξιοθαύμαστο τρόπο.
Ως Mitsuyo Magome η Eri Fukatsu, η οποία υποδύεται το ρόλο της τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με τον προαναφερθέντα.
Ως Yoshino Ishibashi η Hikari Mitsushima (Harakiri: Death of a Samurai), σε μικρότερο ρόλο και χωρίς να φτάνει την απόδοση των πρωταγωνιστών. Εξυπηρετεί πάντως καλά το ρόλο της, απλά δεν εντυπωσιάζει.
Σίγουρα μεγάλο ατού της ταινίας, αποτελεί η παρουσία δύο βετεράνων ηθοποιών, της Kirin Kiki (Like Father Like Son) ως Fusae Shimizu και του Akira Emoto ως Yoshio Ishibashi, οι οποίοι σε αρκετές σκηνές κλέβουν την παράσταση από τους πρωταγωνιστές.
Γενικότερα μπορούμε να πούμε πως το επιτελείο των ηθοποιών έχει πάρα πολύ καλή απόδοση και είναι αυτό που ουσιαστικά κάνει την ταινία να ξεχωρίζει, μαζί με το σενάριο και την σκηνοθεσία.
Συνοψίζοντας, το Villain (Akunin ο Ιαπωνικός τίτλος) αν και ουσιαστικά παραπέμπει στο κλασικό ιαπωνικό στυλ ταινίας, έχει αρκετά στοιχεία, τα οποία την κάνουν να ξεχωρίζει, γεγονός που κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται και στην καταγωγή του σκηνοθέτη.
Θεωρώ πως αξίζει να την δείτε, αν και δεν πρόκειται για το αριστούργημα που μαρτυρούν τα βραβεία που κέρδισε.
Παναγιώτης Κοτζαθανάσης.