Ένας από τους σπουδαιότερους αντιήρωες της Marvel αποκτά τη δική του ταινία σε ένα σύμπαν με μεγάλες εξωγήινες απειλές, αλλά ούτε έναν υπερήρωα.
Τα μεγαλεπήβολα σχέδια της Sony για superhero-reboot στηρίζονταν κυρίως στο hype και τον Tom Hardy, όμως φαίνεται πως ο “Venom” γεύεται μια γερή δόση από το «δηλητήριο» του.
Ένας ακόμα χαρακτήρας από το ατελείωτο σύμπαν των κόμικς της Marvel παίρνει σάρκα και οστά, σφετερίζεται το άγγιγμα του Μίδα του MCU όμως δεν έχει καμία σχέση με το arc των «Εκδικητών», αλλά ούτε και με τον αιώνιο αντίζηλο του, τον «φιλικό» μας «γείτονα» Spiderman.
Αντιθέτως έχουμε έναν αδίστακτο villain των κόμικς που εδώ γίνεται ο «ήρωας» που σώζει τον κόσμο, αλλά δε σώζει τον εαυτό του από την έλλειψη έμπνευσης.
Σε συνδυασμό με το R-rated που ΔΕΝ έλαβε τελικά από την Sony, το πλασαρισμένο ως ταινία τρόμου, “Venom”, αιμορραγεί αλλά δεν στάζει ούτε μια σταγόνα αίμα στην οθόνη όσο και αν τα fan boys ανά τον κόσμο ζουν και αναπνέουν για αυτό.
Το φιλικό προς τις μάζες αντιηρωικό blockbuster είναι ανάλαφρο, είναι σχετικά αστείο (;) και παίζει μπάλα με ένα άχρωμο σενάριο.
Κεντρικός ήρωας, ο μάχιμος ρεπόρτερ Eddie Brock (Tom Hardy, Dunkirk).
Ο Eddie θα χάσει την δουλειά του όταν χώσει την μύτη του στις υποθέσεις της ύποπτης φαρμακευτικής εταιρίας “Life Foundation”.
Μήνες αργότερα και στην προσπάθεια του να συντάξει το στόρι που θα αναζωογονήσει την καριέρα του θα έρθει σε επαφή με έναν νοήμων εξωγήινο συμβιωτικό οργανισμό που μοιάζει με γλίτσα.
Το σώμα του Brock θα είναι ο τέλειος ξενιστής για το «παράσιτο», θα τον «μολύνει» και όσο βρίσκεται μέσα του θα του χαρίζει υπερφυσικές δυνάμεις.
Όταν όμως η “Life Foundation” τους κυνηγήσει, ο Eddie και ο αυτόκλητος επισκέπτης θα πρέπει πέρα από το να μοιραστούν ένα σώμα, να συνεργαστούν κιόλας και κάπως έτσι θα γεννηθεί ο Venom.
Λίγο εκτός τόπου και πολύ εκτός χρόνου, το “Venom” φαίνεται να έχει κολλήσει σε μια άλλη εποχή και να μην μπορεί να σταθεί στο σήμερα.
Με ένα παλιακό ύφος, ο Ruben Fleisher αφηγείται την ιστορία του Eddie Brock και η αλήθεια είναι πως το “Venom” θυμίζει περισσότερο super-hero ταινία της προηγούμενης δεκαετίας (θυμήσου τα “Spiderman” του Sam Raimi, τον πρώτο “Hulk” ή τον “Daredevil” με τον Ben Affleck) παρά blockbuster του σήμερα.
Από τον κακογραμμένο και βιαστικό πρόλογο του, το “Venom” φαίνεται να κουτσαίνει μέχρι να καταφέρει να εισάγει τον θεατή στη δράση.
Τη δράση, δε, την σετάρει με μετριοπάθεια και στο τέλος απλά καταλαβαίνεις ότι πέρα από το CGI και το απόκοσμο τέρας με τα θανατηφόρα σαγόνια, το “Venom” έχει χάσει την ουσία του.
Μια ακούσια (ή μήπως όχι;) αναφορά στις απαρχές του είδους του που όμως δεν έλειψε σε κανέναν.
Ευτυχώς τα πράγματα αλλάζουν λίγο όταν ο Venom και ο Hardy συστηθούν.
Και ίσως αυτή η συμβιβαστική σχέση μεταξύ των δυο να είναι και το μοναδικό καίριο στοιχείο που κάνει το “Venom” ανεκτό.
Η σχέση ξεκινάει με την γνωριμία στην ορμητική σεκάνς του κυνηγητού στους δρόμου του Σαν Φρανσίσκο και καταλήγει με μια αμοιβαία ανάγκη για συνύπαρξη την οποία σφραγίζει κυριολεκτικά με ένα φιλί!
Ο πάντα δυνατός Tom Hardy δίνει στον Eddie Brock λίγο από τον ελκυστικό τσαμπουκά του και μια, ίσως παρεξηγήσιμη, δόση τρέλας και γίνεται κάτι παραπάνω από ένα ιδανικό κουφάρι για το «παράσιτο».
Κουβαλάει επιδέξια στην πλάτη του δύο μέτριες ώρες και αυτό είναι αξιόλογο.
Κατακρεουργημένο από το μοντάζ και λαβωμένο από ένα ασυνάρτητο και ανέμπνευστο σενάριο, το “Venom” όχι μόνο δεν συμβαδίζει με το αιμοσταγές, σκοτεινό και βίαιο background ενός αινιγματικού και badass αντιήρωα, αλλά τον απομυθοποιεί κιόλας.
Χαμένο στην μετάφραση, το σκοτεινό “Venom” μόνο σκοτεινό δεν είναι, αναλώνεται σε gags και κρύο χιουμοράκι και αυτός ο αντισυμβατικός pulp χαρακτήρας των κόμικς που οι φανς ανυπομονούσαν να δουν εδώ και μήνες τελικά πάει για πουρνάρια.
Το πιο λυτρωτικό και ελπιδοφόρο κομμάτι της ταινίας έρχεται μετά τους τίτλους τέλους για να κάνει… «μακελειό».
Στους κινηματογράφους από 4 Οκτωβρίου.
Πέτρος Μάκας.