‘Ποιο είναι το αγαπημένο σου πράγμα στη γη;’ ρωτά το The Space Between Us.
Για να απαντήσω: σίγουρα όχι αυτή η ταινία.
Η ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου βρίσκεται κοντά και αν δεν είσαι αρκετά ενήλικος για να δεις το sequel του Πενήντα Αποχρώσεις του Γκρι, έρχεται το The Space Between Us – ένα εφηβικό ρομάντζο με sci-fi περιτύλιγμα.
Από το σκηνοθέτη Peter Chelsom (Serendipity, 2001), η ταινία ξεκινά με ένα –όχι τόσο απίστευτο- πλέον θέμα: την επανδρωμένη αποστολή στον πλανήτη Άρη και την αποίκιση του από ανθρώπους.
Η αποστολή στέφεται με επιτυχία.
Μία από τους επιστήμονες όμως είναι έγκυος, κάτι που το έχει κρατήσει κρυφό από όλους.
Γεννάει ένα αγοράκι, μα η ίδια πεθαίνει στη γέννα.
Η Νάσα κρατάει κρυφό το γεγονός, το αγόρι (Asa Butterfield, Miss Peregrine's Home for Peculiar Children) ζει 17 χρόνια στον Άρη, όπου έχει πιάσει και μια φίλη (Britt Robertson, A Dog's Purpose) από τη Γη μέσω ίντερνετ.
Της έχει πει πως πάσχει από μια σπάνια αρρώστια η οποία τον αναγκάζει να ζει κλεισμένος στο διαμέρισμα του στη Νέα Υόρκη.
Η ευκαιρία έρχεται και ο ήρωας μας επιστρέφει στη Γη.
Καταφέρνει να ξεφύγει από τη Nasa, συναντά την κοπέλα και μαζί φεύγουν σε ένα ταξίδι προκειμένου να βρει τον πατέρα του.
Το Space Between Us ξεκινά σαν καθαρή ταινία sci-fi, με καλά εφέ και ενδιαφέρον ιδέες, όπως το πως θα είναι να μεγαλώνει κάποιος σε ένα άλλο πλανήτη, η αίσθηση μοναξιάς κτλ.
Όλα αυτά όμως ρίχνονται στον κάλαθο των αχρήστων πριν φτάσουμε καν στη μέση της ταινίας μια και βιάζεται να καταπιαστεί με το ρομάντζο, που είναι και ο βασικός πυρήνας της.
Τα προβλήματα ξεκινούν με το ρυθμό της.
Πετάγεται τόσο εύκολα από το ένα χρονικό σημείο στο άλλο (όσο εύκολα από τον Άρη στη Γη) χωρίς καν να νοιαστεί για μια πιο ομαλή μετάβαση.
Δεν ενδιαφέρεται να εξηγήσει πράγματα και τα επιστημονικά στοιχεία που παραθέτει μάλλον θα κάνουν τον Neil deGrasse Tyson να τραβάει το μουστάκι του.
Οι άνθρωποι της Νάσα με μπροστάρη τον Gary Oldman (Criminal) τους καταδιώκουν, ο πρωταγωνιστής μας, σαν εξωγήινος που έπεσε στη Γη, ανακαλύπτει τις ομορφιές του πλανήτη μας, ενώ η κοπέλα - αρχικά δύσπιστη - καλείται όμως στη συνέχεια να τον ξεναγήσει και να βρουν μαζί τον πατέρα του.
Κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά ερωτεύονται παράφορα.
Από τη στιγμή που οι δυο έφηβοι ήρωες μας τρέπονται σε φυγή μοιάζουν με δυο ερωτευμένους ενάντια στον κόσμο.
Τα κλισέ, οι ατάκες και η προβλεψιμότητα δίνουν και παίρνουν, ενώ η χημεία των πρωταγωνιστών απουσιάζει.
Η κοπέλα δείχνει μεγαλύτερη του - και είναι στη πραγματικότητα (προσποιείται την 17χρονη ενώ είναι 26).
Θυμίζει έντονα Starman (1984) αλλά στο πιο μουδιασμένο του.
Από τη στιγμή που το sci-fi έχει πεταχτεί από το παράθυρο, η ταινία χάνει σταδιακά την όποια αίγλη της και αναλώνεται σε ένα εφηβικό χαζορομάντζο που μάλιστα εκβιάζει το μελόδραμα τόσο πολύ, που ένιωθα λες και είχα ένα πιστόλι κολλημένο στο κρόταφο και κάποιον να μου λέει «εμπρός, κλάψε!».
Ας μιλήσουμε λίγο για τις ερμηνείες.
Έχουμε την κλασική αξία του Gary Oldman να δίνει περισσότερα από ότι αναλογούν στην ταινία, την Britt Robertson που προσπαθεί ικανοποιητικά και τέλος τον πρωταγωνιστή μας Asa Butterfield που μας δίνει την χειρότερη ερμηνεία της ταινίας.
Ξύλινος, άβολος στο ρόλο του, έως και αδιάφορος.
Και είναι κρίμα γιατί στο Hugo ήταν ιδιαίτερα καλός.
Το The Space Between Us έχει μια απλή υπόθεση που την ακολουθεί κατά γράμμα, χωρίς να ξεφεύγει ποτέ.
Αν εξαιρέσεις τις cheesy ατάκες, το εφηβικό σάουντρακ, τον επιτηδευμένο ρομαντισμό των πρωταγωνιστών της και το πρόχειρο σενάριο, η όποια φιλοδοξία της ξεφουσκώνει σταδιακά μαζί με το ενδιαφέρον μας, μέχρι που καταλήγει να πλατειάσει.
Σίγουρα κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά υπήρχε μια καλύτερη ταινία που δεν βρήκε το δρόμο της.
Οι αρκετά μικρές ηλικίες που αναζητούν ένα συμβατικό ρομάντζο μεταξύ εφήβων μπορεί και να το ευχαριστηθούν, όσοι όμως ζητούν κάτι παραπάνω θα πρότεινα να το αποφύγουν.
Στους κινηματογράφους από 9 Φεβρουαρίου.
Μιχάλης Δαγκλής.