Με αρκετό σεβασμό, ο Lars Kraume αφηγείται ψύχραιμα την πολύ ενδιαφέρουσα και αληθινή ιστορία μιας τάξης που με την σιγή της αναστάτωσε τις πολιτικές αρχές της Ανατολικής Γερμανίας.
Στα μέσα του 20ου αιώνα μια τάξη πήρε συλλογικά μια απόφαση που προκάλεσε αντιδράσεις και πέρασε ως υποσημείωση στην ιστορία.
Εξήντα χρόνια αργότερα ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Lars Kraume την ξυπνάει από την λήθη της και την διηγείται εκ νέου με ωραία ματιά, αλλά χωρίς να την απαλλάξει από το δίπολο του «καλού» και του «κακού».
Ανατολική Γερμανία, έτος 1956.
Λίγα χρόνια πριν την ανόρθωση του τοίχους ο Κερτ και ο Θίο, μαθητές της τελευταίας τάξης του σχολείου, ταξιδεύουν στο Δυτικό Βερολίνο για να δουν στον κινηματογράφο το στήθος μιας όμορφης ηθοποιού.
Παρόλα αυτά θα βρεθούν να βλέπουν πρόσφατο υλικό για την μεγάλη εξέγερση που γίνεται στη Βουδαπέστη.
Πίσω στην πόλη τους και ευαισθητοποιημένοι από όσα είδαν θα πείσουν τους υπόλοιπους συμμαθητές τους να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή μέσα στην τάξη ως ένδειξη συμπαράστασης στα θύματα του Ουγγρικού αγώνα για ελευθερία από τους Κομμουνιστές.
Αυτή τους η απόφαση θα προκαλέσει θόρυβο στη νομενκλατούρα και σύντομα το θέμα θα πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Βασισμένο στην αυτοβιογραφία του Dietrich Garstka, το “The Silent Revolution” είναι ακόμα μια ταινία εποχής στην φιλμογραφία του Lars Kraume που μιλάει ξανά για την ρευστή κατάσταση της μετά-WWII διχοτομημένης Γερμανίας.
Η ιστορία που παρακολουθούμε είναι μια ενδιαφέρουσα στάση της ιστορίας, όμως ο Kraume επιλέγει να μην ασχοληθεί τόσο με την κοινωνικοπολιτική της πλευρά, αλλά να την δραματοποιήσει και να την μετατρέψει σε κάτι πιο ήπιο και ταυτόχρονα υποκειμενικό.
Βέβαια αυτοί που κυριαρχούν στο πανί και αναβαθμίζουν εμφανώς το αποτέλεσμα είναι οι καταπληκτικοί νεαροί ηθοποιοί που δίνουν ζωή στους ήρωες τους χαρίζοντας συναίσθημα και βάθος στην ήσυχη και μουντή ιστορική ταινία.
Και παρ' όλη την ιδέα του «νεολαία» vs. Κομμουνισμός, το “The Silent Revolution” αποφασίζει να μην εμβαθύνει και πολύ σε αυτήν, δεν θα πάρει ρίσκα στην αφήγηση του και θα αρκεστεί σε μια προσεγμένη σκηνοθεσία και ένα απλό και κατά καιρούς μπλαζέ σενάριο.
Σε αυτό το σενάριο υπάρχει εξαρχής μια αντίθεση που προβάλει καθόλου πρισματικά τις δυο «πλευρές» των απόψεων.
Από την μια αναπτύσσει σχολαστικά και με λεπτότητα τους ανήσυχους μαθητές και τις ζωές τους και από την άλλη τερατοποιεί τους «άλλους» χωρίς όμως να εξηγεί την στάση τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Kessler της Jördis Triebel, μια άτεγκτη και ψυχρή σχολική επιθεωρητής, αλλά και ο τρομακτικός Burghart Klaußner που γίνεται ο αμείλικτος Υπουργός Παιδείας που θέλει να εντοπίσει ανάμεσα στους μαθητές τον «επαναστάτη» και να τον εκπαραθυρώσει κοινωνικά στερώντας του το απολυτήριο του σχολείου, το μόνο εισιτήριο για μια ζωή έξω από τις φάμπρικες και τα ορυχεία της Ανατολικής Γερμανίας.
Και κάπου εκεί ο Kraume αποφασίζει να δείξει τα ορυχεία ως μια αποπνικτική κόλαση, την υπέρτατη τιμωρία για τον κόσμο που δεν συμμορφώνεται στο Σοσιαλιστικό πρότυπο.
Παράλληλα δημιουργεί ένα καλά οργανωμένο, φανταστικό backstory για να στηρίξει το “drama” της υπόθεσης, κάτι που αν και λειτουργεί όμορφα βοηθώντας τη ροή, είναι σίγουρα κάτι που έχουμε ξαναδεί πολλές φορές.
Τελικά το όλο θέμα με την ενός λεπτού σιγή είναι απλά μια αφορμή για να μιλήσουμε για την φιλία, την οικογένεια και τις πολιτικές απόψεις του σκηνοθέτη.
Αν και κάνει ιστορική αναφορά, η προσέγγιση του Kraume δεν είναι ιδιαίτερα αμερόληπτη έχοντας την πρόφαση μιας μεγάλης κοινωνικής αδικίας.
Τα δραματικά στοιχεία, όμως, και η μυθοπλασία που οικοδομούν αυτή την ταινία είναι αρκετά για να συνθέσουν ένα στέρεο δράμα χαρακτήρων που ξεχωρίζει μέσα από όμορφες και ιδιαίτερα λεπτές ερμηνείες.
Συνολικά είναι μια συγκινητική απόπειρα διήγησης μιας ιστορίας που κεντράρει στην άνιση σύγκρουση της Σοσιαλιστική Ανατολικής Γερμανίας με τα ίδια της τα παιδιά.
Μια μικρή πράξη είναι ικανή να τινάξει τα πάντα στον αέρα και η «Σιωπηλή Επανάσταση» την δείχνει με όλη την ένταση και την ηρεμία της.
Και τι όμορφες ερμηνείες ξαναλέω!
Στους κινηματογράφους από 29 Νοεμβρίου.
Πέτρος Μάκας.