Είναι μερικές ταινίες που μοιάζουν να τα έχουν όλα, μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, εξαιρετικά ταλαντούχους συντελεστές μπρος και πίσω από τις κάμερες.
Ταινίες που όταν γίνονται για πρώτη φορά γνωστές, σε κάνουν να πιστεύεις ότι έχουν μεγάλες πιθανότητες να φτάσουν μέχρι τα Όσκαρ.
Όμως κάτι συμβαίνει και καταλήγουν να βγαίνουν στις αίθουσες μέσ’ το κατακαλόκαιρο μαζί με το σωρό των γαλλικών κομεντί.
Σε αυτή ακριβώς τη κατηγορία πέφτει και το The Mercy και πάμε να δούμε πως κατέληξε από τα σαλόνια στα αλώνια…
Η ταινία μας διηγείται την αληθινή ιστορία του Donald Crowhurst, ενός οικογενειάρχη, επαγγελματία εφευρέτη και ερασιτέχνη ναυτικού που το 1968 αποφασίζει να διεκδικήσει το ξακουστό Golden Globe των Sunday Times και μαζί τις 5000 λίρες που έδιναν ως έπαθλο.
Αυτό που έπρεπε να κάνει ήταν να πραγματοποιήσει το γύρο του κόσμου με σκάφος χωρίς καμία στάση!
Όπως και η ιστορία του πρωταγωνιστή, η ταινία ξεκινάει με τους χειρότερους οιωνούς καταδικάζοντας το εγχείρημα από τ’ αποδυτήρια.
Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, το σενάριο του Scott Z. Burns (Side Effects) θεωρεί ότι οι θεατές θα πρέπει να γνωρίζουν τα πάντα για τη ζωή του Crowhurst και επιλέγει να μη μας πει ΤΙΠΟΤΑ.
Είναι απελπισμένος, είναι τρελός, τι σχέση έχει με την οικογένειά του, ποιο το παρελθόν του και τι τον ώθησε να προβεί σε μια τέτοια πράξη όπως το να σηκωθεί και να κάνει το γύρο του κόσμου, κάτι που τολμούν μόνο εξαιρετικά πεπειραμένοι ναυτικοί και πάλι αποτυγχάνουν, εγχείρημα που θα τον ρίξει για 9 μήνες ολομόναχο στο άγριο πέλαγος και ίσως του κοστίσει και τη ζωή;
Ήταν μόνο το χρηματικό έπαθλο και γιατί κανείς δεν τον αποθάρρυνε, ειδικά η σύζυγός του που τον έβλεπε να οδηγείται στη καταστροφή;
Πάρα πολλά τα ερωτήματα, και το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν παίρνουμε καμία απάντηση σε αυτά αλλά το ότι η έλλειψη απαντήσεων κάνει τους ήρωες τελείως χάρτινους, αδιάφορους, με τους θεατές να αδυνατούν να νοιαστούν πραγματικά για τη τύχη τους, αφού τους είναι ουσιαστικά άγνωστοι.
Η κατάσταση σώζεται από το ταλέντο και τη φυσική γοητεία των συντελεστών, με τους Colin Firth (Kingsman: The Golden Circle) και Rachel Weisz (Denial) να έχουν το ειδικό βάρος ώστε να υποστηρίξουν την ιστορία, η οποία παρά το ασθενές σενάριο, δε χάνει το ενδιαφέρον της.
Οι δυο τους κάνουν εξαιρετική δουλειά, έστω κι αν ουσιαστικά παρακολουθούμε τους ηθοποιούς και όχι τον κύριο και την κυρία Crowhurst.
Τα προβλήματα όμως δε τελειώνουν στους χαρακτήρες, με τη ροή της πλοκής να έχει άχαρα σκαμπανεβάσματα και πολλά νεκρά διαστήματα, στα οποία υπό φυσιολογικές θα συνθήκες θα έπρεπε να βλέπαμε την εξέλιξη της ψυχολογίας των ηρώων αλλά… μη τα ξαναλέμε.
Τέσσερα χρόνια μετά το Οσκαρικό The Theory of Everything, πιστεύαμε ότι ο James Marsh θα είχε δουλέψει καλύτερα την επιστροφή του, όμως το The Mercy είναι μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία, με πολλά προβλήματα που θα μπορούσαν σχετικά εύκολα να λυθούν, και αυτό είναι και το μεγάλο κρίμα.
Οι θεατές θα περάσουν ένα συμπαθητικό 90λεπτο, θα γνωρίσουν και την ιστορία του Crowhurst, όμως πιθανότατα θα την ξεχάσουν πριν καν βγουν από την αίθουσα.
Στους κινηματογράφους από 5 Ιουλίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής.