O Jia Zhangke παρουσιάζει ακόμα ένα τρίπτυχο που εστιάζει στις αλλαγές που γνώρισε η Κίνα τον 21ο αιώνα, μέσω ενός δράματος που επικεντρώνεται στην σύντροφο ενός γκάγκστερ και την ζωή της για τρεις δεκαετίες.
Η ιστορία ξεκινά στην Shanxi, μία παρηκμασμένη πόλη που η οικονομία της βασίζεται στην εξόρυξη άνθρακα.
Εκεί η Qiao, μία μοντέρνα και ζωηρή καλλονή της περιοχής, περνάει τον χρόνο της με τον φίλο της, Guo Bin, ο οποίος είναι επικεφαλής του οργανωμένου εγκλήματος στην πόλη, και φροντίζοντας τον πατέρα της, ο οποίος επιμένει να αγωνίζεται για τα δικαιώματα των ντόπιων εργατών, με τρόπο, όμως, άκρως ντροπιαστικό για την κόρη του.
Όταν μια συμμορία νεαρών αρχίζει να δρα στην πόλη, η σύγκρουση με την αντίστοιχη του Guo Bin είναι αναπόφευκτη, και στην πιο βίαιη σκηνή της ταινίας, η Qiao καταλήγει να σώζει τον σύντροφό της πυροβολώντας με ένα πιστόλι, σε μία σειρά γεγονότων που καταλήγουν στην φυλάκισή της.
Πέντε χρόνια αργότερα, στην διάρκεια της τέταρτης φάσης της εκκένωσης της περιοχής λόγω της κατασκευής του Φράγματος των Τριών Φαραγγιών (2008), η Qiao αποφυλακίζεται και προσπαθεί να ξαναβρεί τον Bin, ο οποίος όμως είναι άφαντος, και φαίνεται να έχει προχωρήσει με την ζωή του.
Αφού πέφτει θύμα κλοπής στην διάρκεια της επιστροφής της από την φυλακή, η Qiao αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει όλα τα «κόλπα» που έμαθε στην φυλακή για να επιβιώσει, με την ταινία να κάνει μία κωμική στροφή, τουλάχιστον μέχρι την συνάντησή της με τον Bin.
Το τελευταίο μέρος του τριπτύχου λαμβάνει χώρα και πάλι στην Shanxi, στο «παρόν» αυτή τη φορά, όπου η Qiao προσπαθεί να βγάλει τα προς το ζην ως ιδιοκτήτρια μίας στοιχηματικής λέσχης, ενώ η σχέση της με τον Bin έχει πάρει μία εντελώς απρόσμενη τροπή.
Με παρόμοιο στυλ με το «Πέρα από τα Βουνά», ο Jia Zhangke σκηνοθετεί μία ταινία σε τρία μέρη, με την μούσα και σύζυγό του, Tao Zhao σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Αυτή τη φορά όμως, τα τρία μέρη είναι εντελώς διαφορετικά σε στυλ, μιας και το πρώτο εκτυλίσσεται ως γκαγκστερική ταινία, το δεύτερο ως ένα μείγμα κωμωδίας, δράματος και ταινίας δρόμου και το τελευταίο ως αυθεντικό δράμα, με τον ρυθμό να πέφτει με κάθε μέρος, από αρκετά γρήγορο στο πρώτο, σε εξαιρετικά αργό στο τελευταίο.
Μέσω του τριπτύχου, ο Jia Zhangke παρουσιάζει τις αλλαγές που γνώρισε η Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες, εστιάζοντας κυρίως στο γεγονός πως η παράδοση έχει υποκύψει πλήρως στην τεχνολογία, την ταχύτητα και το ανελέητο κυνήγι για πλούτη.
Ο τρόπος που ο σκηνοθέτης παρουσιάζει τις αλλαγές αυτές, μέσω μιας σειράς διασκεδαστικών αλλά γεμάτων νόημα επεισοδίων και «τρικ», είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της ταινίας.
Για παράδειγμα, στο δεύτερο μέρος, καθώς η Qiao αναζητά έναν παλιό γνωστό σε μία μεγάλη εταιρεία, ρωτάει την κοπέλα στην γραμματεία για κάποιον ο οποίος έχει πτυχίο πανεπιστημίου, μόνο και μόνο για να δεχθεί μία απάντηση τόσο αποστομωτική όσο και αφυπνιστική: «Σχεδόν όλοι οι υπάλληλοι έχουν πτυχίο πανεπιστημίου».
Οι χαοτικές αλλαγές που έφερε η κατασκευή του προαναφερθέντος φράγματος είναι ακόμα ένα δείγμα της συγκεκριμένης τακτικής, όπως και η εξέλιξη των τρένων, με τον σκηνοθέτη να εστιάζει στο πόσο άλλαξαν με την πάροδο των ετών, σε μια σειρά από σκηνές.
Το ίδιο ισχύει και για μια επαναλαμβανόμενη σκηνή όπου η Qiao και ο Bin στέκονται σε έναν λόφο απομονωμένοι, με το άτομο που είναι «επικεφαλής» να αλλάζει όσο η ιστορία εκτυλίσσεται.
Παράλληλα, ο Zhangke σχολιάζει και το γεγονός πως ένα στοιχείο έμεινε αναλλοίωτο μέσα στα χρόνια, παρά τις σαρωτικές αλλαγές: η επίδραση της δυτικής και κυρίως της αμερικάνικης κουλτούρας στην Κίνα, με τον επαναλαμβανόμενο ήχο του «YMCA» να λειτουργεί ως το κύριο μέσο του συγκεκριμένου σχολίου.
Πάνω από όλα όμως, η ταινία είναι μια ιστορία αγάπης δύο ανθρώπων, η οποία φαίνεται να ξεπερνά τον χρόνο και τις περιστάσεις, σε σχεδόν μελοδραματικό ύφος, με τις συνέπειες των γεγονότων στις ζωές των δύο πρωταγωνιστών να αποτελούν μίας από τις βάσεις της ιστορίας.
Η φωτογραφία του Eric Gautier είναι ένα από τα καλύτερα στοιχεία της παραγωγής, καθώς εστιάζει στην παρουσίαση των αλλαγών που γνώρισε η Κίνα την τελευταία δεκαετία, μέσω ενός συνδυασμού ομορφιάς και ακρίβειας.
Η εξαιρετική δουλειά του Γάλλου βρίσκει το απόγειό της στο δεύτερο μέρος, το οποίο περιλαμβάνει πληθώρα διαφορετικών σκηνικών που παρουσιάζουν τις διαφορετικές εκφάνσεις της κινέζικης κοινωνίας την συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
Ο Matthieu Laclau (υπεύθυνος και για το μοντάζ του Πέρα από τα Βουνά), είχε το δύσκολο έργο να συνδυάσει τον διαφορετικό ρυθμό των τριών σκελών καθώς και τα τρία χρονικά «άλματα», αλλά τα κατάφερε με τον καλύτερο τρόπο και στα τρία μέρη.
Το μόνο αρνητικό που βρήκα είναι πως το τέλος μακρηγορεί σε κάποιο βαθμό ενώ το τελευταίο μέρος θα μπορούσε να έχει λίγο πιο «σφιχτό» μοντάζ, αν και η γενικότερη αισθητική του Zhangke αποζημιώνει σε μεγάλο βαθμό.
Οι ερμηνείες στην ταινία είναι επίσης υψηλού επιπέδου.
Η Tao Zhao ως Qiao αναδεικνύει την καταπληκτική χημεία της με τον σκηνοθέτη, όντας εξαιρετική στην απόδοση ενός χαρακτήρα που αλλάζει ραγδαία με την πάροδο των χρόνων.
Ειδικά η μεταμόρφωση από μία γυναίκα χαρούμενη, σχεδόν αυταρχική, στην απόλυτη ακμή της, σε μία που παλεύει να επιβιώσει εν μέσω αλλαγών που δεν μπορεί να αντιληφθεί καν, είναι ένα από τα καλύτερα στοιχεία της ταινίας.
Ο Liao Fan (Chinese Zodiac) είναι επίσης εξαιρετικός ως Bin, με την απόδοση της παρακμής του και την αλλαγή «εξουσίας» στην σχέση του με την Qiao να είναι ανάλογης ποιότητας με τις αντίστοιχες της Zhao.
Το Ash Is Purest White (Jiang hu er nv) περιλαμβάνει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που έχουν μετατρέψει τον Jia Zhangke σε μόνιμο «καλεσμένο» διεθνών φεστιβάλ, ενώ αποτελεί μία από τις πιο προσβάσιμες (εύπεπτες αν προτιμάτε) ταινίες τους, κυρίως λόγω του πρώτου μέρους.
Στους κινηματογράφους από 1η Νοέμβρη.
Παναγιώτης Κοτζαθανάσης.