To 2017, o Sion Sono γύρισε μία σειρά 9 επεισοδίων για το Amazon Prime Japan, με τίτλο «Tokyo Vampire Hotel».
Η ταινία που είδαμε στο Five Flavours αποτελεί την έκδοση για φεστιβάλ/κινηματογράφους καθώς και την επιστροφή του στο βίαιο και ακραίο παρελθόν του μέσω μιας παραγωγής-αφιερώματος σε παλαιότερες δουλειές του.
Το σενάριο, το οποίο βασίζεται σε ένα ιστορικό γεγονός όπου ο Βασιλιάς Matthias Corvinus φυλάκισε τον Vlad the Impaler (γνωστό και ως Δράκουλα), έχει τον τελευταίο να μετατρέπεται σε μία ολόκληρη φυλή βαμπίρ με το όνομα Draculas, οι οποίοι έχουν φυλακιστεί από μία άλλη φυλή βαμπίρ, τους Corvinus.
Οι τελευταίοι έχουν μια σειρά απαίσιων σχεδίων, τα οποία περιλαμβάνουν την καταστροφή ολόκληρης της ανθρωπότητας με εξαίρεση ελάχιστους, τους οποίους θα κρατήσουν σε ένα ξενοδοχείο (αυτό του τίτλου), με σκοπό να τους χρησιμοποιήσουν για να τρέφονται.
Όμως, οι Draculas είναι έτοιμοι να επαναστατήσουν από τα βάθη της Γης όπου τους κρατούν οι αντίπαλοί τους, καθώς περιμένουν τον Μεσσία τους, ο οποίος αποδεικνύεται πως είναι ένα κορίτσι από την Ιαπωνία, η Manami.
Η κοπέλα ξαφνικά βρίσκεται στην μέση μιας διαμάχης αιώνων μεταξύ των δυο φυλών, κατά τη διάρκεια μιας γιορτής για τα 22α γενέθλιά της.
Καθώς μία Dracula εν ονόματι Κ και οι συνεργάτες της προσπαθούν να βοηθήσουν το κορίτσι να φτάσει στον αρχηγό τους, σε μία υπόγεια τοποθεσία που φαίνεται να βρίσκεται κάτω από την Ιαπωνία και την Ρουμανία ταυτόχρονα, οι Corvinus, με αρχηγό τον Yamada, προσπαθούν να την φέρουν με το μέρος τους.
Την ίδια στιγμή, μία ασυνήθιστη ύπαρξη με την ονομασία Αυτοκράτειρα που κατοικεί στο προαναφερθέν ξενοδοχείο, φαίνεται να ψάχνει για θύματα, ενώ η Elizabeth Bathory διασχίζει τους διαδρόμους του.
Ο Sono, για μία ακόμα φορά έκανε αυτό που τον καθιέρωσε ως θρύλο ανάμεσα σε όλους τους οπαδούς των καλτ ταινιών: άφησε την φαντασία του ελεύθερη και την αποτύπωσε στην οθόνη με τον πιο ακραίο τρόπο, σε σημείο που το φιλμ, σε σημεία, λειτουργεί σαν ένα κολάζ ακραίων θεματικών.
Την ίδια στιγμή, συμπεριέλαβε στοιχεία από τις προηγούμενες ταινίες του.
Οι αντιμαχόμενες συμμορίες του «Tokyo Tribe» μετατράπηκαν στις φατρίες των βαμπίρ.
Το κυνηγητό του «Tag», αυτή τη φορά έχει ως κεντρικό πρόσωπο την Manami και ένα επαναλαμβανόμενο μουσικό μοτίβο να το συμπληρώνει.
Η διάχυτη σεξουαλικότητα και τα έντονα χρώματα του «Anti-Porno» είναι επίσης παρόντα, αυτήν την φορά σε συνδυασμό με μεγάλες δόσεις βίας και απερίγραπτης ποσότητα αίματος, το οποίο συχνά πλημμυρίζει την οθόνη, στο στυλ του «Guilty of Romance».
Η αλλαγή κατηγοριών ταινίας του «Love Exposure» είναι επίσης εδώ, αν και σε πιο περιορισμένο βαθμό.
Προσθέστε στα παραπάνω τις μεγάλες σε διάρκεια και άκρως εντυπωσιακές σκηνές δράσης, οι οποίες περιλαμβάνουν πιστόλια, γυναίκες με σπαθιά, ένα εξαιρετικά βίαιο βαμπίρ που σκοτώνει τους πάντες με τα νύχια της, την Αυτοκράτειρα που μοιάζει να έχει πολλά κοινά με το ξενοδοχείο, ένα βαμπίρ που λιμοκτονεί και φαίνεται να είναι η αδερφή της, την πάντα αισθησιακή Megumi Kagurazaka (Cold Fish) ως Elizabeth Bathory, μια σειρά από flashbacks που εξηγούν το παρελθόν των κύριων χαρακτήρων και μια σειρά Ρουμάνων σε διάφορους ρόλους, και έχετε τον σκελετό μιας πραγματικά θεότρελης ταινίας.
