Η ιστορία πίσω από την παραγωγή της ταινίας είναι πραγματικά ενδιαφέρουσα, μιας και ο Shinichi Fukazawa χρειάστηκε να περιμένει 15 χρόνια για να την ολοκληρώσει.
Η προ-παραγωγή άρχισε το 1995, αλλά ο Ιάπωνας χρειάστηκε 10 χρόνια για να τραβήξει πάνω από 10 ώρες υλικού σε Super 8 φιλμ.
Το μοντάζ άρχισε το 2005, αφού το υλικό ψηφιοποιήθηκε, αλλά μια σειρά προβλημάτων στην τελική παραγωγή ανάγκασαν τον σκηνοθέτη να καθυστερήσει ακόμα περισσότερο.
Απτόητος από τα όλα αυτά τα προβλήματα, το προσωπικό χρέος και τον χαμένο χρόνο, ο Fukazawa ανακοίνωσε πως η ταινία ήταν έτοιμη το 2009.
Το σενάριο είναι κατεξοχήν «trash».
Ο Shinji είναι ένας body-builder που περνάει τον χρόνο του εξασκούμενος σε ένα σπίτι που γνωρίζει πως είναι στοιχειωμένο, χωρίς να φαίνεται να τον πειράζει.
Μία μέρα, δέχεται ένα τηλεφώνημα από την πρώην κοπέλα του, η οποία πλέον δουλεύει ως δημοσιογράφος και ετοιμάζει ένα άρθρο για στοιχειωμένα σπίτια.
Ο Shinji δέχεται να επισκεφτεί το σπίτι του και να τραβήξει κάποιες φωτογραφίες και η κοπέλα καταφτάνει μαζί με ένα μέντιουμ.
Ο Shinji είναι ένας body-builder που περνάει τον χρόνο του εξασκούμενος σε ένα σπίτι που γνωρίζει πως είναι στοιχειωμένο, χωρίς να φαίνεται να τον πειράζει.
Μία μέρα, δέχεται ένα τηλεφώνημα από την πρώην κοπέλα του, η οποία πλέον δουλεύει ως δημοσιογράφος και ετοιμάζει ένα άρθρο για στοιχειωμένα σπίτια.
Ο Shinji δέχεται να επισκεφτεί το σπίτι του και να τραβήξει κάποιες φωτογραφίες και η κοπέλα καταφτάνει μαζί με ένα μέντιουμ.
Αυτό που σύντομα αποκαλύπτεται όμως, είναι πως το σπίτι «κατοικείται» από ένα εξαιρετικά εκδικητικό φάντασμα, το οποίο τρέφει μίσος για τον πατέρα του Shinji εδώ και 30 χρόνια.
Αρχικά, οι τρεις τους καταφέρνουν να το αποκρούσουν, αλλά λίγο αργότερα, το φάντασμα καταλαμβάνει το σώμα του μέντιουμ και ξαναεπιτίθεται.
Ο Fukazawa
εφαρμόζει στην ταινία μια low-budget 70's αισθητική και έναν
βίαιο παραλογισμό, τον οποίο σίγουρα θα εκτιμήσουν οι οπαδοί των «trash» ταινιών.
Το τεχνικό κομμάτι κινείται αποκλειστικά προς αυτήν την κατεύθυνση, με την φωτογραφία να έχει την χαρακτηριστική αισθητική της βιντεοκασέτας, κάτι που ισχύει και για τον ήχο και τα οπτικά εφέ.
Το τεχνικό κομμάτι κινείται αποκλειστικά προς αυτήν την κατεύθυνση, με την φωτογραφία να έχει την χαρακτηριστική αισθητική της βιντεοκασέτας, κάτι που ισχύει και για τον ήχο και τα οπτικά εφέ.
Από ένα σημείο και μετά το φιλμ μετατρέπεται σε splatter, με το αίμα και τις γκροτέσκες εικόνες να κυριαρχούν, ενώ τα εφέ ακροβατούν ανάμεσα στο απόλυτα βίαιο και το απόλυτα τραγελαφικό.
Προσθέστε σε όλα αυτά το μανιακό μοντάζ, που εντείνει την αίσθηση χάους που κυριαρχεί στο φιλμ και έχετε μια γενική εικόνα του παρανοϊκού θεάματος που αποτελεί το «Bloody Muscle Body Builder in Hell».
Η κωμωδία και η ειρωνεία αποτελούν επίσης κύρια στοιχεία της παραγωγής, καθώς παρουσιάζονται σε μία σειρά από σκηνές, όπως εκείνη που η κοπέλα επιτίθεται στο φάντασμα με τις γροθιές της ή εκείνη που τα μέλη του μέντιουμ επιτίθενται στους πρωταγωνιστές ξεχωριστά.
Οι ερμηνείες ταιριάζουν απόλυτα στην αισθητική της ταινίας.
Ο ίδιος ο Shinichi Fukazawa υποδύεται τον Shinji, παίζοντας σαν μία ακραία καρικατούρα, με τις συσπάσεις του προσώπου του να είναι το αποκορύφωμα μιας αποκλίνουσας παράστασης.
Ο Masaaki Kai παίζει τον ρόλο του «περίεργου» ως μέντιουμ και η Asako Nosaka αυτόν της «κοπέλας σε κίνδυνο», αμφότεροι με μία ταιριαστή υπερβολή.
Ο ίδιος ο Shinichi Fukazawa υποδύεται τον Shinji, παίζοντας σαν μία ακραία καρικατούρα, με τις συσπάσεις του προσώπου του να είναι το αποκορύφωμα μιας αποκλίνουσας παράστασης.
Ο Masaaki Kai παίζει τον ρόλο του «περίεργου» ως μέντιουμ και η Asako Nosaka αυτόν της «κοπέλας σε κίνδυνο», αμφότεροι με μία ταιριαστή υπερβολή.
Οι οπαδοί του trash και του splatter όμως, είναι δεδομένο πως θα την λατρέψουν.
Παναγιώτης Κοτζαθανάσης.