Ο Ken Loach επιστρατεύει σε μία από τις πιο ανάλαφρες στιγμές της φιλμογραφίας του, τον διάσημο Γάλλο ποδοσφαιρικό αστέρα Ερίκ Καντονά σε ρόλο σωτήρα... όχι της εργατικής τάξης, αλλά ενός απογοητευμένου ανθρώπου.
Η ζωή του μεσήλικα ταχυδρόμου Έρικ έχει πάρει εδώ και χρόνια την κατιούσα.
Χωρισμένος, με δύο έφηβους που δεν είναι καν δικά του παιδιά, ζει θλιμμένος σε ένα γεμάτο ακαταστασία σπίτι βυθισμένος στη μοναξιά και τα προβλήματα, ενώ οι λιγοστοί φίλοι του μάταια προσπαθούν να του φτιάξουν το κέφι.
Μοναδικές του παρηγοριές, το πάθος για το ποδόσφαιρο ως φανατικός οπαδός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και θαυμαστής του άλλοτε ηγέτη της Ερίκ Καντονά, το αλκοόλ και η μαριχουάνα.
Η καταθλιπτική καθημερινότητα αλλάζει άρδην όταν ξαφνικά ο διάσημος ποδοσφαιριστής εμφανίζεται ως δια μαγείας ολοζώντανος στο δωμάτιο του Έρικ ο οποίος ξεπερνώντας το αρχικό σοκ βρίσκει σανίδα σωτηρίας στο πρόσωπο του ειδώλου του και μέσα από τις συζητήσεις τους θα προσπαθήσει να ξαναβρεί τον χαμένο του εαυτό.
Ο διακεκριμένος και πολιτικά στρατευμένος Βρετανός δημιουργός, δύο φόρες νικητής του Χρυσού Φοίνικα στις Κάννες, έχει να επιδείξει μια σειρά από σημαντικές κυρίως πολιτικές ταινίες, όλες δομημένες στα πλαίσια του κοινωνικού ρεαλισμού.
Έτσι κι εδώ ξεκινά από την ίδια αφετηρία, αλλά όσο ξεδιπλώνει την ταινία δίνει έναν όλο και περισσότερο πιο ανάλαφρο, χιουμοριστικό τόνο, μετατρέποντας μεθοδικά ένα κοινωνικό δράμα σε κομεντί.
Ο ήρωας του βρίσκεται σε βαθιά απόγνωση.
Έπειτα από άστοχες επιλογές και ολέθρια λάθη της νεότητας του, έχει πλέον παραιτηθεί από τη ζωή και ζει ως φάντασμα του άλλοτε δυναμικού εαυτού του.
Πατριός δυο εφήβων και πατέρας μιας κόρης που γνώρισε για πρώτη φορά στα 30 της, πνιγεί τον πόνο του στο ποδόσφαιρο, τις μπύρες και το χόρτο.
Όταν η φυσική του κόρη του αναθέτει την περιστασιακή φροντίδα της μικρής του εγγονής, εκείνος αναγκάζεται να έρθει σε επαφή με την πρώην γυναίκα του, γιαγιά του παιδιού και μεγάλο έρωτα της ζωής του την οποία είχε χρόνια εγκαταλείψει λίγο μετά τη γέννηση της κόρης τους.
Ο Έρικ όσο κι αν θέλει να επανορθώσει μοιάζει ανήμπορος να το διαχειριστεί μέχρι που ένα βράδυ θα έρθει ως από μηχανής θεός το μεγάλο του είδωλο Ερίκ Καντονά αυτοπροσώπως και παίρνοντας τον από το χέρι, θα του δείξει βήμα βήμα τον δρόμο της επιστροφής στην ζωή.
Ο Loach παραμερίζει προσωρινά τον πολιτικό αγώνα για να δώσει τον δικό του φόρο τιμής στο άθλημα που αγαπά με μία τρυφερά συγκινητική όσο και κωμική στην εξέλιξη της ιστορία.
Μένοντας πιστός στο κοινωνικό, ρεαλιστικό σινεμά που τόσο καλά ξέρει να κάνει, φέρνει στο προσκήνιο έναν αντί ήρωα της καθημερινότητας ο οποίος προέρχεται κι εδώ από την εργατική τάξη σαν ένας άλλος Daniel Blake που δεν παλεύει αυτή τη φορά με το τέρας της γραφειοκρατίας και τον καπιταλισμό, αλλά με τους προσωπικούς του δαίμονες.
Με άξονα αυτή την διαφοροποίηση, ο Βρετανός δημιουργός αφηγείται και πάλι μία κοινωνικά ευαίσθητη ιστορία την οποία αυτή τη φορά εμποτίζει με ρομαντισμό, χιούμορ και πινελιές φαντασίας χωρίς να ξεφεύγει από το γνώριμο ρεαλιστικό του ύφος, παραδίδοντας μία τρυφερή, αισιόδοξη και διασκεδαστική στην τελική της έκβαση κομεντί που χειρίζεται επιδέξια δράμα και κωμωδία, δεν καταφεύγει σε εύκολες λύσεις και δεν θριαμβολογεί πάνω σε φτηνές μελό συγκινήσεις, αλλά αγγίζει με άμεσο-ειλικρινή τρόπο τις ευαίσθητες χορδές.
Στους κινηματογράφους από 2 Αυγούστου,
Γιάννης Αποστολίδης.