Αν και η φαντασία του καλπάζει χωρίς περιορισμούς, ο Sono έχει συμπεριλάβει αρκετά στοιχεία αυθεντικότητας στην ταινία κυρίως στο τεχνικό κομμάτι, καθώς ένα μέρος των γυρισμάτων έλαβε χώρα στην Τρανσυλβανία, σε τοποθεσίες όπως το Κάστρο Bran (γνωστό και ως Κάστρο του Δράκουλα) και τα ορυχεία αλατιού Salina Turda.
Επιπλέον, η ειρωνική αίσθηση του χιούμορ και κάποια δευτερεύοντα κοινωνικοπολιτικά σχόλια (κανείς δεν νοιάζεται για κανέναν στην Shibuya, η Ιαπωνία δεν μπορεί να περιμένει βοήθεια από κανέναν εξωτερικό παράγοντα) είναι επίσης παρόντα και προσθέτουν βάθος στο φιλμ, παρά το γεγονός πως είναι θαμμένα κάτω από τόνους βίας και ακραίων εικόνων.
Το τεχνικό κομμάτι της ταινίας είναι εντυπωσιακό, μόνο και μόνο επειδή οι τεχνικοί κατάφεραν να συλλάβουν την φαντασία του Sono και να την αποτυπώσουν σε όλη της την μεγαλοπρέπεια.
Σε αυτό το πλαίσιο, η φωτογραφία των Tomoaki Iwakura και Ito Maki παρουσιάζει μία σειρά άψογα παράλογων εικόνων, σε τοποθεσίες που περιλαμβάνουν την Shibuya, τις προαναφερθείσες στην Ρουμανία, το ξενοδοχείο και το κολασμένο εσωτερικό του, ακόμα και εστιατόρια και διαμερίσματα.
Το μοντάζ των Junichi Ito, Emi Onodera και Yoshiki Ushiroda διατηρεί τον μανιώδη ρυθμό του φιλμ με γούστο, αλλάζοντας σχεδόν συνεχώς γωνίες λήψεις και τοποθεσίας και σε συνδυασμό με τη μουσική, η οποία περιλαμβάνει κομμάτια που εκτείνονται από ηλεκτρονική σε γρήγορη heavy metal, έχουν ως αποτέλεσμα το φιλμ να λειτουργεί ως ένα ακραίο μουσικό βίντεο, σε αρκετές στιγμές.
Το ντεκόρ του Takashi Matsuzuka και τα σκηνικά του Yoshio Yamada είναι αμφότερα άξια θαυμασμού, καθώς βρίσκουν το απόγειό τους στα διαφορετικά δωμάτια του ξενοδοχείου, τα οποία περιλαμβάνουν μπαρόκ πολυτέλεια, τεχνολογία και ένα πραγματικά τρομακτικό σκηνικό, όλα χρωματισμένα στα όρια της επιληψίας.
Το ίδιο ισχύει για τα κοστούμια του Kazuhiro Sawataishi ενώ η ομάδα των ειδικών εφέ έχει κάνει εντυπωσιακή δουλειά, κυρίως στις σκηνές δράσης και στους τόνους αίματος που κατακλύζουν την οθόνη.
Οι ερμηνείες ακολουθούν τα ίδια ακραία βήματα.
Η Kaho ως K είναι εξαιρετική ως η γυναίκα με το σπαθί που σφάζει αμέτρητους εχθρούς και ο Mitsushima Shinnosuke αποτελεί τον απόλυτο «κακό» ως Yamada, υποδυόμενος τον ρόλο του με μία ταιριαστή, υπερβολική θεατρικότητα.
Η γκροτέσκα αρτιότητα της αισθητικής της ταινίας προσωποποιείται στην Αυτοκράτειρα της Yumi Adachi, ενώ η Megumi Kagurazaka δίνει μία μετρημένη και αξιοπρεπή παράσταση ως Elizabeth Bathory.
Αυτή που κλέβει την παράσταση όμως είναι η Ami Tomite ως Manami, με την 23χρονη να έχει μετατραπεί σε μούσα του Sono, έχοντας συμμετάσχει σε αρκετές από τις τελευταίες δουλειές του.
Καθώς την παρακολουθούσα να ξυρίζει το κεφάλι της, να περπατά στους διαδρόμους του ξενοδοχείου σχεδόν φαλακρή και γεμάτη αίματα και εντελώς εκτός ελέγχου, δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ πως ο Sono απολαμβάνει να αποδομεί την εικόνα ενός πρώην «idol» (υπήρξε μέλος των AK48, κατά πάσα πιθανότητα του πιο δημοφιλούς ποπ γκρουπ στην Ιαπωνία) με έναν τρόπο που μοιάζει άκρως ατιμωτικός για αυτήν, κάτι που συνέβη και στο «Anti-Porno».
Αυτό που είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό όμως, είναι πως η Tomite ακμάζει σε αυτό το στυλ, σε σημείο που φαίνεται να απολαμβάνει την ολοκληρωτική διάσπαση της προηγούμενης εικόνας της.
Το «Tokyo Vampire Hotel» είναι μια εξαιρετική ταινία που αποδεικνύει πως ο Sion Sono είναι ακόμα ένας από τους ηγέτες του exploitation, και πως όταν η φαντασία του αφήνεται ελεύθερη, δημιουργούνται αριστουργήματα του ακραίου.
Παναγιώτης Κοτζαθανάσης.