Ο Αντώνης (Γιάννης Τσιμιτσέλης, Λούφα και Παραλλαγή: Σειρήνες στη Στεριά) και η Κατερίνα (Κατερίνα Γερονικολού, Στο Ξέσπασμα του Φεγγαριού) είναι ένα ερωτευμένο ζευγάρι που ετοιμάζεται να παντρευτεί.
Την ευτυχία τους όμως σκιάζει ο πατέρας της νύφης, ο Αριστείδης (Γιάννης Ζουγανέλης, Λύσσα Κακιά), επιτυχημένος καρδιοχειρουργός, που αντιτίθεται στο γάμο της κόρης του με τον Αντώνη, καθ’ότι ο τελευταίος κατάγεται από λαϊκή οικογένεια και είναι… ιδιοκτήτης γραφείου τελετών.
Λίγο καιρό πριν το γάμο, η Κατερίνα αποφασίζει να κάνει έκπληξη στο μέλλοντα σύζυγό της και κανονίζει κρυφά από αυτόν ένα reunion με όλους τους παλιούς του φίλους, το Σάκη (Αποστόλης Τότσικας, Short Fuse), τον Τζίμη (Νίκος Βουρλιώτης, Poker Face) και το Ρένο (Θανάσης Βισκαδουράκης, Ακάλυπτος).
Μετά όμως από μια αλά Hangover βραδιά τρελού μεθυσιού, οι 4 φίλοι καταλήγουν (με τη… νεκροφόρα του Αντώνη) στη Θεσσαλονίκη, την πόλη όπου πέρασαν τα φοιτητικά τους χρόνια, μαζί μάλιστα με το μέλλοντα πεθερό του!
Εκεί, στην προσπάθειά τους να γυρίσουν πίσω στην Αθήνα… αλλά και παράλληλα να διασκεδάσουν, έρχονται αντιμέτωποι με πολλές περιπέτειες.
Η ταινία του Αντώνη Σωτηρόπουλου, εκτός από ξεδιάντροπη αντιγραφή του Hangover, είναι ο ορισμός της ανεγκέφαλης κωμωδίας που όχι απλά υποτιμά αλλά και προσβάλλει με το χειρότερο τρόπο τη νοημοσύνη του κοινού της.
Το σενάριο της Ρένας Ρίγγα είναι γελοιωδώς προχειρογραμμένο, σε σημείο που πολύ συχνά δεν έχει καμία απολύτως συνοχή και σταματά να βγάζει νόημα.
Χρησιμοποιεί δε, όλα τα χαρακτηριστικά στερεότυπα στα οποία μας έχουν συνηθίσει ταινίες τέτοιου είδους, όπως π.χ. αυτό της κλισέ μεγαλοαστικής οικογένειας που σνομπάρει τον λαϊκής καταγωγής γαμπρό ή αυτό της κλασικής, υπερπροστατευτικής Ελληνίδας μάνας.
Όσον αφορά το χιούμορ της, η ταινία επιστρατεύει ό,τι σεξιστικό (ακούγεται μέχρι και ατάκα «Είναι στη φύση του άντρα να πηγαίνει με πολλές γυναίκες!), ομοφοβικό και ρατσιστικό (η… απέχθεια της μητέρας του Τζίμη για την έγχρωμη γυναίκα του) αστείο μπορείς να φανταστείς, χωρίς να καταφέρει φυσικά να προκαλέσει ούτε μειδίαμα.
Οι χαρακτήρες είναι ρηχοί και στα όρια της καρικατούρας ενώ οι ερμηνείες είναι από μέτριες και αδιάφορες μέχρι εκνευριστικά κακές.
Το αποτέλεσμα είναι ένα συνονθύλευμα αποτυχημένων αστείων και τραβηγμένων απ’τα μαλλιά καταστάσεων, που περισσότερο ως τραγελαφικό μπορείς να το περιγράψεις.
Η ταινία είναι αποτελεσματική μόνο στο να αποδείξει, για άλλη μια φορά, την αποτυχία του εγχώριου κινηματογράφου να παράγει εμπορικές και προσιτές στο ευρύ κοινό ταινίες, και δη κωμωδίες, που να είναι όμως παράλληλα και ποιοτικές, αντί για χαμηλού επιπέδου και ευφυίας ταινίες για τις μάζες, που ως μοναδικό στόχο έχουν το εύκολο και γρήγορο κόψιμο εισιτηρίων.
Στους κινηματογράφους από 1η Δεκεμβρίου.
Μαριάννα Τσότρα.