Ενδιαφέρον θέμα, λαμπερή πρωταγωνίστρια, μεγάλος σκηνοθέτης και μια ανυπέρβλητη όμως αποτυχία.
Η Gertrude Bell (1868-1926) ήταν Αγγλίδα αρχαιολόγος, ιστορικός και εξερευνήτρια, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του χάρτη του αραβικού κόσμου μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Λόγω της άριστης γνώσης της για την περιοχή της Μέσης Ανατολής από τα συνεχή ταξίδια της εκεί, αλλά και της εκτίμησης που έτρεφαν οι Άραβες για το πρόσωπό της, χρησιμοποιήθηκε σαν πηγή πληροφοριών και πολιτική αναλύτρια από τη βρετανική κυβέρνηση και τον τότε υπουργό Winston Churchill.
Υπάρχει δηλαδή πολύ ζουμί στην ιστορία που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Werner Herzog, o οποίος μάλλον ήθελε να γυρίσει έναν θηλυκό Λόρενς της Αραβίας, αλλά τελικά κατέληξε να φτιάξει ένα Άρλεκιν της Αραβίας, μιας και το κύριο βάρος της ταινίας πέφτει στους καταραμένους έρωτες της Bell.
Διόλου παράξενο που το φιλμ- το οποίο αποτέλεσε μια από της μεγάλες ατραξιόν και τελικά απογοητεύσεις- του περσινού φεστιβάλ του Βερολίνου, δεν βρήκε διανομή στην Αμερική και στη χώρα μας προβάλλεται τελικά με τόση καθυστέρηση (σε μια ακόμη μυστήρια κίνηση της ελληνικής διανομής).
Η ιστορία ξεκινάει στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, όταν μια βαριεστημένη από την πλούσια και άχρωμη ζωή της Gertrude Bell (Nicole Kidman, Genius), πείθει τον αριστοκράτη πατέρα της να την στείλει στην βρετανική πρεσβεία της Τεχεράνης για να κυνηγήσει την περιπέτεια.
Εκεί γνωρίζει αρχικά τον έρωτα και όχι την περιπέτεια, στο πρόσωπο του υπαλλήλου της πρεσβείας Henry Cadogan (James Franco, Every Thing Will Be Fine) σε μια σχέση που θα έχει τραγική κατάληξη.
Από εκεί κι έπειτα ξεκινάει η σχέση πάθους της Bell με την έρημο και τους Βεδουίνους, καθώς με συνεχή και επικίνδυνα ταξίδια εν μέσω πολέμων, προσπαθεί να γνωρίσει όσο το δυνατόν καλύτερα τους λαούς των περιοχών.
Γνωρίζεται με τον T.E. Lawrence (Robert Pattinson, The Twilight: Breaking Dawn - Part 2), αρχίζει να μαζεύει πληροφορίες σε στυλ κατασκόπου για τον αραβικό κόσμο που αλλάζει διαρκώς και κυρίως γνωρίζεται με τον στρατιωτικό Charles Doughty-Wylie (Damian Lewis, Homeland), ο οποίος όντας παγιδευμένος σε έναν δυστυχισμένο γάμο την ερωτεύεται σφοδρά.
Όλα αυτά είναι γυρισμένα με μια εντελώς τηλεοπτική προσέγγιση, με συνεχή άλματα στο χρόνο (τρεις μήνες μετά, έναν χρόνο μετά κτλ) και με μια επιδερμική προσέγγιση στο καταιγιστικό πολιτικό σκηνικό της εποχής.
Μόνον οι έρωτες της Bell ενδιαφέρουν τον Herzog, ο οποίος μάλλον από υποχρέωση συμπεριέλαβε στη διήγηση ένα κάποιο πολιτικό φόντο.
Βέβαια βλέποντας τον Pattinson να υποδύεται με μια στολή αγορασμένη από τα αποκριάτικα Jumbo τον Λόρενς της Αραβίας, λες πως ίσως και τελικά να είναι καλό που δεν πολυασχολήθηκε με τα της πολιτικής.
Από την άλλη όμως υπάρχει και ο James Franco, ο οποίος ζορίζεται τόσο πολύ να μιλήσει με αγγλική προφορά που νομίζεις πως σε κάθε πλάνο είναι έτοιμος να σκάσει στα γέλια.
Χώρια το μόνιμα απορημένο του ύφος που είναι κάτι σαν σήμα κατατεθέν για αυτόν όταν παίζει «σοβαρούς» ρόλους.
Η Kidman γλυτώνει τουλάχιστον από το ναυάγιο, αφού ναι μεν δεν πιάνει κάποια εξαιρετική απόδοση, είναι όμως τουλάχιστον ικανοποιητική στον κεντρικό ρόλο, δίνοντας έστω μια ελάχιστη υπόσταση στην προσωπικότητα της Bell, τηρουμένου βέβαια και του κάκιστου σεναρίου.
Το ίδιο και ο Lewis, ο οποίος είναι μακράν ο καλύτερος από τους δεύτερους ρόλους.
Το μόνο που είναι πραγματικά καλό στην ταινία είναι η φωτογραφία, μιας και ο μόνιμος συνεργάτης του Herzog, Peter Zeitlinger, δίνει εντυπωσιακές εικόνες της ερήμου του Μαρόκου και της Ιορδανίας όπου έγιναν τα γυρίσματα.
Δύο όμως σχετικά καλές ερμηνείες και μια άψογη κινηματογράφηση, δεν μπορούν να σώσουν το κεφάλι της Βασίλισσας της Ερήμου από τη λαιμητόμο.
Στους κινηματογράφους από 14 Ιουλίου.
Νίκος Παλάτος.