Αντίθετα με τη πλειοψηφία, το Blue Valentine, η ταινία που έδωσε φτερά στον δημιουργό της, Derek Cianfrance, συμπεριλαμβάνεται στη λίστα μου με τις πιο μισητές ταινίες που έχω δει ποτέ.
Μισητές, όχι κακές, αφού καλλιτεχνικά ήταν εξαιρετική όμως θεματικά, να το πω ευγενικά, μου ανέβασε τη πίεση.
Στη συνέχεια ήρθε το αξιόλογο αλλά λίγο φλύαρο και υπερφίαλο The Place Beyond the Pines και τέσσερα χρόνια αργότερα, έφτασε με το The Light Between Oceans.
Δεκέμβριος του 1918, μόλις έχει λήξει ο Μεγάλος Πόλεμος.
Ο βετεράνος Tom Sherbourne επιστρέφει στη πατρίδα του, την Αυστραλία, ζητώντας δουλειά ως φύλακας σε έναν απομακρυσμένο φάρο που βρίσκεται σε ένα νησάκι, μίλια μέσα στον ωκεανό, μακριά από το πολιτισμό.
Στη μικρή παραλιακή πόλη απ’ όπου ξεκινάει με τη βάρκα για το φάρο, γνωρίζει την όμορφη Isabel, μια ντόπια κοπέλα και ερωτεύονται με τη πρώτη ματιά.
Παντρεύονται και λίγο αργότερα μένει έγκυος, όμως αποβάλει, κάτι που ξανασυμβαίνει δύο χρόνια αργότερα.
Μια μέρα, μια βάρκα ξεβράζεται στο νησί, με επιβάτες έναν νεκρό άνδρα και ένα μωρό.
Η Isabel πείθει τον Tom να σιωπήσουν και να κρατήσουν το μωρό σαν δικό τους, όμως σε μια επίσκεψή τους στη πόλη λίγα χρόνια αργότερα, μαθαίνουν τυχαία την ιστορία της Hannah, μιας γυναίκας που φαίνεται ότι είναι η μητέρα του μικρού κοριτσιού μεγαλώνουν ως δικό τους.
Το The Light Between Oceans είναι βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του M. L. Stedman.
Είναι ένα ρομαντικό δράμα που μας διηγείται τη πικρή ιστορία ενός δυνατού έρωτα δυο ανθρώπων που φτιάχτηκαν ο ένας για τον άλλον, όμως οι ατυχίες και οι κακές επιλογές λόγω της ίδιας αγάπης τους, τους έμπλεξαν σε ένα παιχνίδι που δε μπορούσε να βγει κανείς κερδισμένος.
Βαθιά και απενοχοποιημένα μελοδραματική, η πλοκή της ταινίας είναι σε γενικές γραμμές προβλέψιμη, την οποία ουσιαστικά και έχουμε ήδη δει από το trailer, χωρίς όμως αυτό να μειώνει αισθητά τη μυθοπλαστική της αξία, αφού το φιλμ κρατάει έναν εξαιρετικό ρυθμό.
Το πρόβλημα όμως εντοπίζεται στο τρίτο της act, όταν οι ήρωες έχουν έρθει σε ένα αδιέξοδο και το σενάριο προσπαθεί να μπουρδουκλώσει τα συναισθήματα, ώστε να μπορέσει με το στανιό να βγάλει ένα φινάλε που να είναι κάπως, έστω και λίγο γλυκό.
Δυστυχώς εδώ χάνεται και ο ρυθμός και ο ρεαλισμός και το ενδιαφέρον το θεατή.
Τεχνικά η ταινία είναι άριστη, με τον Cianfrance να έχει πάρει το μάθημά του και να μη το παίζει ακόμα αναίτια ανεξάρτητος, έχει πανέμορφη φωτογραφία, μια παλέτα πλημμυρισμένη από γήινα χρώματα σε παλ αποχρώσεις, τη μαγευτική μουσική του Alexandre Desplat και ένα πρωταγωνιστικό δίδυμο φωτιά, με τον Michael Fassbender να είναι όπως πάντα άψογος αλλά την Alicia Vikander να κλέβει, για μία ακόμη φορά όπως έκανε και πέρσι στο The Danish Girl, τη παράσταση με μια ερμηνεία που δεν αποκλείεται να τη στείλει μέχρι τη πεντάδα των Όσκαρ.
Στον αντίποδα η Rachel Weisz δεν καταφέρνει να σταθεί αντάξια, έχοντας όμως ως ελαφρυντικό τον πιο φλατ ρόλο της ιστορίας.
Το The Light Between Oceans είναι ένα δυνατό ρομαντικό δράμα, με εξαιρετικές ερμηνείες και μια ιστορία που συγκινεί αλλά δεν εκβιάζει.
Ένα κακό τελευταίο act χαλάει κάπως το γλυκό, όμως οι φίλοι του είδους δε πρέπει να το χάσουν.
Στους κινηματογράφους από 10 Νοεμβρίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής.