Πριν λίγες ημέρες έριξε αυλαία ένα από τα underdogs του ρινγκ των τηλεοπτικών σειρών, το Ripper Street.
Για όσους δεν έτυχε να την παρακολουθήσουν, η σειρά του Richard Warlow μας πάει πίσω στα 1889, στη περιοχή Whitechapel του Λονδίνου, και πιο συγκεκριμένα στο αστυνομικό τμήμα H.
Εκεί παρακολουθούμε τον Αστυνόμο Edmund Reid (Matthew Macfadyen, Anna Karenina), μαζί με τον υπαστυνόμο Bennet Drake (Jerome Flynn, Game of Thrones) και τον Αμερικάνο στρατιωτικό γιατρό Homer Jackson (Adam Rothenberg, Elementary) να προσπαθούν να ελέγξουν μια περιοχή βαθιά τραυματισμένη από το πέρασμα του Jack the Ripper.
Οι δύο ιδιαιτερότητες της σειράς είναι ότι έχει βασιστεί σε πραγματικούς χαρακτήρες, και ότι δε καταπιάνεται με την υπόθεση του Ripper, αλλά πιάνει την ιστορία αφότου η αστυνομία έχει αποδεχτεί την αποτυχία της να τον βρει.
Παρότι οι υποθέσεις που έφταναν στο τμήμα ήταν αρκετές, η σειρά ρίχνει ιδιαίτερο βάρος στις διαπροσωπικές σχέσεις των ηρώων, τόσο μεταξύ τους όσο και με τη κοινωνία του Whitechapel.
Η “μαντάμ” της περιοχής, η πόρνη με την αγγελική φωνή, ο ρεπόρτερ, η σύζυγος του Reid και η χαμένη κόρη του, ο νέος αστυνομικός διευθυντής, είναι χαρακτήρες που στη πορεία περνούν στο προσκήνιο, επισκιάζοντας πολλές φορές τις όποιες υποθέσεις, αφού επηρεάζουν άμεσα τη ψυχολογία και τις προτεραιότητες των βασικών πρωταγωνιστών.
Ο τελευταίος κύκλος που περιορίστηκε μόλις σε 6 επεισόδια, έδωσε ένα πολύ δυνατό φινάλε τόσο στα επαγγελματικά όσο και στα προσωπικά των ηρώων, αφήνοντας όμως και μια ελαφριά πικρή επίγευση.
Η σεζόν ξεκινάει με τον Reid, τον Jackson και τη Susan να είναι φυγάδες και καταζητούμενοι, και ενώ έχουν βρει την ταυτότητα του τρομακτικού Golem, τώρα μένει να την αποδείξουν, και μαζί και την αθωότητά τους.
Απέναντί τους δε θα έχουν μονάχα τον Dove αλλά και έναν παλιό γνωστό, τον βαθιά διεφθαρμένο και στυγνό ντετέκτιβ Jedidiah Shine, που αντικαθιστά τον Reid στη θέση του τμήματος.
Έχοντας ως ορμητήριο ένα παλιό θέατρο, η τριάδα προσπαθεί να παγιδέψει τον Dove, να βρει τον Nathaniel και ταυτόχρονα να αποφύγει τη σύλληψη.
Ο 5ος κύκλος, και λόγω μικρότερης διάρκειας, κρατάει έναν εξαιρετικό ρυθμό στα γεγονότα, κάνοντας συνεχή σκωτσέζικα ντους στους θεατές που εκεί που νομίζουν ότι επιτέλους βρέθηκε ο τρόπος να λυτρωθούν, εκεί όλα καταρρέουν, και πάλι από την αρχή.
Το καλύτερη επεισόδιο ήταν με διαφορά το 3ο, που παρακολουθούμε τον Nathaniel εξόριστο και κρυμμένο, να προσπαθεί να τιθασεύσει τις ...ορέξεις του και να κοινωνήσει με τους νέους του γείτονες, δίνοντας εξαιρετικό βάθος σε έναν χαρακτήρα που ουσιαστικά είναι ο villain της υπόθεσης.
Όσο για το φινάλε, φυσικά δε ζήσανε αυτοί καλά και ‘μεις καλύτερα, όμως όλα τα ανοιχτά μέτωπα καταφέρνουν και κλείνουν με έναν εξαιρετικά δίκαιο τρόπο, προσφέροντας και την ηθική ικανοποίηση στο θεατή αλλά και μια στεναχώρια ότι αυτός ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος, κάθε άλλο.
Το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στο τελευταίο μισάωρο του τελευταίου επεισοδίου, που ενώ η σειρά έχει ουσιαστικά τελειώσει, φλυαρεί με αποσπασματικές σκηνές από το παρελθόν και το μέλλον των ηρώων, που δε προσφέρουν απολύτως τίποτα.
Παρότι ποτέ δεν απέκτησε τεράστιο ή φανατικό κοινό, το Ripper Street υπήρξε μια σταθερότατα απολαυστική αστυνομική δραματική σειρά, που θα προσφέρει σχεδόν 40 ώρες ποιοτικότατης διασκέδασης, ειδικά στους φίλους της περιόδου και της ατμόσφαιρας του Βικτοριανού Λονδίνου, που δε θέλουν να δουν ακόμα μια θεωρία για τη ταυτότητα του Jack αλλά να κάνουν μισ βόλτα στα σκοτεινά σοκάκια του Whitechapel.
Αλέξανδρος Κυριαζής.