Μη πω ψέματα, τα τέσσερα βραβεία που κατέκτησε η νέα ταινία του Robin Campillo στο πρόσφατο φεστιβάλ των Κανών δεν αποτέλεσαν τόσο μεγάλο θέλγητρο όσο η υποψηφιότητά της για Ευρωπαϊκό βραβείο Lux, ένας νέος θεσμός με μονάχα δέκα χρόνια ιστορία, που όμως, κάθε χρόνο διαλέγει τρεις ταινίες που πραγματικά καταφέρνουν να ξεχωρίσουν.
Το 120 Battements par Minute είναι μια ταινία που μας πηγαίνει πίσω σε μια εποχή, σχεδόν τρομακτική, ακόμα και για τη γενιά μου που ήταν ακόμα μικρή για να την επηρεάσει άμεσα, όμως νομίζω ότι αυτός ο φόβος έδρασε θετικά για να πάρουμε το μάθημά μας.
Αρχές της δεκαετίας του ’90.
Το AIDS δεν είναι πια μια “εξωτική” αρρώστια με την εξάπλωσή του να έχει εξελιχθεί σε μάστιγα, κυρίως λόγω της ελλιπούς ενημέρωσης του κόσμου.
Η Act-Up είναι μια ακτιβιστική οργάνωση που έχει σκοπό την ενημέρωση γύρω από τα οροθετικά (και κατά κύριο λόγο ομοφυλόφιλα) άτομα, μια οργάνωση που με τις δράσεις της ειδικά στην Αμερική, κατάφερε να οδηγήσει τον αγώνα για σημαντικές μεταρρυθμίσεις, πολιτικές και κοινωνικές, γύρω από τη φαρμακευτική περίθαλψη και την αντιμετώπιση των οροθετικών.
Η ταινία μας βάζει στα άδυτα του παριζιάνικου τμήματος της οργάνωσης, με την ιστορία να ξεκινάει με την είσοδο τεσσάρων νέων μελών, που έχουν τη πρώτη γνωριμία με τον τρόπο λειτουργίας της.
Η ιστορία τρέχει ταυτόχρονα και παράλληλα σε δύο ταμπλό.
Από τη μία έχουμε την ίδια την οργάνωση, τις δράσεις της, τη δυναμική μεταξύ των μελών της, τις διαφωνίες και τις συχνά έντονες αντιπαραθέσεις τους.
Από την άλλη έχουμε την ερωτική σχέση μεταξύ του Nathan (Arnaud Valois), ενός από τα νέα μέλη, με τον Sean (ένας εξαιρετικός Nahuel Pérez Biscayart), έναν από τα παλιά, ιδρυτικά και ιδιαιτέρως …εκφραστικά μέλη της Act-Up.
Οι δύο πλοκές θα μπορούσαν εύκολα να σταθούν σαν ανεξάρτητες ταινίες, η πρώτη ως δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ και η δεύτερη ως αισθηματικό δράμα, με την ανάπτυξη και τη διάρκειά τους να είναι τέτοιες που δε θα χρειαζόταν παρά ελάχιστες προσθαφαιρέσεις.
Το θαυματάκι όμως επιτελείται στο τρόπο που ο σκηνοθέτης έχει συνδυάσει αυτές τις δύο, ίσα αλλά ανόμοια συναισθηματικά φορτισμένες ιστορίες, τον τρόπο που μεταπηδάει από τη μία στην άλλη, πάντα τη κατάλληλη στιγμή, τον τρόπο που η μία επηρεάζει την άλλη, χωρίς ωστόσο να αλληλοεξαρτώνται.
Στο τρόπο που οι δυο ιστορίες, ενώ θα μπορούσαν να καταλήξουν, η μία ένα βαρετό ντοκιμαντέρ και η άλλη ένα ερωτικό μελόδραμα, μαζί απογειώνονται και μας προσφέρουν μια συνταρακτική και ολοκληρωμένη απεικόνιση μιας εποχής από τα μάτια των ίδιων της των θυμάτων.
Βέβαια αυτό το ταίριασμα δεν είναι αναίμακτο, με τα 140 λεπτά διάρκειας να εμπεριέχουν αρκετά νεκρά σημεία που μπορεί ανεξάρτητα να περνούσαν απαρατήρητα, όμως στο σύνολο κάνουν το θεατή συχνά να χάνει το mood ενώ κοιτάει το ρολόι του.
Το 120 Battements par Minute ανήκει σε εκείνη τη κατηγορία ταινιών που όταν τελειώνουν, είσαι τόσο μουδιασμένος που είναι αδύνατο να σηκωθείς από το κάθισμά σου πριν τελειώσουν οι τίτλοι τέλους και σε διώξουν οι καθαρίστριες, και όταν βγαίνεις από την αίθουσα σε κάνουν να νοιώθεις τη ματαιότητα και ταυτόχρονα την αξία της καθημερινότητας όταν κατά τύχη ακούς μια παρέα φίλων να διαφωνεί για το που θα πάνε για καφέ.
Είναι μια ταινία που απαιτεί από τους θεατές ανοιχτά μυαλά, ορθάνοιχτες καρδιές και…λίγη παραπάνω υπομονή.
Αν τα διαθέτετε, μη το χάσετε.
Στους κινηματογράφους από 28 Σεπτεμβρίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής.