Μία από τις ταινίες που φέτος δεν άφησαν φεστιβάλ για φεστιβάλ, στα οποία κέρδισαν πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων εκείνο της Καλύτερης Ταινίας στις Νύχτες Πρεμιέρας και δύο Αργυρούς Άρκτους στο Βερολίνο, έρχεται από την Weird Wave και σε κανονική διανομή με την ελπίδα να κερδίσει και το ευρύ κοινό.
Η ιστορία μας πηγαίνει στην Παραγουάη, εκεί όπου ζουν οι Chela και Chiquita, δύο γυναίκες προς τα τέλη της μέσης ηλικίας τους, ζευγάρι εδώ και τριάντα χρόνια, και οι δύο γόνοι καλών οικογενειών.
Η οικονομική τους κατάσταση δεν είναι πια καθόλου καλή.
Για να επιβιώσουν πουλάνε ότι έχουν και δεν έχουν, έπιπλα, ασημικά έργα τέχνης, όμως και πάλι τα χρέη τους πνίγουν.
Αντίθετα με την Chela που τα έχει βάψει μαύρα θρηνώντας για τη κατάστασή τους, η Chiquita είναι πιο αισιόδοξη, όμως στη προσπάθειά της να βρει λύση κάποια στιγμή στράφηκε και σε πλάγιες οδούς, με αποτέλεσμα τώρα να κατηγορείται για απάτη και να προφυλακίζεται.
Η Chela έχει μείνει ολομόναχη με μοναδική παρέα τη νέα τους υπηρέτρια, μέχρι που μία μέρα η γηραιά γειτόνισσα τής ζητάει να την πάει κάπου με το αυτοκίνητο.
Καταπίνοντας τη περηφάνια της το κάνει, και στόμα με στόμα, η πελατεία αυξάνεται, και εκεί που αρχίζει να προσαρμόζεται στο νέο της ρόλο, μια νέα γυναίκα μπαίνει στη ζωή της για να μπερδέψει ακόμα περισσότερο τα συναισθήματά της.
Ο Marcelo Martinessi μας παρουσιάζει μια ιδιαίτερα προσεγμένη σπουδή πάνω στη τάξη των λεγόμενων έκπτωτων σοσιαλιτέ.
Οι δυο γυναίκες, και ειδικά η Chela πιθανότατα δεν έχει δουλέψει ποτέ στη ζωή της, ζούσε μια ζωή σε μια χρυσή σαπουνόφουσκα που έχει σκάσει εδώ και πολύ καιρό, και ακόμα της είναι αδύνατο να το διαχειριστεί.
Θρηνεί για τους πίνακες του παππού της που αναγκάστηκαν να πουλήσουν, αλλά ακόμα και σε αυτή τη κατάσταση, ζώντας μέσα σε ένα σαραβαλιασμένο αρχοντικό, χρειάζεται την υπηρέτριά που θα ανοίγει τη πόρτα και θα τοποθετεί το καφέ της στο δίσκο με τον συγκεκριμένο τρόπο!
Μπορεί η πτώχευση να μην ήταν ένα αρκετά δυνατό σοκ αλλά η φυλάκιση της συντρόφου της την αφήνει επί ξύλου κρεμάμενη και εκεί έρχεται το τυχαίο γεγονός για να της αλλάξει τη ζωή.
Η ντροπή πως πια δουλεύει ως “ταξιτζού” με το καρό καταπίνεται όλο και πιο εύκολα, όπως και το γεγονός ότι η θέση της είναι πια στο προθάλαμο των μεγάλων σπιτιών και όχι στο μεγάλο σαλόνι με τις κυρίες της καλής τάξης που κουτσομπολεύουν η μία την άλλη στο πίσω κάθισμα να ακούγονται όλο και πιο σαχλές.
Το κερασάκι στη νέα της ζωή είναι μια νέα γυναίκα, νεαρή, δυναμική, όμορφη αλλά φτωχή, που μπαίνει στη ζωή της ως πελάτισσα και τις βάζει το “διάολο” μέσα της.
Θεματικά το Las Herederas κάνει εξαιρετική δουλειά, στη πράξη όμως χωλαίνει.
Το ράθυμο ύφος που σωστά επικρατεί στην αρχή του φιλμ, για κάποιο λόγο παραμένει σε όλη του τη διάρκεια, με το σύνολο να βγάζει μια ανεξήγητη… μουχλίλα, λες και προσπαθεί με το στανιό να διατηρήσει τη καταθλιπτική ατμόσφαιρα η οποία έρχεται σε αντίθεση με τα όσα συμβαίνουν στο πανί.
Ο δημιουργός έχει γράψει ένα εξαιρετικό σενάριο αλλά μοιάζει να μη μπορεί να το διαχειριστεί, βγάζοντας μια ενοχλητική χωλότητα στην ανάπτυξη των χαρακτήρων και στις μεταξύ τους σχέσεις.
Τη κατάσταση σώζει σε αρκετά μεγάλο βαθμό η εξαιρετικά δυνατή εσωτερική ερμηνεία της Ana Brun που με κατεβασμένα τα χέρια και με πολύ λίγες γραμμές διαλόγου, κρατάει το φιλμ στους ώμους της βγάζοντας το κάρο από τη λάσπη.
Το Las Herederas είναι ο ορισμός της φεστιβαλικής ταινίας.
Είναι μια μικρή παραγωγή με κάποια πολύ δυνατά και πρωτότυπα δομικά στοιχεία τα οποία όμως έχουν πολλά προβλήματα στην ανάπτυξή τους με αποτέλεσμα το φιλμ να περιορίζεται στα όρια του ικανοποιητικού.
Στους κινηματογράφους από 15 Νοεμβρίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής.