Ένας άνδρας παραλαμβάνει ένα αυτοκίνητο και λίγο αργότερα παίρνει ως επιβάτες δύο μυστήριους τύπους.
Δεν αργούμε να μάθουμε ότι ο εν λόγω ανώνυμος άνδρας είναι ένας οικογενειάρχης, που μετά από μια “στραβή” έκανε 3 χρόνια φυλακή, όπου δημιούργησε ένα χρέος, για να ξεχρεώσει το οποίο, κάνει κάποιες “μεταφορές”.
Οι επιβάτες του είναι ληστές τους οποίους έχει αναλάβει να πάει μέχρι τη τράπεζα που θα χτυπήσουν και μετά να τους επιστρέψει ασφαλείς.
Ένα τηλεφώνημα όμως τον αναγκάζει να πάρει τα κλοπιμαία και να τους παρατήσει, με την αγωνιώδη νύχτα να ξεκινά…
Το Wheelman ανέβηκε στο Netflix μια εποχή που η πλατφόρμα κρατούσε ακόμα ζωντανή τη ψευδαίσθηση ότι ήταν ο σωτήρας εξαιρετικής ποιότητας mid-budget παραγωγών που δεν θα είχαν ελπίδα για μια κανονική διανομή, κάτι που όπως αποδείχτηκε στη πορεία δεν ήταν παρά το τυράκι που έκανε εκατομμύρια “ποντικάκια” να σπεύσουν να βιώσουν τη νέα εμπειρία.
Για να μη παρεξηγηθώ, το Netflix φυσικά και μας δίνει και εξαιρετικές παραγωγές, όμως έχει γίνει πια ξεκάθαρο ότι τουλάχιστον σε αυτή τη φάση του, ρίχνει μεγαλύτερο βάρος στη ποσότητα παρά στη ποιότητα, και το Wheelman ήταν ένα τρανταχτό παράδειγμα αυτής της άτυπης αποκαθήλωσης.
Η ταινία του Jeremy Rush είναι ένα σφηνάκι αγνής, άμυαλης διασκέδασης, με έμφαση στο άμυαλη.
Με διάρκεια που με το ζόρι φτάνει τα 80 λεπτά, ο δημιουργός αποπειράθηκε να μας παρουσιάσει μια ευφάνταστη -στα χαρτιά- μίξη των Drive και Phone Booth, βάζοντας τον ήρωα, έναν ήρωα για τον οποίον δε γνωρίζουμε αρχικά απολύτως τίποτα, να βρίσκεται ουσιαστικά εγκλωβισμένος πίσω από το τιμόνι ενός γρήγορου αμαξιού, αναγκασμένος να ακολουθεί εντολές μιας φωνής στο κινητό του.
Θεωρητικά η ιδέα λειτουργεί, ενώ δε μπορώ να μην αναφερθώ στη θετικότατη εντύπωση που μου έκανε η αυτοσυγκράτηση και η αποφυγή εύκολων λύσεων όπως τα συνεχή κυνηγητά, από τα οποία βλέπουμε μονάχα 1-2 σε όλο το φιλμ ή οι σκηνές ξύλου, μιας και είχε και τον κατάλληλο πρωταγωνιστή, οι οποίες απουσιάζουν τελείως!
Όταν όμως δεν έχεις αυτά τα στοιχεία που προσφέρουν εύκολη και εύκαιρη διασκέδαση, πρέπει να έχεις μια ικανή ιστορία που να αναπληρώνει το κενό τους, και δυστυχώς το Wheelman παρότι έχει μια ενδιαφέρουσα κεντρική ιδέα, η πλοκή του πάσχει από τη γνωστή ασθένεια που μαστίζει πολλούς νέους δημιουργούς, τη megalomania stupidus.
Ως κατάληξη, αντί αυτή να ξεδιπλώνεται αφαιρετικά ως κομμάτια ενός ημιτελούς παζλ, όπως είναι προφανές ότι ήταν ο σκοπός, η ενοχλητικά και παντελώς αχρείαστα περίπλοκη γραφή σε συνδυασμό με τους κακογραμένους γεμάτους πηχτή βλακεία διάλογους που κάνουν τους ήρωες να μοιάζουν με τους Beavis και Butthead, μας δίνουν μια ταινία που συμπεριλαμβάνεται στην όχι ιδιαίτερα τιμητική κατηγορία των “so-bad-it’s-funny” παραγωγών.
Δυστυχώς, ούτε η σκηνοθεσία έχει το κάτι ξεχωριστό ώστε να δώσει στο Wheelman μια ανάσα δροσιάς, με τον Rush να προσπαθεί να αξιοποιήσει το περιορισμένο περιβάλλον με περίεργες γωνίες, όμως καταλήγουμε με πλάνα που έχουμε ξαναδεί σε πολλές ταινίες του είδους.
Το καλό μοντάζ και η μουσική βοηθούν ώστε ο οπτικό ακουστικός τομέας του φιλμ να είναι τουλάχιστον ανεκτός.
Με τον Frank Grillo (The Purge: Election Year) να προσπαθεί ματαίως να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται, το Wheelman είναι μια ταινία που θα καταφέρνει και επιπλέει χάρη στη μικρή της διάρκεια και στο πόσο άθελά της αστεία γίνεται.
Αν αυτό σας αρκεί, πάσο…
Αλέξανδρος Κυριαζής.