Τα τελευταία χρόνια, ένα διαφορετικό στυλ storytelling έχει εισβάλει δυναμικά στο χώρο των τηλεοπτικών σειρών, σύμφωνα με το οποίο ο οπτικός τομέας, το στιλιζάρισμα παίζει τον ίδιο, αν όχι σημαντικότερο ρόλο σε μια σειρά από την ίδια την ιστορία της, style over substance όπως είναι πιο γνωστό εις την βαρβαρικήν.
Τα παραδείγματα του είδους όλο και αυξάνονται, όμως η επίτευξη της ιδανικής ισορροπίας δεν είναι καθόλου εύκολη στη πράξη, με αποτέλεσμα να έχουμε φάει στο κεφάλι αρκετές πολλά υποσχόμενες σειρές αυτού του στυλ που δυστυχώς απογοήτευσαν (Penny Dreadful, The Preacher) άλλες που ισορρόπησαν οριακά παίζοντας επικίνδυνα με την υπομονή των θεατών (Taboo, Mr Robot) και για καλή μας τύχη είχαμε την ευκαιρία να δούμε και αριστουργήματα όπως το Hannibal, το Legion ή ακόμα και το Sense8.
Το American Gods ανήκει σε ακριβώς αυτή τη κατηγορία, έχοντας το μεγάλο προσόν να έχει από πίσω του πολλούς άσσους στο μανίκι, αφού είναι βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του μεγάλου Neil Gaiman (Stardust, Coraline), και δημιουργοί του είναι οι Bryan Fuller (Hannibal, Pushing Daisies) και Michael Green (Logan, Alien: Covenant).
Πόσο μικρό καλάθι μπορείς να κρατήσεις, έστω κι αν δεν έχεις ιδέα για το στόρι του;
Και μιας και αναφερθήκαμε, το American Gods είναι μια δραματική περιπέτεια φαντασίας με κεντρικό ήρωα τον Shadow Moon, έναν άνδρα φυλακισμένο για τη ληστεία ενός καζίνο, που αφήνεται ελεύθερος λίγες ημέρες πριν τη προγραμματισμένη αποφυλάκισή του για να παραστεί στη κηδεία της πολυαγαπημένης του γυναίκας Laura, που βρήκε τραγικό θάνατο σε αυτοκινητιστικό ενώ … άρμεγε τη σαύρα του καλύτερού του φίλου!
Θλιμμένος για το χαμό της αλλά και οργισμένος για τη προδοσία, παίρνει το αεροπλάνο για το σπίτι του, όπου γνωρίζει τον μυστηριώδη κύριο Wednesday, έναν άνδρα που μετά από ψιλή κουβέντα, του προτείνει να γίνει βοηθός του, πρόταση που ο Shadow και να θέλει, δε μπορεί να αρνηθεί.
Φυσικά δε γνωρίζει που μπλέκει, αφού ο Wednesday δεν είναι απλά ένας εκκεντρικός πλούσιος κύριος, αλλά ένας Θεός …και πιο συγκεκριμένα ένας από τους Παλιούς Θεούς που σκοπό έχει να συγκεντρώσει όλους τους Παλιούς Θεούς εναντίον των Νέων Θεών που έχουν κυριεύσει τη κοινωνία, ώστε να επανέλθουν στη θέση που τους αξίζει.
Παλιοί και νέοι Θεοί …ο Gaiman έχει συνθέσει δύο άτυπα υπερηρωικά ρόστερ, με το πρώτο να απαρτίζεται από Θεούς που οι άνθρωποι λάτρευαν ανά τον κόσμο από την αρχή της ανθρωπότητας, όπως ο Ήφαιστος, ο Czernobog και η Zorya (σλαβικές θεότητες), ο Anubis (αιγυπτιακή θεότητα), η Ostara (γερμανική θεότητα), ο Odin (σκανδιναβική θεότητα) και άλλοι που γνωρίζουμε ως χαρακτήρες αλλά όχι ακόμα με τη θεϊκή τους υπόσταση.
Στον αντίποδα έχουμε τους νέους “Θεούς”, αυτούς που οι άνθρωποι λατρεύουν σήμερα, οι οποίοι δεν είναι άλλοι από την ανθρωποποίηση της Παγκοσμιοποίησης, των Media και της Τεχνολογίας.
Τα 8 επεισόδια του πρώτου κύκλου μπορούν να χαρακτηριστούν ως εισαγωγικά, αφού σε αυτά δεν έχουμε ουσιαστικά δράση, παρακολουθώντας τον Wednesday με τον Shadow να πηγαίνουν από Θεό σε Θεό, προσπαθώντας να κλείσουν τις απαραίτητες συμμαχίες.
