Η επιχείρηση σύλληψης καταζητούμενων τρομοκρατών στην Κένυα από το Βρετανικό Στρατό, μετατρέπεται σε «ωρολογιακή βόμβα», όταν ένα άμαχο κορίτσι εισέρχεται στην επικίνδυνη ζώνη.
Η εικόνα ενός μικρού αθώου κοριτσιού που στέκεται στους δρόμους της γειτονιάς, για να πουλήσει το ψωμί μητέρας του, συγκινεί τον Αμερικανό πιλότο (Aaron Paul, Central Intelligence) που επρόκειτο να χτυπήσει τη γιάφκα των εξτρεμιστών.
Ηθικά ερωτήματα εγείρονται και οι απαντήσεις δεν βρίσκονται εύκολα κι ούτε πάντα αποτελεσματικά.
Ένα ιλαροτραγικό ντόμινο γραφειοκρατίας, ευθυνοφοβίας, τυπολατρίας, ουμανισμού και ψυχρού μιλιταρισμού ξεκινά να παρασύρει τους άμεσα κι έμμεσα εμπλεκόμενους.
Ο Νοτιοαφρικανός Gavin Hood (Ender's Game) διαθέτει μία αρκετά καλή σκηνοθετική ματιά και προσπαθεί να βρε τα πατήματά του στις πρόσφατες ταινίες που έχει παρουσιάσει.
Σίγουρα, όμως, τού λείπει το όραμα, η πρωτοτυπία και η ιδιαίτερη εκείνη δυναμική, που θα μπορούσε να δώσει ωθήσει στη φιλμογραφία του.
Εδώ η ταινία ξεκινά αργόσυρτα και δυσκίνητα, αλλά στην πορεία βρίσκει τη ρότα της και καθηλώνει το ενδιαφέρον.
Ορισμένες σκηνές έχουν μία σκωπτική διάθεση και ασκούν έτσι την κριτική τους προς τους αξιωματούχους στρατού και πολιτικής, που παλεύουν να πετάξουν από πάνω τους την ευθύνη-πυροκροτητή που φέρουν.
Σιγά σιγά μετατρέπεται σε ένα αξιοπρόσεκτο δράμα/θρίλερ δωματίων, όπου οι χαρακτήρες και οι διάλογοι γεμίζουν το φτωχό εικαστικό κομμάτι του «Αόρατου Εχθρού».
Η παρουσία της Helen Mirren (Trumbo) στο ρόλο της αξιωματικού που συντονίζει την επιχείρηση και δεν διστάζει να πετάξει την ευθύνη σε κατώτερό της και μάλιστα να πνίξει πολύτιμα στοιχεία είναι ως συνήθως καταλύτης για το σύνολο, μα όχι αρκετό.
Πάσχει από μερικούς μελοδραματισμούς κι εύκολες λύσεις η ιστορία, όπως και κάποια αμφίσημα μηνύματα που προσπαθεί να περάσει.
Σε καμία περίπτωση δεν φτάνει τα υψηλά στάνταρ του Fail-Safe (1964) του Sidney Lumet για παράδειγμα.
Στους κινηματογράφους από 4 Αυγούστου.
Γιώργος Κόνιαρης.