Ένα νεαρό ζευγάρι στο βιομηχανικό Μιλάνο θα αναγκαστεί να ζήσει για μεγάλο διάστημα χωριστά, όταν ο Τζιοβάνι προάγεται και μετατίθεται σε ένα εργοστάσιο της Σικελίας.
Τότε η σχέση τους δοκιμάζεται…
Ο Τζιοβάνι (Carlo Cabrini) είναι ένας φτωχός ηλεκτροσυγκολλητής και η αρραβωνιαστικιά του Λιλιάνα (Anna Canzi) φροντίζει τον γερασμένο πατέρα πίσω στη μεγαλούπολη και μένει να τον περιμένει υπομονετικά, μέχρι να επιστρέψει και να παντρευτούν.
Και οι δύο τους ονειρεύονται ένα καλύτερο μέλλον, ακόμη κι όταν τα πείσματα και η αιώνια μάχη των δύο φύλων δημιουργεί μεταξύ τους απόσταση.
Αδυνατούν να επικοινωνήσουν πραγματικά, καταπιέζονται από το περιβάλλον και τις αντιξοότητες της καθημερινότητάς τους σε μία ραγδαία «αναπτυσσόμενη» μεταπολεμική Ιταλία, μα έχουν ο ένας την παρουσία του άλλου.
Τι θα συμβεί λοιπόν όταν ο ένας εκ των δύο πόλων απομακρυνθεί;
Η μεταξύ τους ενέργεια θα συνεχίσει να τους ελκύει και να τους ενώνει;
Ο Ermanno Olmi (Το Δέντρο με τα Τσόκαρα, Η Θέση) – εκπρόσωπος της χρυσής ιταλικής γενιάς του ’60 γράφει και σκηνοθετεί μία απλή και βαθιά ανθρώπινη ταινία, με τη γνώριμη μαρξιστική, αλλά και γενικότερα ουμανιστική του οπτική του.
Ακολουθώντας την παράδοση του νεορεαλισμού, αλλά και περνώντας στα σύγχρονα τότε μονοπάτια του μοντερνισμού, συνθέτει μία ελεγεία πάνω στις επιθυμίες, στις έγνοιες και στις σχέσεις της εργατικής τάξης, μα και του μέσου απλού ανθρώπου σε ευρύτερο πλαίσιο.
Πώς ο «σύγχρονος» άνθρωπος αλλοτριώνεται στη βιομηχανοποιημένη και απρόσωπη πλέον πόλη, στις σφιχτές απαιτήσεις του καπιταλισμού και της νέας τάξης πραγμάτων.
Για να δούμε όμως σε σφαιρικότερο πλαίσιο το θέμα – πώς ο μέσος μικροαστός πάσχισε για να επιβιώσει και να καταφέρει τελικά να ζήσει σε μία κοινωνία που αναπτύσσεται και εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς και λιγοστές διαθέσιμες «θέσεις» στο βαγόνι της.
Ειδικότερα τα πρώτα 10’ της εισαγωγής αποτελούν ένα λιτό κομψοτέχνημα (αξέχαστη η σκηνή στην αίθουσα χορού), όπως και πολλά από τα πλάνα και τις μικρές σκηνές που ακολουθούν.
Ο φυσικός φωτισμός αξιοποιείται δημιουργικά από τον φωτογράφο Lamberto Caimi (Έλα να πάρεις τον καφέ σε μας, Οι Κολασμένοι των Μεγαλουπόλεων), το μοντάζ δημιουργεί έναν έντονα δραματουργικό διάλογο μεταξύ εικόνων και ήχων και το πλανάρισμα και το όλο στήσιμο (αν μπορούμε να το πούμε έτσι) από τον Olmi είναι πραγματικά μελετημένα και καλοδουλεμένα – με μία αφοπλιστική λιτότητα.
Ο προβληματισμός του πάνω στις κοινωνικοπολιτικές μεταβολές της χώρας του, η αντιθετική παράθεση του αστικοποιημένου βορρά και της παραδοσιακής υπαίθρου του νότου εγείρουν ερωτήματα καίρια και πάντοτε επίκαιρα.
Ακόμη κι αν κάποιες λεπτομέρειες και κάποια στοιχεία του ύφους φαίνονται πια λίγο ξεπερασμένα.
Τα εξαιρετικά στοιχεία ντοκιμαντέρ προσδίδουν ακόμη περισσότερη αλήθεια και αυθεντικότητα στην ιστορία και στο οπτικοακουστικό του υλικό.
Οι «Αρραβωνιασμένοι» διατηρούν κάποια «ψήγματα» ελπίδας και ανθρωπιάς μέσα σε όλον αυτόν το συρφετό.
Την κατάληξη της ιστορίας τους όμως, δεν τη γνωρίζουμε…
Στους κινηματογράφους από 18 Φεβρουαρίου.
Γιώργος Κόνιαρης.