Ο γνωστός ντοκυμανταιρίστας Michael Moore «εισβάλλει» σε διάφορες χώρες, ώστε να δει τι έχουν καταφέρει καλύτερα από την Αμερική και να τους «κλέψει» τις ιδέες.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ δημιουργός Michael Moore (Capitalism: A Love Story, Bowling for Columbine) σαν «καλός Αμερικανός» παίρνει τη σημαία του και τρέχει να κατακτήσει τα μακρινά έθνη με τα περίεργα ονόματα, όπως Τυνησία, Φινλανδία, Σλοβενία, κ. ά.
Μιλάει με πολίτες, με εκπροσώπους των Αρχών, με επιχειρηματίες, με μαθητές και με το συνεργείο του καταγράφουν αυτούς τους «εχθρούς», που τρώνε, εργάζονται, σκέφτονται και φέρονται καλύτερα και πιο ελεύθερα από τη «Γη της Ευκαιρίας».
Φυσικά η ματιά του είναι σκωπτική, ως συνήθως, και με οξυδερκές χιούμορ και περισσή τόλμη και δίψα για σκληρές αλήθειες, διεισδύει σε άλλους κόσμους, πέρα από το Γκουαντάναμο, τη Wall Street, τα άπειρα φαστφουντάδικα και το απάνθρωπο σύστημα υγείας.
Το υλικό του το χειρίζεται άνετα και επιδέξια και αναπτύσσει τους προβληματισμούς του πολύ απλά (ενίοτε υπεραπλουστευμένα) και σχεδόν ολοκληρωμένα.
Επικοινωνεί αυτά που θέλει να πει και τα βασίζει σε μαρτυρίες, στατιστικά στοιχεία και σκληρά στιγμιότυπα από την πολιτική και κοινωνική ζωή των Η.Π.Α.
Με μία έντονη και δημιουργική αντίστιξη στο μοντάζ του, συνθέτει και αντιθέτει εικόνες, ιδέες και θέσεις.
Περισσότερο μοιάζει με ένα καλοφτιαγμένο ρεπορτάζ βέβαια η ταινία, παρά με καθαρά κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ.
Αυτό σημαίνει, πως δεν θα εκπλαγείτε, ούτε θα απολαύσετε κάποια ιδιαίτερη «εικονογραφία» ή κάτι το περίτεχνο στην κατασκευή του.
Ο Moore ενδιαφέρεται κυρίως να αφυπνίσει το θεατή, να τον ταρακουνήσει με τις κρυμμένες αλήθειες που του παραθέτει και με ένα χιούμορ ριζοσπαστικό στις θέσεις του, να τσιγκλίσει τον συντηρητισμό και την αποχαύνωση του μέσου Αμερικανού θεατή (ειδικά στην εποχή του Τραμπ είναι τόσο επίκαιρα αυτά).
Εξαιρετική η «προβοκατόρικη» βασική ιδέα της έρευνας/εισβολής και καλοπροαίρετα και πολύ σημαντικά είναι όλα όσα καταδεικνύονται.
Η «επιθετική» ρομαντική διάθεση του Moore και οι απόψεις του είναι πράγματι αξιοσημείωτες και –αν μου επιτρέπετε να εκφραστώ και πιο προσωπικά- με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο και ελπίζω να εκφράζουν και πολλούς ανθρώπους γύρω μας.
Δεν μπορώ όμως να μην σημειώσω και τα αδύναμα σημεία της σκοπιάς του, όπως το ότι αρκετές φορές πέφτει στην παγίδα του «αθώου» βλέμματος του τουρίστα/επισκέπτη ο Moore (δεν είναι όλοι οι εργαζόμενοι στην Ιταλία πανευτυχείς και περιχαρείς, ούτε όλοι έχουν «δύο ώρες ελεύθερες το μεσημέρι» για να πάνε όλοι μαζί στο σπίτι να απολαύσουν μακαρονάδες), ούτε μπορεί να ειπωθεί πως ολόκληρη η Γερμανία είναι «παράδεισος», επειδή πιθανόν το εργοστάσιο της Faber-Castell να λειτουργεί ειδυλλιακά για τους εργαζόμενους και επειδή σίγουρα υπάρχει ένα αρκετά καλό κράτος πρόνοιας.
Στους κινηματογράφους από 10 Μαρτίου.
Γιώργος Κόνιαρης.