Στη σύγχρονη Ρωσία, μια μπαλαρίνα (Jennifer Lawrence, Mother!) αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον χορό μετά από έναν τραυματισμό.
Στη συνέχεια έρχεται ένας καυγάς, ένας εκβιασμός, ένας δεύτερος εκβιασμός, και τελικά η πρωταγωνίστρια καταλήγει να μπει σε μια κατασκοπευτική(;) οργάνωση.
Το ερωτηματικό αφορά αν είναι πράγματι κατασκοπευτική οργάνωση, γιατί στο μόνο που βλέπουμε να εκπαιδεύεται είναι στο πώς να εκμεταλλευτεί τις σεξουαλικές της ικανότητες!
Και ο Τζέιμς Μποντ γινόταν συχνά σαγηνευτικός, αλλά κάτι ήξερε από κατασκοπεία, όπλα, πολιτική.
Ο Francis Lawrence ο οποίος ξανασυνεργάζεται με τη Jennifer Lawrence μετά τα Hunger Games, μάλλον θέλει να μας δείξει ότι στη σημερινή εποχή αυτά είναι αχρείαστα, καθώς μας παρουσιάζει ένα κλίμα παγκόσμιας ηθικής παρακμής.
Τα περισσότερα πρόσωπα, οι προτιμήσεις τους, οι τοποθεσίες γυρισμάτων, φαίνεται να έχουν σκοπό να υπερτονίσουν τη σεξουαλική κατεύθυνση της εποχής μας.
Σίγουρα αποτελεί χαρακτηριστικό των ημερών μας, αλλά το θέμα είναι αν ταιριάζει σε μια ταινία που θέλει να ονομάζεται κατασκοπευτική, να βασιστεί σε αυτό.
Και φυσικά αν ταιριάζει σε έναν πρωταγωνιστικό γυναικείο χαρακτήρα να έχει (μόνο) αυτόν τον όχι τόσο κολακευτικό ρόλο.
Και η ταινία δείχνει να βασίζεται μόνο σε αυτό καθώς σενάριο και σκηνοθεσία δεν βοηθάνε ώστε να δώσουν κάτι διαφορετικό.
Τα επεισόδια στην αρχή τα οποία καθοδηγούν την πρωταγωνίστρια δείχνουν βεβιασμένα, δεν μας βάζει σε κλίμα αναβίωσης της κόντρας Αμερικάνων-Ρώσων, δεν έχει τη βαρύτητα ενός Tinker Tailor Soldier Spy, ούτε γίνεται διασκεδαστικό όπως το φετινό Atomic Blonde.
Και από τη στιγμή που μας έχει χάσει γρήγορα από το στήσιμο της ταινίας και την ελάχιστη δράση, οι διπλοί πράκτορες, οι ανταλλαγές, οι ανατροπές προς το τέλος, μας αφήνουν αδιάφορους όταν όλα αυτά τα έχουμε ξαναδεί και μάλιστα πολύ καλύτερα.
Σαν να μη φτάνουν αυτά, έρχεται και η τουλάχιστον παραφουσκωμένη διάρκεια της ταινίας να κάνει ακόμα πιο δύσκολη την παρακολούθηση.
Στο όλο εγχείρημα δεν βοηθάνε δυστυχώς ούτε οι ερμηνείες.
Το αντίθετο μάλλον.
Γιατί πολύ απλά δεν ταιριάζει να έχουμε μια Ρωσίδα μπαλαρίνα που δεν λέει λέξη στα ρώσικα, αλλά αντίθετα μιλάει με σπαστά αγγλικά και όχι με ιδιαίτερα ρώσικη προφορά.
Δυστυχώς η Jennifer Lawrence δεν μπορεί να μας πείσει, και σίγουρα αυτή δεν αποτελεί μια από τις καλές στιγμές της.
Παράλληλα κάποιοι β’ ρόλοι μοιάζουν καρικατούρες (χαρακτηριστικό παράδειγμα της Mary-Louise Parker, RED 2), ενώ και οι βετεράνοι ηθοποιοί που κρατάνε μικρούς ρόλους (όπως η Charlotte Rampling, The Sense of an Ending) δεν καταφέρνουν να προσφέρουν κάτι παραπάνω.
Η φωνή του Jeremy Irons μοιάζει να είναι ότι καλύτερο ακούγεται.
Στους κινηματογράφους από 1η Μαρτίου.
Γιώργος Νυκταράκης.