Μετά από μία μικρή παρένθεση με το «The Third Murder», ο Hirokazu Koreeda επιστρέφει σε αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα, το κοινωνικό (οικογενειακό αν προτιμάτε) δράμα, με το «Shoplifters», μία από τις καλύτερες δουλειές του των τελευταίων ετών, το οποίο κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες.
Η επαφή του με την θεματολογία του εγκλήματος όμως, φαίνεται πως τον επηρέασε σε κάποιο βαθμό, όπως θα δούμε παρακάτω.
Ο Osamu Shibata και η γυναίκα του Nobuyo κατοικούν σε ένα χαμόσπιτο μαζί με τον γιο τους, Shota, την αδερφή του, Aki και την γιαγιά τους, Hatsue.
Ο Osamu και η Nobuyo έχουν δουλειές που τους αποφέρουν ελάχιστα χρήματα ενώ η Aki εργάζεται στην βιομηχανία του σεξ, σε ένα κλαμπ που προσφέρει peep show στους πελάτες του.
Τα χρήματα που παίρνουν όμως δεν είναι αρκετά, και βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην σύνταξη της Hatsue, και τις συνεχόμενες κλοπές από μαγαζιά, μια ασχολία στην οποία ο Osamu έχει εντάξει και τον Shota.
Οι δυο τους κλέβουν αρκετά συχνά και με επιτυχία, αλλά στην διάρκεια μιας «επιχείρησης», συναντούν την Yuri, ένα κοριτσάκι που παίζει μόνο του στο μπαλκόνι παρά το δριμύ ψύχος.
Ο Osamu, θεωρώντας πως το να παραμελείς το παιδί σου είναι έγκλημα, αποφασίζει να πάρει το παιδί μαζί του, ιδιαίτερα όταν ανακαλύπτει πως είναι γεμάτο μελανιές και ουλές.
Η Juri καταλήγει να κοιμηθεί στο σπίτι της οικογένειας και σύντομα γίνεται μέλος αυτής της ασυνήθιστης «κλίκας», μιας και όλα τα μέλη της μοιάζουν να ενδιαφέρονται πραγματικά για αυτήν.
Όσο περνάει ο καιρός όμως, μια σειρά από μυστικά γύρω από τα μέλη της οικογενείας αποκαλύπτονται, ενώ η σύγκρουση με την πραγματικότητα μοιάζει αναπόφευκτη για όλους.
Όπως και στο «Πατέρας και Γιος», ο Koreeda εξετάζει τον θεσμό της οικογενείας και τα στοιχεία που την αποτελούν.
Για ακόμα μια φορά, τονίζει πως οι δεσμοί αίματος δεν είναι τόσο σημαντικοί όσο νομίζουν οι περισσότεροι, όπως επίσης και το γεγονός πως η αγάπη μπορεί να προέλθει από οπουδήποτε.
Αυτή η άποψη αναδεικνύεται επανειλημμένως στην ταινία, αλλά κυρίως στο δραματικό φινάλε, το οποίο επιστεγάζει την άποψη του με σοκαριστικό τρόπο.
Επιπλέον, ο Koreeda αναδεικνύει τους φτωχούς και περιθωριακούς ανθρώπους, τονίζοντας πως στην πραγματικότητα «πρέπει» να καταφύγουν σε μικροεγκλήματα για να επιβιώσουν.
Με αυτό τον τρόπο, δικαιολογεί τις πράξεις των πρωταγωνιστών σε έναν βαθμό, μόνο και μόνο για να γκρεμίσει εντελώς αυτήν την θεωρία στο τελευταίο μέρος της ταινίας.
Το σενάριο κινείται, επίσης για ακόμα μια φορά, πολύ κοντά στα όρια του υπερρεαλισμού, αλλά είναι αυτή η ικανότητά του, να παρουσιάζει ακραίες καταστάσεις άκρως ρεαλιστικά, που τον έχει φέρει στην κορυφή της συγκεκριμένης κατηγορίας (τουλάχιστον).
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρώ πραγματικό κατόρθωμα το ότι καταφέρνει να παρουσιάσει ένα από τα πιο απεχθή εγκλήματα (απαγωγή παιδιών) ως μια ενέργεια κατευθυνόμενη από αγάπη και πραγματικό ενδιαφέρον, και μια σειρά από (μικρο)εγκληματίες ως στοργικά, ακόμα και ως αξιοπρεπή άτομα.
Οι ερμηνείες βρίσκονται σε πολύ υψηλό επίπεδο, με τον Koreeda να τονίζει την ικανότητά του να σκηνοθετεί παιδιά με έναν τρόπο που τα κάνει να φαίνονται έμπειροι επαγγελματίες.
Έτσι, η Miyu Sasaki ως Yuri και ο Kairi Jyo ως Shota δίνουν εξαιρετικές ερμηνείες, με τον δεύτερο να είναι εντυπωσιακός καθώς αναδεικνύει την όλο και μεγαλύτερη δυσαρέσκειά του για τις πρακτικές των υπολοίπων.
Ο Lily Franky είναι ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής της ταινίας ως Osamu και είναι υπέροχος όπως πάντα, ως φτωχοδιάβολος, ενώ η Sakura Ando ως Nobuyo υποδύεται την περιθωριοποιημένη αλλά ευτυχισμένη και ευαίσθητη γυναίκα με πειστικότητα.
Η Kirin Kiki έχει τελειοποιήσει τον ρόλο της «ζωηρής» γιαγιάς και η απεικόνιση της Hatsue δεν αποτελεί εξαίρεση.
Τα τεχνικά στοιχεία της ταινίας ακολουθούν τους «κανόνες» του ιαπωνικού κοινωνικού δράματος.
Η φωτογραφία του Ryuto Kondo εστιάζει στον ρεαλισμό χωρίς να παραλείπει να συμπεριλάβει εικόνες εξαιρετικής ομορφιάς από διαφορετικές τοποθεσίες, ενώ το framing είναι εξαιρετικό, ιδιαίτερα στο τελευταίο μέρος του φιλμ.
Το μοντάζ του Koreeda διατηρεί έναν σχετικά αργό ρυθμό που ταιριάζει απόλυτα στην γενικότερη αισθητική και το σενάριο της ταινίας, αν και κάποιες σκηνές, κυρίως προς το τέλος, θα μπορούσαν να ήταν πιο σύντομες.
Το ντεκόρ της Akiko Matsuda είναι επίσης εξαιρετικό, κυρίως στο σπίτι της οικογενείας, το οποίο είναι στημένο όσο ασυμμάζευτα είναι δυνατόν, αντικατοπτρίζοντας την γενικότερη κατάσταση των πρωταγωνιστών.
Το «Shoplifters» είναι ένα γνήσιο φιλμ Koreeda, ένα αριστοτεχνικό οικογενειακό δράμα, και μία από τις καλύτερες δουλειές του γενικότερα, στοιχείο εξαιρετικά σημαντικό αν αναλογιστεί κάποιος την ποιότητα της φιλμογραφίας του.
Στους κινηματογράφους από 6 Δεκεμβρίου.
Παναγιώτης Κοτζαθανάσης.