Αν αυτό από μόνο του σας ακούγεται κάπως κουραστικό, ίσως θα είχατε και δίκιο, όμως το κάθε επεισόδιο κρύβει πολλούς άσσους στο μανίκι του, είτε όσον αφορά τα μικρά twists στην εξέλιξη της ιστορίας και στο μυστήριο που την περιβάλλει, κάνοντας το θεατή να ψάχνει μικρά στοιχεία για να ξεκαθαρίσει τι ακριβώς συμβαίνει, αλλά κυρίως στα συνεχή flashbacks που μας δίνουν πολλές αλλά όχι όλες, τις απαραίτητες λεπτομέρειες για τους ήρωες μας, ποιοι είναι και πως φτάσανε μέχρι εδώ.
Ο τρόπος που η ιστορία, η περιορισμένη σε έκταση είναι η αλήθεια, ιστορία ξεδιπλώνεται είναι αριστοτεχνικός, και ακόμα και σε επεισόδια που είναι ουσιαστικά στατικά, ο θεατής δεν νοιώθει ούτε στο ελάχιστο τη κούραση ή τη βαρεμάρα, με το μυστήριο να είναι τόσο πυκνό που δεν υπάρχει αχρείαστη σκηνή, και αν ακόμα κάποιες μοιάζουν με τέτοιες, αργότερα όλα τα κομμάτια του παζλ πέφτουν στη θέση τους.
Όπως όμως ξεκίνησα το review, το American Gods είναι μια σειρά που υποστηρίζει σθεναρά το style over substance, και μπορεί η πλοκή να μη τρέχει, όμως οπτικά η σειρά είναι σκέτη μαγεία, άλλοτε αρρωστημένη, άλλοτε πεντάμορφη, άλλοτε σουρεαλιστική, άλλοτε βίαια, άλλοτε ερωτική αλλά πάντα μαγεία.
Ο Fuller έχει τελειοποιήσει τις μεθόδους που μας παρουσίασε στο Hannibal, έχοντας βρει την απόλυτη ισορροπία μεταξύ στυλιζαρίσματος και ουσίας. Αποθέωση!
Επειδή φυσικά δε μπορεί να όλα τέλεια, το American Gods έχει τα προβληματάκια που κηλιδώνουν κάπως το τελικό αποτέλεσμα, με βασικότερα την σχετική ανάγκη του θεατή να ξέρει εκ των προτέρων, έστω στο περίπου τι παρακολουθεί, γιατί αλλιώς αυτό το μυστήριο πολύ εύκολα μπορεί να κουράσει μιας και στα πρώτα ειδικά επεισόδια δε βγάζει απολύτως κανένα νόημα (συχνά πυκνά χρειάστηκε να ανοίξω τη Wikipedia), και η επιλογή του Ricky Whittle στο πρωταγωνιστικό ρόλο, η φυσιογνωμία του οποίου μπορεί να είναι ταιριαστή, αλλά η ερμηνεία του είναι εξαιρετικά μέτρια.
Μπορεί στο κεντρικό ήρωα να τα έκαναν λίγο θάλασσα, αλλά το υπόλοιπο cast φυσάει, με τον Ian McShane (John Wick 2) στο ρόλο του Wednesday να είναι σαρωτικός, τους Emily Browning (Pompeii) και Pablo Schreiber (Orange is the new Black) που έχουν το αμέσως λιγότερο screentime να είναι άψογοι, αλλά τη παράσταση να κλέβουν οι Θεοί, οι οποίοι μέχρι τώρα δεν έχουν ιδιαίτερα μεγάλο χρόνο παρουσίας, αλλά αυτός αρκεί για να αφήσουν το στίγμα τους, με την Gillian Anderson (Hannibal) ειδικά ως Media, άλλοτε ως Ziggy Stardust, άλλοτε ως Marilyn Monroe και άλλοτε ως Lucille Ball, να γράφει ιστορία (το Emmy β’ γυναικείου έρχεται).
Του χρόνου περιμένουμε περισσότερο από τους Crispin Glover (The Bag Man), Peter Stormare (John Wick 2), Orlando Jones (Seconds Apart) και Kristin Chenoweth (Hit & Run) που δεν πρόλαβαν να κάνουν αισθητή τη παρουσία τους.
Ο πρώτος κύκλος του American Gods μόλις έφτασε στο τέλος του, και εννοείται ότι το Starz έχει δώσει ήδη το ok για τον επόμενο.
Αν το Hannibal και ειδικά η αισθητική του ήταν του γούστου σας, μη το σκεφτείτε ούτε δευτερόλεπτο.
Αν όμως όχι, δώστε του μια ευκαιρία, κάντε λίγο υπομονή για να καταλάβετε τι συμβαίνει, ανοίξτε τα μάτια σας και μη μασουλάτε πιτσίνια ενώ το παρακολουθείτε σαν να βλέπετε Grey’s Anatomy, και είμαι σίγουρος ότι θα σας κερδίσει.
Αλέξανδρος Κυριαζής.